tag:blogger.com,1999:blog-19068375597486633422024-02-20T09:46:46.116+01:00Ψυχες και ΣωματαΨυχες και σωματα, οι αναζητησεις μου στους ερωτες της νυκτας, στα ανωνυμα σωματα, οι περιπετειες μου οι τραγελαφικες, οι μεγαλες και οι παροδικες μου αγαπες. Ολα μια αναζητηση στην αβυσσο του εγω, στο καθε μερα, μια αναζητηση για απαντησεις στα μεγαλα ερωτηματικα, δεν υπαρχουν απαντησεις, μονο μια πορεια που με δοκιμαζει, που με ωριμαζει, που με βαζει σε νεες δοκιμασιες και μου δημιουργει περισσοτερες ερωτησεις παρα που μου δινει απαντησεις.Unknownnoreply@blogger.comBlogger105125tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-4452481204752263662017-03-25T23:00:00.000+01:002017-03-25T23:00:17.056+01:00Στον ποταμο Λιφυ<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhMikmiig87-OPZnszO-UiIyk2zhT620a1rEK2ta5bJjn9HNSp0MImKtE8g1aa5x8aKoe90OV6I8HOLh4kRFwB3jGw1xXsEM-FIgjFSQ_dqNqq_pKNZOk982VKDBl_GPNIglgvkwiRgb0s/s1600/DIM_4332.jpg" imageanchor="1" style="clear: right; float: right; margin-bottom: 1em; margin-left: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhMikmiig87-OPZnszO-UiIyk2zhT620a1rEK2ta5bJjn9HNSp0MImKtE8g1aa5x8aKoe90OV6I8HOLh4kRFwB3jGw1xXsEM-FIgjFSQ_dqNqq_pKNZOk982VKDBl_GPNIglgvkwiRgb0s/s320/DIM_4332.jpg" width="213" /></a></div>
Πέντε χρόνια μετά..εδώ..χάθηκε ο Γκρηκστόρης στο πεντάχρονο παρελθόν, σ έναν κυκεώνα βιωμάτων, σ’ ένα στρόβιλο εμπειριών, στα άλλα μονοπάτια που τον οδήγησε η ζωή του μετα την λύτρωση του, μετά που έσπασαν οι αλυσίδες που τον κρατούσαν έρμαιο σαν τον Προμηθέα στην σαρκοβόρα αιχμαλωσία του. Οχτώ χρονια πέρασαν συγκεκριμένα αλλα οι θύμησες του Γολγοθά δεν έχουν αβηστει ακόμα. Κι ούτε πρόκειται αν και δεν είναι πια αναμνήσεις που φθείρουν, είναι απλα πια μέρος του είναι του. Είναι εκεί κάπου στο πισω μέρος του μυαλού του, υπάρχουν, υφίστανται, σαν ενας απενεργοποιημένος πια ιος.
Πεντε χρονια χαθηκε ο Γκρηκστορης σε ταξιδια ασυνειδητης αναζητησης.
<br />
<a name='more'></a>Διαβαστε περισσοτερα
Πέντε χρονια μετα τον βρισκει η ζωη του αυτο το βραδυ μόνο, σ ενα παγκακι στην οχθη του ποταμου Λιφυ, να τρωει απο ενα χαρτινο πακετο ψαρι με πατατες τηγανητες, ατενιζοντας τις νυχτερινες αντανακλασεις των φωτων της λεωφορου της απεναντη οχθης οπως τον οδηγουσε το βλεμμα του στην γεφυρα Ο Κοννελ, καθοριστικο ορόσημο της πόλης.
Δεν ενιωθε καλα. Δεν ηταν ο εαυτος του. Καθοταν εκει μονος κι ενιωθε την μιζερια των σκεψεων του να τον κυριαρχει. Ηθελε να σπασει στο ξυλο τον ιδιο του τον εαυτο αλλα καπως δυσκολο.
Εφτασε τον σκοπο του σχεδον, αυτο που ηθελε για δεκαετιες. Κι ομως οπως καθοταν μονος στο παγκακι της οχθης, ατενιζοντας στο πουθενα, τον ειχαν κυριαρχησει οι αμφιβολιες για την αποφαση του. Ενιωθε μονος, μοναχικος, με τον Μαξ να ειναι εκατονταδες χιλιομετρα μακρυα, ναι υπηρχε κι ενας Μαξ στην ζωή του Γκρηκστόρης, ένας ουτοπικά υπέροχος Μαξ που έδωσε ξανα νοημα σην ζωη του καταλαβωμενου Γκρηκστορης, καθοταν μονος στο παγκακι στην οχθη του Λιφυ κι αναρωτιοταν ξανα και ξανα και ξανα αν ηταν το σωστο βημα. Και δεν θα τον αδικουσε κανεις για τις αμφιβολιες που τον εζωναν και την μιζερια που τον επνιγε αν ηξερε καποιος τις συνεπειες ολων των αποφασεων που ειχε παρει στην ζωη του ο Γρηκστορης. Δεν ηταν ο τυπος που φημιζοταν για την ορθοτητα των αποφασεων του. Κι αυτος ειχε ζησει οσο κανενας αλλος ισως τις συνεπεις των λαθων του. Και ειχε πληγωθει. Και υποφερε. Και πεινασε. Και εμεινε σχεδον αστεγος. Και ανεργος. Και αφραγκος. Κι ολα αυτα σε μια ηλικια που επρεπε ισως να κοιταζει πισω του και να απαρυθμει επιτυχιες και αποταμιευσεις και ανεση υλιστικης ζωης και ασφαλεια. Ολα αυτα δεν ταχε. Τιποτα δεν ειχε ο Γκρηκστορης απο την απο ενα καταλογο ορθη ζωη καποιου ενηλικα που ειχε τις προυποθεσεις για μια τετοια ζωη. Τα γιατι πολλα, οι δικαιολογιες περισσοτερες, αλλα τιποτα δεν μπορουσε πια να αλλαξει την πραγματικοτητα του. Ενα ειχε κανει σωστο κι αυτο ηταν ο Μαξ.Που ηταν τωρα μακρυα ανυπομοντας το επανειδην. Ο Μαξ εκει κι ο Γκρηκστορης στον ποταμο Λιφυ με το ψαρι της λαδόκολλας στο χερι.
Ηθελε χρονια τωρα να φυγει απο την Γερμανια. Απο την χωρα που εζησε την δυστυχια, την χωρα που τον εθαψε στην αφανεια της ζωης που του προσφερε γιατι δεν του εδωσε τις ευκαιριες να αναπτυχθει οπως το ονειρευτηκε. Αλλα δεν ήταν και σίγουρος για το τι ονειρεύτηκε. Δεν ηξερε τι επρεπε να ονειρευτει. Ονειρευτηκε και θελησε αυτο που ονειρευτηκαν αλλοι γι αυτον, ονειρα αλλων που του εμφυτεύτηκαν στην παιδικη του ηλικία, μετα στην εφηβική, μετα κατά την διαρκεια της ενηλικης του. Κι ο Γκρηκστορης σαν ενα καλοβολο πλάσμα που ήταν, αθώο και αγνο και ακόμη περισσότερο άβουλο, που προσπάθησε πάντα να ικανοποιησει των αλλων τις απαιτησεις κι οχι τις δικες του, γιατι δεν ειχε την πυγμη η το θαρρος να κοιταξει τι ήθελε ο ίδιος, ακολούθησε τα όνειρα των αλλων σαν δικα του. Κατι του φωναζε μεσα του οτι τα ονειρα του δεν ηταν δικα του αλλα δεν μπορούσε να καταλάβει τις φωνές που ακουγε. Εφυγε η μιση του ζωη να ακολουθει την πορεια μιας ξενης ζωης, αγνωστη του.
Καθοταν στην οχθη του ποταμου, το ψαρι ειχε εκπληρωσει το σκοπο του, και αντιλαμβανοταν οτι ενιωθε μια νοσταλγια για την Γερμανια. Γελουσε με τον εαυτο του και γελουσε στην σκεψη της αντιδρασης οσων τον ηξεραν. Ειχε πρηξει ολο τον κοσμο με την αντιπαθεια του για τη Γερμανια. Η γκρινια και τα παραπονα του εγιναν θρυλος. Το ειχε αυτο ο Γκρηκστορης. Οταν ηθελε να πεισει καποιον για την δικη του αποψη τα επιχειρηματα του ηταν αδιαφιλονικητα. Δεν ειχε κανεις την δυνατοτητα να τον αντικοψει. Θα μπορουσε να ηταν δικηγορος, πολιτικος, πωλητης ολκης, συμβουλος για αλλους, δασκαλος, χιλια πραγματα θα μπορουσε να ηταν. Αλλα δεν ηταν τιποτα απο ολα αυτα. Ηταν απλα ο Γκρηκστορης. Ο Γκρηκστορης που του αρεσει να γραφει τα λογοτεχνικα του, που του αρεσει να τρεχει με την φωτογραφικη του τα βουνα και τα λαγκαδια, τις ακτες και τις θαλασσες, τα ηλιοβασιλεματα και τα συννεφα να αποθανατιζει τις στιγμες που τον συγκινουν, με ολες του τις δημιουργιες να μενουν μονον γι αυτον να τα θαυμαζει γιατι σταματησε χρονια να τον ενδιαφέρει αν κάποιος μπορούσε να εκτιμήσει την δουλειά του, τις δημιουργιες του. Σταματησε να πιστευει στην αξια του χρονια τωρα, ηταν πεπεισμενος οτι δεν ειχε καμμια, η αυτοπεποιθηση του στο ναδιρ, γιατι χρονια δεν ηθελε κανεις να τον δει διαφορετικα. Ακομα κι αυτος που εσωσε απο τον βεβαιο θανατο τον παραγνωρισε σαν αχρηστο, αν και αυτο ισως να ηταν και το μονο θετικο εκεινης της ιστοριας: η ελευθερια του.
Επεισε τον εαυτό του ότι το πεπρωμένο του θα αλλαξει αν φυγει απο την χωρα που τον μεγάλωσε στο μεγαλύτερο μέρος της ζωης του. Αλλα δεν ηταν σιγουρος. Ποτε δεν ηταν σιγουρος. Ενα βημα μπροστα τρια πισω. Βολευτηκε στην αφανεια. Στην αφανεια δεν τον ενοχλουσε κανεις, δεν ειχε απαιτησεις γιατι δεν ειχε βαρος και αξια για κανενα. Ηταν το τιποτα. Καποιος που θα γελουσε μαζι του, καποιος που θα τον περιγελουσε πισωπλατα γιατι ηταν γκει, για τους καινουργιους συμπατριωτες του που προσπαθησε να στηριξει στα πρωτα βηματα της ξενητειας τους ηταν μια αναλαμπη κι ενα αστειο. Δεν τον ενοχλουσε ουτε κι αυτο, ηξερε να διαβαζει τον καθενα αστραπιαια και να αναγνωριζει την ποιοτητα του καθενος αλλα δεν εδινε βοηθεια για να αναγωριστει, την εδινε γιατι συμπασχε, ασχετα αν ολοι του στερησαν τον σεβασμο. Ετσι ηταν παντα ο Γκρηκστορης. Εδινε, εδινε σαν μαλακας για να μενει μαλακας.
Καποτε ειχε την αναλαμπη και σταματησε να παιζει τον ρολο του μαλακα. Του βλακα της Γερμανιας, του ηλιθιου των συμπατριωτων του. Πηρε την αποφαση να φυγει, να κυνηγησει την τυχη του αλλου. Δεν πιστευε οτι θα ειχε τυχη αλλου αλλα τον ετρωγε το σαρακι της προσπαθειας. Σε αυτο ηταν καλος. Να προσπαθει. Να προσπαθει να φτασει οσα δεν μπορουσε. Να βρει δουλεια, να κανει λεφτα, να νικησει τς φοβιες του, τους πανικους του, ολα που τον πλακωναν. Δεν τα καταφερνε αλλα προσπαθουσε. Εκανε μεταπτυχιακο στην προσπαθεια. Αν εγγραφε εγχειριδιο για την προσπαθεια θα γινοταν ευαγγελιο, συγγραμα για ολες τις επομενες γενιες. Τον βοηθουσε η αισθηση της αυτοειρωνειας. Δεν του χαριζε καστανα. Τον εκανε να χορευει στο ταψι τον εαυτο του. Και συνεχισε να προσπαθει. Παραγνωρισε ομως το βολεμα. Η ζωη στην αφανεια, στην ανεργια, στο ζεστο του και ανετο σπιτικο τον βόλεψε. Η δουλεια στο μουχλιασμενο μπαρακι της Ποντστρασσε με τα κερδη τον βολεψε, Συχαινοταν μεν τους αλκοολικους της καθε νυχτας και η αφανεια της δουλειας, οι προσβολες και φωνες που επαιρνε απο το δηθεν αφεντικο του του καταρρακωναν την ψυχολογα καθε μερα απο την αρχη αλλα τα υπομενε γιατι ειχε να φροντισει τον εαυτο του και να στηρξει και καπως τον Μαξ, αλλα τον βολευε η μουχλα της αφανειας. Ειχε βρει μια δυσαναλογη ανεση στο να ειναι ενα τιποτα.
Τωρα στην οχθη του ποταμου Λιφυ οι σκεψεις του και αισθηματα του ηταν πιο ανακατεμενα απο ποτε. Φοβοταν. Φοβοταν την αλλαγη σε ολα αυτα. Τωρα επρεπε να δουλεψει επισημα. Κανονικο ωραρριο. Απο το πρωι μεχρι το βραδυ κι οχι απο το βραδυ μεχρι το πρωι. Φοβόταν τα καινούργια αφεντικά, τις απαιτήσεις της καινουργιας δουλειας γιατι δεν ειχε την αυτοπεποιθηση για ολα αυτα. Στην αφανεια δεν ειχε τιποτα να χασει εκτος απο μια χαμενη αξιοπρεπεια. Τωρα δεν ηξερε τι εχει να χασει και φοβοταν το αγνωστο.
Είχε ζήσει πολλά άγνωστα ο Γκρηκστόρης. Τόσα πολλά που τα συχαθηκε. Αλλά είχε την φαντασίωση της καινούργιας χωρας και της καινούργιας αρχής. Χρονια τώρα. Και έκανε τα όνειρα του με τον Μαξ. Ονειρεύτηκαν μαζί μια ζωή μακριά από το χωριό, σε μια άλλη χωρα με καινούργιες ευκαιρίες. Ποιος δεν τα ονειρεύεται αυτά. Όλα φαίνονται εύκολα στα όνειρα. Αλλά οι λεπτομέρειες στα όνειρα λείπουν. Λείπει το σπίτι με τις ανέσεις του, λείπουν οι γνωστοί που έστω κι αν τους έχει βαρεθεί είναι εκεί εφεδρικοί για έναν καφέ, μια άχρηστη κουβέντα, λείπει η ρουτίνα κι η συνήθεια. Αντιλαμβάνεται με την κάθε ωρα που περνά την δύναμη της συνήθειας συνειδητά. Και αντιλαμβάνεται ότι δεν είναι έτοιμος για άλλες θυσίες. Ότι δεν είναι έτοιμος για ηρωισμούς. Νιώθει ότι η εποχή των ηρωισμών πέρασε. Έκανε τις επαναστάσεις του, έζησε τους ηρωισμούς του, ακόμα έκανε κι αυτό που δεν πίστευε ποτέ ότι θα γινόταν δική του πραγματικότητα: παντρεύτηκε τον Μαξ, από τους πρώτους που έκαναν αυτό το βήμα. Ένιωθε πολύ περήφανος γι’ αυτό. Όχι για την γνώμη του κόσμου αλλά για τον Μαξ. Η αγάπη του. Ο Γερμανος του που ήταν σε όλα του ενας μεσογειακος χαρακτήρας, που τον περιέχυνε με αγάπη από τα πρωί μέχρι το βράδυ, με χάδια, με κολλιτσιδικα φιλιά, με αισθήματα ασυγκράτητα έστω κι αν έχουν περάσει πέντε χρονια που έσμιξαν. Ναι ήταν περήφανος για τον Μαξ του.
Ο Μαξ δεν τον ήθελε να υποφέρει, γιατί δεν ήθελε κι ο ίδιος να υποφέρει από την γρίνια του. Αλλά δεν ήθελε κι ο ίδιος να βγει από την άνεση του. Την είχε βρει με τον Γκρηκστόρης. Επλασαν τον κόσμο τους σε μια αρμονία. Τους ήταν πολύ σημαντικο. Ούτε ο ίδιος ήξερε αν ήθελε να χάσει αυτή την ισορροπία για μια εμπειρία που ήταν γεμάτη ηρωισμούς. Αρα ο Μαξ δεν ήταν μεγάλη βοήθεια στην απόφαση του Γκρηκστόρης. Έπρεπε μονος του να βρει την άκρη.
Έπεσε κρυο. Εκανε ένα γρήγορο τσιγάρο, σηκώθηκε και περπάτησε την άχθη του ποταμού Λιφυ. Θα έπαιρνε σε λίγο το λεωφορείο για την ξεθωριασμένη βίλλα που εμενε. Τα προβλήματα του Γκρηκστόρης είχαν πάντα μια αύρα ξεθωριασμένης πολυτέλειας. Κουράστηκε να σκέφτεται. Πήρε το δρόμο του γυρισμού και σκέφτηκε σαν τη Σκαρλετ Ο΄Χαρα ότι αύριο εινα μια καινούργια μέρα. Θα σκέφτοταν αύριο την συνέχεια του χάους. Ο Μαξ τον περίμενε στο Σκαιπ.
Unknownnoreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-10638070466396937302012-07-13T22:42:00.000+02:002013-10-26T13:02:17.223+02:00Η Νέμεσις του αδικημένου εραστή<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjtOuvdCPuSu7pAo3-rkGxGbAimvANYGhHgig6jC2zy3GWdutfOd59ojkGBoi7XQOYTow9LLqzYSw-5NzRkO-NcHhp5i3AZ4HfF8_L0a8-_UAkrdMOZUvwh7khNsp8XVSH9AW_dN24KpUU/s1600/white_roses-188x250.jpg" imageanchor="1" style="clear: right; float: right; margin-bottom: 1em; margin-left: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjtOuvdCPuSu7pAo3-rkGxGbAimvANYGhHgig6jC2zy3GWdutfOd59ojkGBoi7XQOYTow9LLqzYSw-5NzRkO-NcHhp5i3AZ4HfF8_L0a8-_UAkrdMOZUvwh7khNsp8XVSH9AW_dN24KpUU/s320/white_roses-188x250.jpg" width="240" /></a></div>
Τα είκοσι λεπτά είχαν περάσει, περασμένα πια μεσάνυχτα αλλά ο Δεκαέξι Εκατοστά δεν είχε έρθει ακόμα. Βγήκα στο μπαλκόνι να κοιτάξω αν ήταν ήδη έξω και περίμενε τον τρίτο που είχε διευθετήσει για να βρεθούμε όλοι στο σπίτι μου για ένα μενάζ α Τρουά. Ναι, ναι, αυτά τα μενάζ είναι πολύ μες την καθημερινότητα μου τον τελευταίο καιρό. Όπως και ο Δεκαέξι Εκατοστά, που από μια απλή, αστραπιαία περίπτυξη πριν από οκτώ χρόνια εξελίχτηκε σε μια συμπαθητική γνωριμία, μια γνωριμία του κρεβατιού που γι άγνωστο λόγο την κρατούσα όχι γιατί βρισκόμασταν σε τακτικά χρονικά διαστήματα κι ούτε γιατί το κρεββάτι μαζί του ήταν ηφαιστειώδες. Απλά την κρατούσα γιατί τον έβρισκα συμπαθητικό αν και δεν ήθελε ποτέ να κρεβατωθεί μαζί μου μόνος αλλά πάντα σε μενάζ. Αυτό ήταν ότι έπρεπε βέβαια για την αυτοπεποίθηση μου αλλά σαν βλάκας με βούλα διατηρούσα και αυτή την κατάσταση που υπόσκαπτε τον αυτοσεβασμό μου. Με τα χρόνια έμαθε να με συμπαθά όλο περισσότερο, πότε εξαφανιζόταν για μήνες φουλ ερωτευμένος με κάποιον, πότε εμφανιζόταν για κάποιες φορές θέλοντας να εξετάσει την αγοραστική του αξία σαν κρέας, αυτό που παράμενε πάντα σταθερό ήταν η αποφυγή του μενάζ α ντε (έλα ντε, γιατί;) και η η πιο έντονη παρέα. Α, και τα δεκαέξι εκατοστά παρέμεναν επίσης δεκαέξι εκατοστά, ούτε αυτό άλλαξε. Ήμουν βασικά μια σπάνια σταθερά στην ζωή του κι αυτός στην δική μου.<br />
<br />
<a name='more'></a><br />
Τους τελευταίους μήνες η επαφή μας έγινε τυχαία συχνότερη. Δεν κατάλαβα γιατί διάλεξε βασικά εμένα σαν διέξοδο του, μα δέχτηκα αυτή την εξαναγκαστική επιλογή σχετικά ευχάριστα γιατί μου ήταν συμπαθητικός, ευχάριστος τύπος. Ομολογώ δεν ήταν μόνο αυτό: εμφανισιακά ήταν ο Δεκαέξι Εκατοστά ένας Απόλλωνας, ένας πολύ όμορφος άντρας, αν είχε διαλέξει ο Ήλιος έναν γιο θα ήταν σίγουρα αυτός, που τον γνώρισα στα χρόνια της εφηβείας του και που αποδείχτηκε σαν ένα καλό κρασί μιας εξαίσιας σοδειάς, που όσο μεγαλύτερη γινόταν η ηλικία του τόσο θεσπεσιότερη η γεύση του. <br />
<br />
Μου μίλησε σε αυτές τις σχετικά σύντομες συναντήσεις του για τον σύντροφο του, με έπεισε πόσο τον αγαπά, πόσο δεν θέλει να τον χάσει, πως είναι καλό παιδί και αγνό, ήξερε ότι γνώριζα τον σύντροφο του, υπήρξα κι εγώ εραστής του πριν γίνει ο Δεκαέξι Εκατοστά σύντροφος του (μπλέξιμο μπουτιών ως συνήθως). Ο τελευταίος ήταν η αιτία ο μικρός αγνός νεαρός να αποκαλυφθεί στους γονείς του αφού μπήκε εις Κυρίου συνουσία με τον Δεκαέξι Εκατοστά σε σοβαρή βάση. Ήταν η σύζευξη της χρονιάς, ένα όμορφο ζευγάρι, κλασάτο, μοδάτο αλλά μη πολύ γαμάτο. Ο Δεκαέξη Εκατοστέ πνιγόταν σε μια σεξουαλική ανία, πάθαινε ασφυξία να κάνει έρωτα κάθε βράδυ ή κάθε πόσο έπρεπε με το ίδιο πέος στην ίδια σήραγγα. Καλή η αγάπη και ο έρωτας αλλά φτάνει πια φιλέτο, πέφτει βαρεμάρα. <br />
<br />
Έτσι με ξανά αναζήτησε και αρχίσαμε μαζί μια επιδρομή στα πορνοσινεμά όπου αναζητούσαμε μενάζ: μενάζ α ντε, μενάζ α τρουά, μενάζ α μποκού, τις περισσότερες φορές κάναμε βέβαια μενάζ α ριάν και πηγαίναμε με τον πούλλο στο χέρι στο σπίτι. Δεν έβρισκα την κατάσταση ενοχλητική, διασκέδαζα με τον χαβαλέ που γινόταν σ’ αυτά τα μπουρδέλα, με την ανυπομονησία του Δεκαέξι Εκατοστά, την γεμάτη απόγνωση ανυπομονησία να βρεθεί ένα αδέσποτο πέος να του γεμίσει το διψασμένο του στόμα. Αναλογιζόμουν την τιμή της ομορφιάς: όσο όμορφος και να’ ναι ο Απόλλωνας δεν τον απελευθερώνει η ομορφιά του απ’ την ανάγκη που κατακτά κι’ εμένα κι’ εσένα και τον καθένα, και παρ’ όλο που στην αντίληψη μου μπορεί να έχει όποιον θελήσει, τον τιμωρεί για την άπλετη ομορφιά του η ανικανοποίητη δίψα του γι’ αυτό που δεν μπορεί να έχει. Όλοι στο ίδιο καζάνι βράζουμε. Τον κατανόησα, μπορούσα να δω τι έπαιζε στο μυαλό του, πως έβραζε το είναι του για εκείνο το απώτερο, το άφταστο, το ταρακούνημα που όλοι αναζητούμε, που υπήρχε μόνο στην σκέψη του. Το άπιαστο είναι μια δική μας και μόνο δημιουργία.<br />
<br />
Αφού οι επιδρομές στα σινεμά αποδείχτηκαν άκαρπες, τουλάχιστον όσο ήταν αυτός μαζί, άρχισε ο Δεκαέξη Εκατοστά να διοργανώνει τα όργια από το ίντερνετ. Την μέρα της βδομάδας που είχε ελεύθερο ήταν συνέχεια στο ίντερνετ και έψαχνε απεγνωσμένα τον τρίτο και τέταρτο εραστή. Αυτοί ήταν αγνοούμενοι τις περισσότερες φορές, κάποιες φορές βρίσκονταν κάποιοι, συνήθως κι αυτοί σπάνιες σταθερές απ’ το παρελθόν και συναντιόμαστε σε μένα για..... βαθύτερες αναλύσεις. Κι ενώ θα περίμενε κάποιος να είναι ο Δεκαέξι Εκατοστά μια ηφαιστειακή έκρηξη, ήταν κάθε φορά ένα αυγό μελάτο με μάτια γεμάτα απορία να ψάχνουν το λάθος. <br />
<br />
Την τελευταία φορά μείναμε ξαπλωμένοι, αφού είχαν φύγει οι υπόλοιποι, γυμνοί στον καναπέ και μιλήσαμε. Δηλαδή μίλησε. Μου είπε όλα εκείνα που τον απασχολούσαν. Για τον μικρο, για την σεξουαλική ανία, για την αναζήτηση, για τον φόβο μια κρίσης και απώλειας. Η παιδική μου φίλη και μαθήτρια της μάνας μου, η Αλεξία, θα τραγουδούσε στο βάθος ..”κι έχω δίλημμα ααα.. ποιον δρόμο να διαλέξω..”. Αλλά η Αλεξία ήταν στο Λος Άντζελες και ο Δεκαέξι Εκατοστά στον καναπέ μου γυμνός (καλύτερος απ’ την Αλεξία γυμνή στον καναπέ μου), να μου δείχνει ανενόχλητος τα δεκαέξι του εκατοστά και... έκπληξη έκπληξη, να με χαϊδεύει τρυφερά, να περιπλέκει τα δάκτυλα του στα δικά μου, σαν να ήταν αυτονόητο, και να κοιτάζει έντονα, να θέλει να μου πει κάτι έκπληκτος κάτι αλλά να μην το ξεστομίζει γιατί ήταν μάλλον ξαφνιασμένος μ’ αυτό που φώναζαν τα μάτια του αλλά δεν μπορούσε να αρθρώσει.<br />
<br />
Ρίγησα στην άλεκτη επικοινωνία και μου άρεσε που αντιλήφθηκα ότι έστω και μετά από χρόνια με βρήκε φανερά ελκυστικό. Γιες! (παίζει να υποφέρω από οιστριονικό σύνδρομο;)<br />
Δεν το ψάξαμε το θέμα Κάποιες φορές είναι καλύτερη η βεβαιότητα που νιώθεις μέσα σου παρά η πραγματοποίηση της. <br />
Τον προειδοποίησα με βάση την εμπειρία μου ότι οι εξωσυζυγικές του περιπέτειες δεν θα είχαν αίσιο τέλος. Ο μικρός ήταν γαντζωμένος από πάνω του, έφυγε από ένα χρυσό κλουβί μέσα στο οποίο μεγάλωσε και βρήκε τον αψεγάδιαστο πρίγκηπα του παραμυθιού. Η άβυσσος που θα ανοιγόταν κάτω απ τα πόδια του όταν αντιλαμβανόταν την αλήθεια θα ήταν απερίγραπτη. Ο Δεκαέξι εκατοστά το ήξερε αυτό, πρόσεχε αλλά δεν μπορούσε να σταματήσει. Πολλοί την δόξα μίσησαν, το πέος ουδείς.<br />
<br />
Βγήκα στο μπαλκόνι να κοιτάξω, αυτό το γαμημένο το καλοκαίρι ξέχασε να περάσει από την Γερμανία γι’ ακόμα μια φορά, ένας αισθητός σχετικά δροσερός άνεμος έκανε τις φυλλωσιές δίπλα απ’ το μπαλκόνι μου να χορεύουν Ζούμπα. Είδα τον Δεκαέξι Εκατοστά σταθμευμένο στο πεζοδρόμιο, να κάθεται μέσα στο αυτοκίνητο και να μιλά μ’ έναν άγνωστο, μάλλον ο τρίτος του μενάζ. <br />
“Γιατί δεν έρχονται μέσα;” αναρωτήθηκα.<br />
Τους έριξα ένα σφύριγμα. Ο άγνωστος με κοίταξε και με ρώτησε αν μπορώ να βγω έξω να τους συναντήσω.<br />
”Πολύ παράξενος. Δεν το βλέπω το τρίο να βγαίνει σόι”.<br />
Άφησα το καυτό πορνό στην τηλεόραση να τρέχει, έβαλα τα αθλητικά παπούτσια, να μην βγω έξω με τα ροζέ κροκ, ήμουν με την φόρμα κι’ ένα μπλουζάκι που έδειχνε τους ακόμη μια φορά με πολύ ζόρι και πείσμα για να μην, αναπτυσσόμενους μυς μου (έρχεται ξανά καλοκαίρι και είναι η προσπάθεια χι συν μια να αποκτήσω ξανά γράμμωση), πήρα τα κλειδιά και πετάχτηκα έξω.<br />
<br />
Ένιωσα σαν να με κλώτσησε ηλεκτρική κένωση αμέτρητων βολτ. Ο άγνωστος του τρίο είχε μεταμορφωθεί στον σύντροφο του Δεκαέξι Εκατοστά που βρισκόταν στα πρόθυρα μιας κραυγαλέας υστερίας. <br />
Πάγωσα. Όταν με είδε και επιβεβαίωσε ότι ήμουν εγώ, που δεν χρειαζόταν επιβεβαίωση γιατί ο μικρός είχε έρθει μέχρι πριν από ένα χρόνο αρκετές φορές στο κρεββάτι μου άρα θυμόταν πολύ καλά ποιος έμενε εδώ, ανέβασε τις οκτάβες του και άρχισε τις άριες στον Δεκαέξι Εκατοστά που έμεινε στήλη άλατος. Έβλεπα σε λίγο τα φώτα απ’ τα παράθυρα της πολυκατοικίας να ανάβουν και γλάστρες να πετάνε απ τα μπαλκόνια η μπουγέλα η και τα δυό. Προσπάθησα να ηρεμήσω τον μικρό αλλά δεν κρατιόταν με τίποτα.<br />
-Το ήξερα ότι με απαιτούσες. Το ήξερα είχα δίκιο. Πως μπόρεσες να μου το κάνεις αυτό; Στριγγλιές συνόδευαν τον νυκτερινό άνεμο και την ζούμπα των φυλλωσιών. Συμφωνικό έργο στα φόρτε του.<br />
<br />
Ο Δεκαέξι Εκατοστά καθόταν απλά παγωμένος στο αυτοκίνητο και δεν έβγαζε κιχ απ το ξερό του.<br />
-Δεν είναι αυτό που νομίζεις, του είπα. Είναι πολύ πιο αθώα η κατάσταση απ ότι πιστεύεις.<br />
-Όχιιιιιι, δεν είναι, μην τον υποστηρίζεις, ήρθε εδώ να σε βρει για να κάνετε σεξ. Αφού κλείσατε και μαζί μου ραντεβού. <br />
Γύρισε στον Δεκαέξι Εκατοστά.<br />
-Είσαι παλιάνθρωπος. Δεν με θέλεις πια. Εγώ που έχω φτύσει αίμα για σένα<br />
“Πότε πρόλαβε να φτύσει το αίμα, αφού ήταν πάντα μέλι και ροδόσταγμα Πολύ υστερικός τελικά ο μικρός. Ευτυχώς που δεν μου έμεινε τότε. Θεέ μου τι δράμα ζω πάλι;”<br />
<br />
Χρειαζόμουν χρόνο για να δημιουργήσω ένα σχέδιο βήτα, γιατί το άλφα πήγε κατά διαόλου. <br />
Προσπάθησα να ηρεμήσω τον μικρο. Προσπάθησα να τον βαλω στην αγκαλιά μου για να ησυχάσει κάπως και ίσα που γλίτωσα την αδέσποτη που είδα την τελευταία στιγμή να κατεβαίνει απ’ το πουθενά.<br />
Του κράτησα το χέρι και τον ανάγκασα να με κοιτάξει στα μάτια για να δει ότι δεν αστειεύομαι. Με κοίταξε για λίγο, απελευθερώθηκε απότομα και βίαια από το κράτημα μου. Ψιλοησύχασε και δέχτηκε να πάμε όλοι μαζί μέσα στο σπίτι για να μιλήσουμε διακριτικά. Έψαξα το κλειδί μου αλλά είδα ότι είχα όλα τα κλειδιά στην τσέπη μου εκτός απ αυτό της εξώπορτας. <br />
”Αυτό μου έλειπε τώρα”, σκέφτηκα “Δεν έφτανε που βρισκόμαι στην μέση μια κρίσης που δεν με αφορούσε, έμεινα και κλειδωμένος Γάμησε τα”.<br />
<br />
Ευτυχώς είχα αφήσει την πόρτα του μπαλκονιού ανοικτή. Ευτυχώς που ξέχασα το κλειδί μέσα, γιατί το καυτό πορνό έτρεχε στην τηλεόραση απτόητο ενώ την ίδια στιγμή προσπαθούσα να πείσω τον μικρο ότι τα πράγματα δεν ήταν όπως νόμιζε. Τι μπάχαλο. Που είναι ο Θεός την ώρα που τον χρειάζομαι;<br />
Σκαρφάλωσα στο μπαλκόνι, έκλεισα τηλεόραση και άλλες συσκευές, έκρυψα λιπαντικά, προφυλακτικά και πόππερς στο ντουλάπι και βγήκα σαν αθώα περιστέρα απ την εξώπορτα και τους οδήγησα μέσα.<br />
<br />
Γκέι τραγωδία με υπόκρουση συμφωνικής ορχήστρας Πράξη Δεύτερη<br />
Με το που μπήκε μέσα ο μικρός συνέχισε τις άριες.<br />
-Είσαι καθίκι. Ο Γκρηκστόρης μου το είχε πει παλιά να αφήσω τα χέρια από σένα γιατί είσαι πουτάνα. Μου το πες Γκρηστόρης, δεν μου το πες;<br />
Τι ήθελε να το θυμηθεί τώρα αυτό; Άνοιξε πέτρα για να μπω. Ευτυχώς είχα μιλήσει με τον Δεκαέξι Εκατοστά γι αυτό το θέμα, ήταν όμως εκτός τόπου και χρόνου τώρα.<br />
-Δεν είναι έτσι όπως νομίζεις, του είπα. Δώσε του μια ευκαιρία να σου εξηγήσει.<br />
Άριας συνέχεια!<br />
-Τι υπάρχει να μου εξηγήσειιιιι; Αν δεν ήμουν τώρα εγώ εδώ θα πηδιόσαστε. ΆΑαααααααα!<br />
Μακάρι.<br />
-Μα έχεις άδικο. Αντίθετα. Άκουσε με. Ο Δεκαέξι Εκατοστά είναι φίλος μαζί μου εδώ και οκτώ χρόνια, το ξέρεις αυτό δεν είναι κανένα μυστικό. Δεν είμαστε κολλητοί αλλά ξέρεις πολύ καλά ότι κάπου κάπου έρχεται από εδώ και μιλάμε, δεν έχει ούτε αυτός γκέι φίλους (μπααα) ούτε κι εγώ (τίιιποτααα).<br />
Γυρνάω στον Δεκαέξι Εκατοστά και του λέω:<br />
-Θα του πω την αλήθεια. Όσο δύσκολο και να ναι κάποτε πρέπει να αντιμετωπίσει αυτό το θέμα Συμφωνείς να το αναφέρω;<br />
Ο Δεκαέξι Εκατοστά κόκκαλο, με έβλεπε αποσβολωμένος χωρίς να έχει ιδέα τι εννοώ. Τον έβλεπα έντονα θέλοντας να του πω, μην το ανοίξεις άσε εμένα να ξεκαθαρίσω όπως νομίζω εγώ καλύτερα κι ο Θεός βοηθός, που δεν έκανε και πολλά μέχρι τώρα, γιατί αν έκανε, θα’ μαστε τώρα στο φόρτε του μενάζ α τρουά με κάνα θεογκόμενο, θα αγκομαχούσαμε, ο Δεκαέξι Εκατοστά θα ήταν ευχαριστημένος και εγω ικανοποιημένος. Ενώ τώρα γράφω του Γκρηκστόρης την Ιφιγένεια εν Άαχεν, ιδρώνω απ’ το άγχος και προσπαθώ απεγνωσμένα να καταλάβω ποιο θα είναι το γαμημένο ανύπαρκτο σχέδιο βήτα. <br />
Κούνησε το κεφάλι καταφατικά.<br />
<br />
Κι’ άρχισα το σενάριο του σχεδίου βήτα που δεν υπήρχε. Του είπα ότι ο Δεκαέξι Εκατοστά είχε την υποψία ότι τον υποψιάζεται και ότι αυτό τον έπνιγε και απόψε ήταν ένα πείραμα για να δει ότι αυτός ήταν πίσω από το άγνωστο προφίλ του τρίτου (αυτό ήταν αλήθεια..σχεδόν).<br />
<br />
-Δεν το πιστεύω! Αναφιλητά.<br />
Σηκώθηκα και του έφερα χαρτί για τα δάκρυα.<br />
-Πάντα ήθελε να κάνει σεξ και με άλλους. Αλλά εγώ δεν είμαι έτσι. Δεν μπορώ. Όταν είμαι μαζί με κάποιον σε σχέση είμαι απόλυτα μαζί, του άλλοι δεν έχουν θέση σε μένα και σ’ αυτόν.<br />
Έλα! <br />
-Ποτέ δεν τον εμπιστεύτηκα Είχες δίκιο παλιά. <br />
Άντε πάλι! ,<br />
-Δεν του είμαι αρκετός <br />
Σώπα! <br />
-Εγώ γι’ αυτόν έκανα τα πάντα, άφησα τα πάντα, φανερώθηκα στους γονείς μου γι’ αυτόν, άφησα το σπίτι μου και πήγα σ’ αυτόν, είναι για μένα όλη μου η ζωή, θυσίασα την ζωή μου γι αυτόν.<br />
Ρε δράμα! Και τι θυσία! Έφυγε απ’ την βίλα των γονιών του, πήρε τα πράγματα του σε δυο βαλίτσες Λουί Βιτόν, τις έβαλε στην ολοκαίνουργια Ζ4 και πήγε να ζήσει σ’ ένα δυάρι. Ιφιγένεια εν Αυλίδι του Άαχεν!. Αυτό κι’ αν είναι δράμα!<br />
-Αλλά δεν του είμαι αρκετός, θέλει κι’ άλλο.<br />
Εμ χορταίνει κανείς ποτέ απ’ αυτό; Δεν αντέχω άλλο. Άμλετ έκδοση γκέι. Τι δράμα ζω πάλι Ευτυχώς δεν είμαι ο πρωταγωνιστής αλλά μόνο κομπάρσος.<br />
Αναφιλητά συνεχίζουν, τα χαρτιά τελειώνουν, πήγε μια το πρωί και σεξ μπαΐ μπαΐ. <br />
<br />
Του είπα ότι ήρθε πριν λίγες μέρες σε μένα και συζητήσαμε με τις ώρες για την σεξουαλική εναλλαγή που άρχισε να επιθυμεί και ρωτούσε την γνώμη μου πως θα μπορούσε με τον λεπτότερο τρόπο να το συζητήσει μαζί του χωρίς να τον πληγώσει και χωρίς να του δώσει την εντύπωση ότι δεν τον αγαπά πια (αυτό ήταν αλήθεια..σχεδόν).<br />
Του είπα ότι τον αγαπά πάνω απ’ όλα και ότι δεν υπήρχε κανένας μα κανένας λόγος να τον υποψιάζεται (α ρε θειά μακαρίτισσα, άξιος ανιψιός, από σένα κληρονόμησα το θεατριλίκι).<br />
<br />
Ο Δεκαέξι Εκατοστά απόκτησε ξανά χρώμα στο πρόσωπο του, ανάπνευσε ξανά, πήρε φόρα, κοιτάζοντας με με απέραντη ευγνωμοσύνη κι’ άρχισε να κτίζει πάνω στο σχέδιο βήτα.<br />
Ενδυνάμωσε αυτά που είπα εγώ και πέρασε στην επίθεση. Από θύμα ο μικρός άρχισε να βγαίνει ένοχος. Πόσο τον λυπόμουν. Ήξερα όμως ότι δεν ήταν ένας τελειωτικός καυγάς αλλά περισσότερο μια εποικοδομητική κρίση για την σχέση τους κι έτσι δεν είχα ενοχές.<br />
<br />
Τους έβλεπα και τους δυο καθώς μιλούσαν-φώναζαν και κρυφά το απολάμβανα, όχι με χαιρεκακία, το έβρισκα αστείο, να βλέπω δυο πρώην εραστές μου να κάνουν καυγά για πράγματα που κι’ εγώ που θεωρούσα παλιά τραγικά και τώρα επειδή δεν με αφορούσαν απλά δεν με ενοχλούσαν. <br />
Τους συμπαθούσα και τους δυο πολύ, τον Δεκαέξι Εκατοστά περισσότερο λόγο χρονικής διάρκειας και τον μικρο λόγω αθωότητας. Ήταν ένα πολύ όμορφο ζευγάρι και δεν θα χώριζαν εύκολα, αυτό το έβλεπα και το ένιωθα. Τους ζήλεψα λίγο.<br />
<br />
Ο Δεκαέξι Εκατοστά δεν ήξερε ίσως πόσο τυχερός ήταν. Για μένα δεν έκλαψε κανείς έτσι. Ούτε ένιωσε ποτέ κανείς για μένα τέτοια ζήλια, τέτοια αισθήματα απώλειας. Ήταν αξιοζήλευτος ως ένα σημείο.<br />
<br />
Λίγο μετά δήλωσαν και οι δυο εξαντλημένοι. Ο μικρός ήθελε να φύγει αλλά δεν το κουνούσε πριν σηκωθεί ο Δεκαέξι Εκατοστά. Του είπα να μην ανησυχεί, θα μιλούσαμε ακόμα λίγο και μετά θα τον έστελνα στο σπίτι. Ούτε κι εγώ δεν θα με πίστευα. Περίμενε εκεί σαν Γκεστάπο μέχρι να σηκωθεί ο άλλος σαν βρεγμένη γάτα για να πάρουν το δρόμο της επιστροφής.<br />
<br />
Όταν τελικά έφυγαν, ο Δεκαέξι Εκατοστά με πήρε τηλέφωνο να με ευχαριστήσει για τον ασύλληπτο τρόπο που έσωσα την κατάσταση και για την υποστήριξη μου. Ένιωσα ικανοποίηση που το έκανε, φούσκωσε το στήθος μου απ την ικανοποίηση, με γέμισε χαρά, έκανα κάτι καλό. Ένιωσα περήφανος για μένα.<br />
<br />
Του είπα ότι είναι πολύ τυχερός. Τον συμβούλεψα να σβήσει το προφίλ του από το Ρόμεο κι’ ότι από δω και μπρος πορνεία μόνο στα σινεμά και στις σάουνες μαζί μου. Τα υπόλοιπα κομμένα Και συμφώνησε.<br />
Πολλοί την δόξα μίσησαν …<br />
<br />
Σήμερα το πρωί μου έστειλε μήνυμα: Αυτό που έκανες για μένα ψες δεν θα το έκανε κανείς. Σ’ ευχαριστώ πολύ.<br />
<br />
Του έστειλα μια φατσούλα με μια καρδούλα στα χείλη και μια σωστή καρδιά σαν απάντηση μέσα απ το Γουότσαπ.Unknownnoreply@blogger.com4Aachen, Germany50.7753455 6.083886799999959350.6777925 5.9622612999999589 50.8728985 6.20551229999996tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-77307093786907919762012-06-07T20:12:00.002+02:002015-03-06T09:18:46.826+01:00Σαν άνεμος<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEixjrQorajqyK4dXXE9lZRCIxqzFiaZAs4fB5vv0Hb7AuW1HGEyD9b2NakFHeQo6AYDou10yNv243gL0CVwaWqsCZXd2W0DWxITKT9dQLoJzDaJCKz_Jclmmpdo8un25PVXLjWfuBJhjWg/s1600/morning_glory-760x579.jpg" imageanchor="1" style="clear: right; float: right; margin-bottom: 1em; margin-left: 1em;"><img border="0" height="244" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEixjrQorajqyK4dXXE9lZRCIxqzFiaZAs4fB5vv0Hb7AuW1HGEyD9b2NakFHeQo6AYDou10yNv243gL0CVwaWqsCZXd2W0DWxITKT9dQLoJzDaJCKz_Jclmmpdo8un25PVXLjWfuBJhjWg/s320/morning_glory-760x579.jpg" width="320" /></a> Έκανα τρεις εβδομάδες στο νησί όπου ξαναγεννήθηκα. Επέστρεψα πίσω στο χωριό της Γερμανίας χωρίς να έχω συμπτώματα κατάθλιψης η μελαγχολίας η απελπισίας γιατί γέμισα ενέργεια από την αγάπη που έζησα με την οικογένεια μου. Ξέρω ότι διαβάζεται παράλογο να σκέπτομαι καν αυτό το θέμα σαν μη δεδομένο, σαν μη αυτονόητο, όμως οι κακουχίες των τελευταίων χρόνων, τα συσσωρευμένα μέσα στην ψυχή μου ανεπούλωτα τραύματα, που πάντα μου θυμίζουν τα θέματα που δεν κλείνουν, η φυσική απόσταση και απουσία των δυο χρόνων δημιούργησαν μια εντονότερη αίσθηση της μοναξιάς, της απομόνωσης.<br />
<br />
Επέστρεψα πίσω νιώθοντας καλά. Με την άνεση του δεν παν να γαμηθούν όλοι κι όλα. Έχω δυο ανθρώπους που πεθαίνουν για μένα κι είναι αρκετό. Στο κάτω κάτω αν δεν αντέξω άλλο εδώ τα μαζεύω και φεύγω. Χωρίς πλάνο. Απλά φεύγω και χέστηκα για όλα.<br />
<br />
Δυο μέρες μετά την επιστροφή πήρα μήνυμα απ’ τον ισπανό εραστή. Τέσσερις μέρες μετά βρεθήκαμε για τον όπως φάνηκε αργότερα επίσημο αποχαιρετισμό. Περισσότερα στην συνεχεία της ανάρτησης El amante espagnol. Τέσσερις μέρες και δυο ώρες μετά έπεσα ξανά στην κατάθλιψη, για τα γιατί που δεν μπορούσα να απαντήσω. Φακ! Δεν ήθελα να αφήσω τον εαυτό μου να υποφέρει ξανά. Είχα κουραστεί από την δίνη θλίψης, δεν ήθελα να αφήσω τις όμορφες αναμνήσεις και την δύναμη που μάζεψα στο νησί να σβήσουν για έναν άπιαστο ισπανό εραστή. Όμως η απογοήτευση ήταν εντονότερη από την επιθυμία να μείνω σε ισορροπία. Η κατάθλιψη με ξανακυρίευσε. Τίποτα δεν είχε ξανά σημασία, όλα σβήστηκαν με την απόρριψη του ισπανού. Ήθελα πάλι να σταματήσω να ζω, τίποτε δεν ήταν πια σημαντικό, κανένα σκοπό δεν είχε ζωή. Αυτό έβλεπα με την είσοδο της κατάθλιψης ξανά: ένα κενό. <span class="fullpost"> Τούτη τη φορά όμως, ίσως γιατί ήταν και πλήρωμα του χρόνου πιθανότερα, δεν διήρκεσε πολύ: δυο τρία εικοσιτετράωρα και πέρασε. Όχι απότομα και ξαφνικά, άρχισε να φεύγει σταθερά, μου πηρε μια εβδομάδα και κάτι μέχρι να φύγουν όλα τα αρνητικά συναισθήματα. Ξαναβρήκα την ενέργεια μου και σχεδόν όλη την ζωντάνια μου και συνέχισα τα καθημερινά. Έγινα πιο ήσυχος, πιο ήρεμος, δεν αναζητούσα την περιπέτεια κάθε μέρα, δεν την αναζητούσα καθόλου. <br /><a name='more'></a><br />
<br />
Αντιλήφτηκα ότι με κούρασε το γκέι ψάξιμο, άρχισε η επικρατούσα νοοτροπία των γκέι να μου προκαλεί αηδία. Ίσως ενδόμυχα να προκαλούσα εγώ σ΄εμενα την αηδία, γιατί κάθε φορά πέφτω σε ιδιάζουσες περιπτώσεις: μπαη κρυφός, μπαη ευέλικτος, μπαη που δεν πάει μετά έρχεται η άλλη κατηγορία, αυτοί που είναι κακοποιημένοι συναισθηματικά από το σπίτι και εκδικούνται με την πουστιά όλους τους εφήμερους εραστές γιατί δεν μπορούν να κτυπήσουν τον γάιδαρο, μετά έρχονται οι τραυματισμένοι από προηγούμενες σχέσεις και αναζητούν ένα εφήμερο βάλσαμο για να ακολουθούσουν αυτοί που ερωτεύονται τις φωτογραφίες και αναζητούν μόνο φέτες και σιδερένιους μυς. Έλεος! Σε ποιον κόσμο καταδικάστηκα να θέλω να γαμιεμαι; Αναρωτιέμαι αν είναι ολωσδιόλου δυνατόν άνθρωποι με τόσο κατεστραμμένες ψυχές να έχουν την ικανότητα της ετοιμότητας να αγαπήσουν έναν άλλον. <br />
<br />
Πέντε χρόνια πριν συνάντησα πρώτη φορά έναν τότε εικοσάχρονο στο γυμναστήριο. Ένιωσα αστραπιαία έλξη από την εμφάνιση του. Δεν μπόρεσα ποτέ να τον πλησιάσω ερωτικά, είχε μια σχέση με τον μπαμπά του. Δεν κατάλαβα ποτέ την βάση εκείνης της σχέσης, τουλάχιστον δεν είχε εμφανή λόγο ύπαρξης για την κατανόηση μου, προ πάντων γιατί ήξερα τον ντάντυ του μικρού: άσχετος και ανιαρός σαν άνθρωπος και εραστής (κάτι ξέρει ο Γκρηκστόρης...). <br />
<br />
Με συνδετικό κρίκο το γυμναστήριο ανταλλάσαμε σε αυτό αναγκαστικά αραιά και που ένα γεια, κάποτε και μια κουβέντα παραπάνω αν τύχαινε να είμαστε μαζί στην σάουνα. Μου ήταν πολύ συμπαθητικός μα και μυστήριος, κάτι έβαζε κάποιον συναγερμό σε λειτουργιά μέσα μου, χωρίς όμως να του δίνω ιδιαίτερο βάρος γιατί δεν υπήρχε πιθανότητα για περαιτέρω. Όλα αυτά σε πέντε χρόνια που βρεθήκαμε ίσως δέκα φορές τυχαία στο γυμναστήριο κι άλλες δέκα ίσως στην γκέι πύλη στο δίκτυο. <br />
<br />
Λίγους μήνες πριν άρχισε μια εντονότερη επαφή περισσότερο στον Αλεστήρα. Δεν προχωρούσε περισσότερο η επαφή από λίγες κουβέντες κι είχε κι ένα επαναλαμβανόμενο τέλος: μετά από κάποια λεπτά συζήτησης με άφηνε σύξυλο χωρις απάντηση. Κι’ αυτό μια συνηθισμένη κατάσταση απ’ το δίκτυο, με εκνεύριζε μεν αλλά δεν μπορούσα να κάνω και τίποτε δε.<br />
<br />
Πριν δυο εβδομάδες ξαναμιλήσαμε στο δίκτυο. Άρχισε την συζήτηση αυτός και με ρώτησε λίγα λεπτά μετά αν ήθελα να περάσει από μένα για ένα γρήγορο. Τι είχα να χάσω; Δέχτηκα, ανταλλάξαμε στοιχεία και τον περίμενα. Είκοσι λεπτά αργότερα κτύπησε το κουδούνι της πόρτας.<br />
<br />
Είχε να τον δω καιρό και ξέχασα ποσό όμορφος κι’ ελκυστικός είναι. Άφησε το σκούρο του μαλλί να μεγαλώσει (έχω αδυναμία στις χαίτες) κι έτσι όπως στεκόταν στην εξώπορτα περιμένοντας, φορώντας το σοφιστικέ γυαλί του με την βερμούδα δείχνοντας τα τριχωτά του πόδια τον βρήκα ξανά πολύ ελκυστικό καθώς παρατήρησα το πως μεγάλωσε κι αντρείεψε. <br />
Μπήκε μέσα με αέρα άνεσης, κυριαρχίας, πολύ σίγουρος για τον εαυτό του. Τον ζήλεψα γιατί θα ήθελα να είχα κι εγώ ενδόμυχη αυτή την σιγουριά για μένα, αυτό το αίσθημα κυριαρχίας. Ίσως αυτό να είναι το μυστικό μιας καλής σχέσης: η ενισχυμένη αυτοπεποίθηση.<br />
<br />
Κάθισε στον καναπέ διπλα μου, μιλήσαμε για λίγο σπάζοντας τον πάγο, ξαναγνωριστήκαμε αφού δεν είχαμε ποτέ την κατάλληλη ευκαιρία. Τον ρώτησα αν ήθελε να καπνίσουμε ένα τζοιντ κι ενθουσιάστηκε. Καπνίσαμε μισό τσιγάρο και αρχίσαμε το φασωμα. Με ανείπωτη ενέργεια (α ρε τσιγαριλίκι) παθιασμένα κι έντονα, τυλιχτήκαν τα κορμιά μας σε μια μάχη. Κράτησε αυτή η μάχη ένα δίωρο, γεμάτη αγκομαχητά και κραυγές, ξέχασα ότι μπορούσα να παίξω και τον ρολό του κυρίαρχου εραστή. Τον είχα κατακτήσει κάνοντας τον να κραυγάζει από πόθο, αυτό με έκανε να τον απολαμβάνω ακόμα περισσότερο, μου ήταν σημαντικό να τον βλέπω να ικανοποιείται, με τα δυνατά του αγκομαχητά να ολοκληρώνουν την εικόνα της απρόσμενης ηδονής που ζούσα.<br />
Στις δυο ώρες παρέδωσα τα όπλα, εντελώς εξαντλημένος, καταϊδρωμένος, λαχανιασμένος και ξαφνιασμένος από την ένταση της συνάντησης. <br />
<br />
Με κοίταξε κι αυτός εξαντλημένος, μ’ ένα πλατύ χαμόγελο: -Δεν το περίμενα αυτό, είπε -Ούτε κι’ εγώ -Ήσουν φανταστικός. Φοινιτζιά εγώ. </span><br />
<span class="fullpost">-Κι’ εσύ.</span><br />
<span class="fullpost"> Έπεσε έντονο φίλημα, έπεσε στο στήθος μου, αγκαλιάζοντας με και του φιλούσα τρυφερά το κεφάλι χαϊδεύοντας τον. </span><br />
<span class="fullpost">-Βλέπεις κάποιον στο άσχετο και δεν ξέρεις πως είναι, δημιουργείς μια εικόνα που ίσως να μην είναι αντικειμενική και μετά τον γνωρίζεις και ξαφνιάζεσαι ποσό κοντά σου μπορεί να είναι αυτός ο άνθρωπος. Έτσι είναι με σένα σήμερα. Σε βλέπω τόσο καιρό στο γυμναστήριο και είχα μια διαφορετική εικόνα για σένα. Και τώρα σε ζω και...Θέλω να σε ξαναδώ. Νιώθω πολύ κοντά σου. Με ταρακούνησες. </span><br />
<span class="fullpost">-Κι’ εγώ θέλω να σε ξαναδώ, είπα. </span><br />
<span class="fullpost"><br />
</span><br />
<span class="fullpost">Είπαμε διάφορα. Μου μίλησε λίγο για την σχέση του με τον νταντυ, ανάφερε ότι τον Φεβρουάριο που πέρασε έκανε μια απόπειρα αυτοκτονίας από την απελπισία του μετά το τέλος της σχέσης του. Αντί να παίξει μόνο συναγερμός μέσα μου αναπτύχτηκε και μια συγκίνηση μαζί με ένα ίχνος συναγερμού, ελαφριάς ανησυχίας που έδιωξα απ την σκέψη μου αστραπιαία. </span><br />
<span class="fullpost">-Νιώθω ότι μπορώ να αρχίσω κάτι μαζί σου, θα ήθελα να σε ξαναδώ αλήθεια, αν το θες κι εσύ. </span><br />
<span class="fullpost">-<i>Ε είπαμεν το.</i> Ναι κι’ εγω το ιδιο, γιατί όχι; <br />
<br />
Συνεχίσαμε το αγκάλιασμα και τις τρυφερότητες γι αρκετή ώρα. Ανάψαμε ξανά και κτυπήσαμε ένα δεύτερο γύρο έξαρσης. Φτάνοντας στο τέλος των δυνάμεων μας τελειώσαμε εξαντλημένοι. Τον ρώτησα αν ήθελε να μείνει κοντά μου το βράδυ και απάντησε αμέσως ναι. Ουαο, ειπε ναι. Δεν κοιμηθηκε ποτε κανενας στο σπιτι μου απο τον καιρο που χωρισα με τον Σσιατς. Ηταν το απορθητο μου φρουριο. Θα κοιμοταν μονο ο καποιος, ο ξεχωριστος. Παρακαλουσα τον ισπανο να κοιμηθει κοντα μου μα δεν το ‘κανε ποτε. Κι’ ο μικρος ολλανδος ειπε αμεσως ναι. Ισως επρεπε να παιξουν μεγαλοι συναγερμοι. Ισως και να ‘πρεπε να χαρω γιατι καποιος αρχιδ να νιωθει κατι για μενα περαν της καυλας. Ετσι χαρηκα. Φτεροπετουγησα.<br />
Πήγαμε στο κρεβάτι, έκλεισα το φως, αγκαλιαστήκαμε, αυτός μπροστά μου κι εγώ από πίσω και κοιμηθήκαμε έτσι σφιχταγκαλιασμένοι για τις λίγες ώρες που έμειναν μέχρι να ξημερώσει. <br />
<br />
Δεν έκλεισα πολύ το μάτι, με είχε κατακυριεύσει ένας πανικοενθουσιασμός. Αυτό που δεν μου έδωσε ο ισπανός το βρήκα στον γερμανό απρόσμενα: μια νύκτα μαζί, μ ένα κορμί στην αγκαλιά, σε μια θάλασσα τρυφερότητας, ξεχείλισμα από ερωτα και χάδι, αυτό που ασυνείδητα ήξερα ότι έλειπε απ’ την ζωή μου τόσα χρόνια. Ίσως γι αυτό με πολιόρκησε η κατάθλιψη όταν εξαφανίστηκε ο ισπανός χωρίς μια εξήγηση: γιατί ξύπνησε την ανάγκη μέσα μου, αναζωπυρωσε την φωτια και μετά δεν έμεινε εκεί για να την σβήσει, την άφησε ξύπνια για εβδομάδες ολόκληρες, σαν δήμιος να σκοτώνει το θύμα του αργά αργά. <br />
<br />
Ξύπνησα (χωρίς να κοιμηθώ ουσιαστικά), ετοιμάστηκα, τον φίλησα στον ύπνο του και ξύπνησε να με φιλήσει, ξανακοιμήθηκε κι έφυγα για δουλεια, ανάλαφρος σαν σύννεφο. <br />
<br />
Λίγες ώρες μετά έφτασαν τα μηνύματα σαν βροχή, μηνύματα που ξεχείλιζαν από ενθουσιασμό, από ερωτα, από ίχνη αρχής μιας πιθανής αγάπης. Δεν κρατιόμουν, έλαμπα, από μέσα από έξω από παντού. Ήταν αλήθεια ότι μου συνέβαινε; Ήταν δυνατόν;<br />
-Γκρηκστόρης κρατήσου, ανάλυσε γιατί νιώθεις έτσι, θυμίσουν τα σκατα που έγινες με τον ισπανό και φρέναρε, μην κάνεις ξανά την ίδια μαλάκια. </span><br />
<span class="fullpost">-Καλά, καλά, θα είμαι συγκρατημένος. Στο κάτω κάτω ήταν μόνο μια νύκτα, με τσιγάρο και πολύ σεξ. Όλα βαρβιτουρικές ουσίες που δημιουργούν ψευδαισθήσεις, τι νομίζεις είμαι άπειρο παιδί να μην μπορώ να δω τις αίτιες; </span><br />
<span class="fullpost">-Ναι είσαι. </span><br />
<span class="fullpost">-Προσέχω μην ανησυχείς. </span><br />
<span class="fullpost">-Ανησυχώ. </span><br />
<span class="fullpost">-Σκάσε. <br />
<br />
Την ίδια μέρα δεν μπορούσαμε να συναντηθούμε ξανά. Τα μηνύματα έπεφταν μέχρι το βράδυ βροχή. Τέτοιον αμοιβαίο ενθουσιασμό έκανα χρόνια να τον ζήσω. Δεν ξέρω αν ήμουν αυθεντικά ενθουσιασμένος η αν ενθουσιάστηκα απλά με τον ενθουσιασμό του μικρού. Όποιος ο λόγος ήταν ένα αίσθημα φανταστικό.<br />
Την επομένη το βράδυ ήρθε. Είχα ετοιμάσει σαλάτα με φρέσκο σπανάκι, κατσικίσιο τυρί, σέλινο, καρύδια και μια βινεγκρέτ με γιαούρτι, μουστάρδα, καρυδέλαιο και λεμόνι. Μπήκε μέσα, γδυθήκαμε στον διάδρομο, κάναμε παθιασμένο έρωτα στον καναπέ, φάγαμε και ξαπλώσαμε για τηλεόραση. <br />
Αφού ξεκουραστήκαμε για λίγο, τον σήκωσα να πάμε για ένα ποτό, στην Τανγκέντε. Ήθελα να κάνω μια δειλή εμφάνιση δημόσια μαζί του, να τον ζήσω σ’ ένα άλλο περιβάλλον. Τον έβλεπα και δεν τον χόρταινα, ήταν ένα πολύ όμορφο αγόρι. </span><br />
<span class="fullpost"><br />
Φτάσαμε στην Τανγκέντε μέσα σε δέκα λεπτά. Ήταν ήρεμα παρόλο που η βραδιά ήταν πολύ καλοκαιρινή. Καθίσαμε σ’ ένα μικρό τραπέζι και παραγείλλαμε κοκτέιλ. Μου μίλησε για την ζωή του, για την μάνα του που δεν τον ήθελε και δεν του έδειξε ποτέ αγάπη, για τον πατέρα του που δεν είχε πολλές σχέσεις, για τους ψυχολόγους που τον τραβούσε η μάνα του γιατί ήταν απομονωμένος, για την απόδραση του απ το σπίτι στα δεκαπέντε του, για την πρώτη του σχέση που έτρωγε ξύλο, για την δεύτερη που τον παραγνώριζε και τον απομόνωνε ο γκόμενος. Για την απόπειρα αυτοκτονίας, την μοναξιά, το αποτυχημένο σχολείο, το θέατρο που παίζει τώρα και την επιθυμία του να γίνει ηθοποιός.<br />
Κρατουσαμε χερια ολη την ωρα και τωρα αρχισαμε τα φιλια, οχι τα παθιασμενα, αλλα φιλια αισθηματων, αγαπης, ερωτα.<br />
<br />
Με ρώτησε λίγο για μένα. Του είπα λίγο για τον Σσιάτς, το αλκοόλ, την λαίλαπα, τις απόπειρες αυτοκτονίας, τα ψυχιατρεία. Οχι σε πολυ βαθος, ισα ισα για να του δειξω οτι εχω μια σχεση με τα θεματα του, να τον κανω νιωσει ανετος, προστατευμενος. Στο κατω κατω δεν ξεγυμνωνεις την ψυχη σου χωρις να περιμενεις ανταποκριση. <br />
<br />
Μου είπε για την χαρά του που με γνώρισε και για την επιθυμία του να προσπαθήσουμε να μείνουμε μαζί γιατί η χημεία μας είναι δυνατή. Μιλήσαμε για μας. Είπα ότι αν θα γινόταν κάτι τότε θα επιθυμούσα μια κλειστή σχέση, χωρίς άλλους εραστές, χωρίς παράδοση όπλων με την πρώτη δυσκολία. Η όλα η τίποτα. Με φίλησε ξανα δημόσια στο στόμα και μου είπε ότι αυτό τον σκλάβωσε. <br />
<br />
Τα κοκτέιλ έφευγαν σαν αστραπή. Ήπια δυο, ήπιε πέντε. Δεν του έδωσα σημασία τότε. Κάναμε τα καλαμπούρια μας με τα γκαρσόνια, πληρώσαμε και πήγαμε στο σπίτι.<br />
<br />
Ξανακάναμε έρωτα δυο φορές. Κοιμηθήκαμε ξανά αγκαλιασμένοι σαν σαρδέλες. Ήμουν εξαντλημένος πάλι αλλά τώρα ένιωθα τον αυθεντικό ενθουσιασμό. Αναρωτιόμουν αν ήταν το αληθινό, αυτό που συμπλήρωνε τη ζωή μου τώρα. Μ’ άρεσε ο μικρός, είχε τα κουσούρια του αλλά ήταν γλυκός, ευάλωτος. Ορκιζόταν ότι ήταν ο πιστός τύπος συντρόφου. Τον είχα αγκαλιά κι ήταν όμορφο το συναίσθημα να είμαι πάλι σημαντικός για έναν ξένο και κάποιος να θέλει να είναι σημαντικός για μένα.<br />
<br />
Ηρθε η παρασκευή. Δεν ήταν καλή μέρα και φάνηκε κατά την εξέλιξη της. Είχα συγκρούσεις στην δουλειά, απ’ αυτές που δεν μπορώ να αντεπεξέλθω γιατί μου είναι δύσκολο, δεν ξέρω πως να αντιμετωπίσω διανοητικά μειονεκτικούς που έχουν δύναμη στα χέρια τους, μου βγαίνει μια φούρια, μια ανεξέλεγκτη αγανάκτηση. Έφτασα κουρασμένος και στρεσαρισμένος απ’ την δουλειά, είχα πάει γυμναστήριο, είχα πόνους στους μυς και βασικά είχα μπει στην περίοδο μου. Είχε έρθει με κάποια ποτά πάνω κάνοντας ήδη ένα τσιγάρο. Τον είχε πιάσει γλωσσοδιάρροια. Με είχε πρήξει για τις γάτες του. Με φιλούσε, με αγκάλιαζε συνέχεια. Δεν κάναμε έρωτα εκείνη τη στιγμή γιατί ήμουν πτώμα. Φάγαμε λίγο και βγήκαμε πάλι. Ανυπομονούσα να τον παρουσιάσω στους γνωστούς μου στην Τανγκέντε και στον προς το παρών κολλητό μου Γερμανό.<br />
<br />
Ήταν πολύ ομιλητικός μαζί τους, έκανε καλή εντύπωση. Αρχικά. Το ποτό έφευγε σαν ποτάμι. <br />
Οταν κατέφθασε ο κολλητός μου ήταν ήδη άπιαστος. Του είχε βγει όλο μα όλο το γκειλίκι στην επιφάνεια, ήταν σαν μια μπαλαρίνα, μια πεταλούδα που καθόταν μια εδώ μια εκεί, με καχεκτικές κινήσεις, κοινωνικότατος, ομιλητικότατος, πολύ περισσότερο απ’ ότι ίσως να έπρεπε Άρχισε να γίνεται ενοχλητικός σε όλους. Τους χούφτωνε παντού. Τους έλεγε ότι ήταν όλοι γκέι αλλα δεν το είχαν καταλάβει ακόμα. Άρχισε να συμπεριφέρεται με τα στοιχεία της κλασσικής γκέι συμπεριφοράς που απωθεί ακόμα και τους υπέρμαχους μας. Ο κολλητός μου άντεξε δεν άντεξε μια ώρα, τα μάζεψε κι έφυγε Κι εγώ ίσως το ίδιο θα έκανα. Άρχισαν να δυσφορούν μέχρι και που μου είπαν να τον μαζέψω.<br />
<br />
Τον μάζεψα για λίγο και του είπα να πάμε σπίτι. Δεν ήθελε με τίποτα. Με παρακάλεσε να πάμε παρακάτω αλλά δεν μπορούσα. Νομίζω μου ξύπνησε τις εικόνες από την εποχή του Σσιατς. Πανομοιότυπος στην συμπεριφορά όταν ήταν πιωμένος. Εκεί στο ίδιο τραπέζι ήταν μια άγνωστη ξανθιά πουτάνα που έχυνε λάδι στην φωτιά: Μη μιλάς μαλάκω, δεν ξέρεις που ανακατεύεσαι, σκατόμουνο. Τον έπεισε να συνεχίσουν μαζί παρακάτω. <br />
<br />
Συμφωνήσαμε να πάμε σπίτι, να του δώσω ένα κλειδί για να μπορέσει να μπει, λίγα λεφτά γιατί ξέμεινε και με την υπόσχεση να μην κάνει καθόλου θόρυβο όταν έρθει, φιληθήκαμε κι έφυγε.<br />
<br />
Ξύπνησα το μεσημέρι και δεν τον βρήκα εκεί. Ούτε τα πράγματα του. Το κλειδί ήταν πάνω στο τραπέζι. Τα ειδικά τσιγάρα από το ντουλάπι είχαν κάνει φτερά. Δεν ήξερα τι είχε συμβεί. <br />
<br />
Τον έψαχνα για δυο μέρες. Έστειλα χίλια μηνύματα. Αλλά τόσα τηλέφωνα έμειναν αναπάντητα. Στεναχωριόμουν πολύ. Δεν το πίστευα ότι μου συμβαίνω αυτό το πράγμα. Έβρισκα χίλιους λόγους να τον δικαιολογήσω. Ίσως να ‘μουν πολύ ψυχρός, πολύ απόμακρος. Μα ήμουν κουρασμένος. Θα ‘ναι λίγο θυμωμένος και θα του περάσει. <br />
<br />
Το βράδυ της Δευτέρας ήρθε ένα σημείο ζωής: ένα μήνυμα, λέγοντας μου ότι τον είχα χαρακτηρίσει σκατοαδελφή στους φίλους μου, ότι είπα στο γκαρσόνι να μην του δίνει άλλο ποτό, ότι δεν χρειαζόταν τέτοια αστυνόμευση Έπαθα την πλάκα μου. Προσπάθησα να του εξηγήσω ότι δεν υπάρχει καμιά αλήθεια σ’ αυτά που μου έγραφε. Και μου απάντησε ότι τώρα δεν υπάρχει σημασία γιατί έχει καινούργιο γκόμενο με τον όποιο ζει την τέλεια σύζευξη. <br />
<br />
Στεναχωρήθηκα πολύ. Σε ελάχιστο χρόνο πέρασαν οι τρεις μέρες που ζήσαμε μαζί και τα τρία εκατομμύρια μηνύματα που ανταλλάξαμε, οι τόσες άδειες υποσχέσεις.<br />
Έπαθα ένα ψυχικό μπαφ. Δεν πίστευα ότι ζούσα αυτό το πράγμα. <br />
Συνειδητοποίησα ξανά ότι είμαι πολύ άπειρος στις συναισθηματικές περιπέτειες, πολύ αφελής, πολύ ευκολόπιστος, πολύ μαλάκας. Ρε γαμώτο, δεν ξεγυμνώνεις την ψυχή σου μαζί με το κορμί σου στην αναζήτηση λίγης τρυφερότητας κι αγάπης για να γαμήσεις τον άλλο όταν βαρεθείς. Τελικά ποιος θα μου μάθει εμένα να είμαι μαλάκας;<br />
<br />
Είχα πέσει κάπως πολύ για δυο τρεις μέρες αλλά σαν θαύμα και απρόσμενα δεν πέθανα. Ξανασηκώθηκα και συνέχισα να ζω την καθημερινότητα μου εδώ και μια εβδομάδα όπως και πριν απ’ το μικρό, προσπαθώντας να καταλάβω από που μου ήρθε, τι λάθος έχω κάνει ξανά. Αλλά όσο και να σκεφτώ, όσο και να αναλύσω, αυτή φορά ξέρω ότι δεν έκανα ένα τραγικό η μη τραγικό λάθος εκτός του να μην αναγνωρίσω ότι ο μικρός ήταν μια χαμένη υπόθεση. Για αυτόν τον ίδιο και για μένα. Ήρθε κι έφυγε αστραπιαία σαν άνεμος, μαζί με όσα παίρνει ο άνεμος αφήνοντας με να την ψάχνω στ’ απομεινάρια της βραδιάς μέχρι την επομένη τραγωδία. </span>Unknownnoreply@blogger.com3tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-73637512900753373852012-05-31T23:15:00.000+02:002015-03-06T09:19:45.309+01:00Αρραβωνιασμένος Ανέστη<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;">
<a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgEpB5KjZ7mODSrVTP7ZSiENvVZptyY1FQ6l0wpHO59TR-OdeRC2e2T0nR1G2gDjdBA6J_tDzxymyzIGETQW_Lx7AjDYz7Qbg33mMBHd_MbGYef9NZPuOi6nDQrne-xoc3MN2Cxn53aCYg/s1600/dog_day_afternoon-760x557.jpg" imageanchor="1" style="clear: right; float: right; margin-bottom: 1em; margin-left: 1em;"><img border="0" height="234" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgEpB5KjZ7mODSrVTP7ZSiENvVZptyY1FQ6l0wpHO59TR-OdeRC2e2T0nR1G2gDjdBA6J_tDzxymyzIGETQW_Lx7AjDYz7Qbg33mMBHd_MbGYef9NZPuOi6nDQrne-xoc3MN2Cxn53aCYg/s320/dog_day_afternoon-760x557.jpg" width="320" /></a></div>
Πήγα να συναντήσω το δασουδι ανήμερα της Ανάστασης. Τα εθιμοτυπικά κι’ εγώ τα πάμε πολύ καλά. Βασικό να διατηρούνται οι παραδόσεις!<br />
<br />
Δυο χρόνια πέρασαν από την τελευταία φορά που κατέβηκα στο νησί. Όσο και να υπάρχουν οι έντονες αναμνήσεις, το σκαιπ, το φεησταιμ και λοιπά, άλλο είναι να’ χεις την οικογένεια κοντά σου, δίπλα σου, ζωντανούς κι’ άλλο να την βλέπεις στην οθόνη του υπολογιστή. Πέρασαν δυο χρόνια που ήμασταν βυθισμένοι στις δυσκολίες. Τώρα πέρασαν κάπως κι’ αυτό είναι το σημαντικό. Τώρα τα είχαμε καταφέρει να ξαναβρεθούμε. Κι’ από τώρα ελπίζω σε τακτική βάση.<br />
<br /><a name='more'></a><br />
Όταν αντίκρισα το νησί απ’ το αεροπλάνο ένιωσα ένα αναφιλητό να με πνίγει. Ξαφνιάστηκα απ’ την συγκίνηση μου, δεν είχα αντιληφθεί ότι είμαι τόσο συναισθηματικός αβεκ σκουλλία! Εντάξει τα κλασσικά με τον αδελφό μου να με περιμένει, ματσ μουτς κλπ. επίσης συγκινητικά. Αλλά να συγκινηθώ που έβλεπα τον χώρο, την φύση, τους δρόμους, τις πινακίδες, όλα αυτά που καθιστούν το νησί νησί, μου ήταν απρόσμενο. Ο αδελφός μου μιλούσε σε όλη την διαδρομή κι εγώ μεν τον άκουγα αλλά έβλεπα μια αριστερά μια δεξιά, ήθελα να ρουφήξω όσες εικόνες περισσότερο μπορούσα, διψούσα για νησί, στερημένος από ζωή δυο χρόνια ήθελα σε μηδαμινό χρόνο να καλύψω τον χαμένο χρόνο και να βρεθώ στο τώρα. Για μένα ήταν το νησί ανέκαθεν παράδεισος και τώρα, στο λυκόφως της μεγάλης Πέμπτης ο παράδεισος έδειχνε ξανά την επιβεβαίωση της ουσίας του μέσα μου.<br />
<br />
Μεγάλο Σάββατο μετά την ανάσταση η πόλη της Λεμεσού ήταν νεκρή. Υπήρξαν καιροί που η πόλη έσφυζε από ζωή στους δρόμους μετά την ανάσταση. Τώρα μάλλον έγινε ο κόσμος πιο κατανυκτικός, λιτός και θρήσκος.<span class="fullpost">
Είχαμε βγει για κάποια ποτά αλλά το διαλύσαμε γρήγορα αφού όλοι έκλειναν για να Τον αναστήσουν. Έριξε και μια νεροποντή. Πήγε το βράδυ στα άγραφα. Αποφάσισα να κάνω την πρώτη επίσημη στο δασουδι. Με κατέκλεισε η συγκίνηση. Πρώτη φορά μετά από δυο ολόκληρα χρόνια. Πως άντεξα τόσο καιρό χωρίς δασουδι; Πως ήταν δυνατή η επιβίωση μου χωρίς οργασμό τοπικής προέλευσης; Χωρις τοπικο κρεας;<br />
<br />
Άρχισα τον περίπατο στο κλασσικό μονοπάτι, που δεν είχε αλλάξει μορφή, ούτε προς το χειρότερο ούτε προς το καλύτερο. Ο δρόμος προς τον παράδεισο έμενε αναλλοίωτος στον χρόνο, χωρίς μποτοξ και ρεστυλεην.
Ήταν νέκρα. Ούτε ψυχή δεν κυκλοφορούσε. Ησυχία. Ηρεμία. Η εικόνα που απλώθηκε μπροστά μου ήταν πια κλασσική κι’ αυτή: ο κόλπος της Λεμεσού να ξετυλίγεται και να είναι ένα με το άπειρο σκοτάδι της νύκτας ενώ παράλληλα τον φιλούσαν η ακτή, τα φώτα του παραλιακού δρόμου και οι θολοί αντικατοπτρισμοί τους στο ταραγμένο κύμα της μεσόγειου. Εικόνα χιλιοειδωμενη μα πάντα μοναδική σαν ένα στοιχείο αδιαχώρητο πια απ’ την κατάληξη μου στο νησί. Χωρίς αυτή την οπτασία δεν θα μπορούσε να υπάρξει η Λεμεσός στην ανάμνηση μου όπως ζει τώρα.<br />
<br />
Περπατούσα νωχελικά, χωρίς σκοπό νιώθοντας απλά καλά. Απλά ευχαριστημένος. Απλά γεμάτος ευγνωμοσύνη που ήμουν άδω. Σ’ έναν παράδεισο στο μυαλό μου που χρειαζόταν αυτούς τους ήχους, αυτή την εικόνα, αυτές τις μυρωδιές για να υλοποιηθεί, για να είναι πραγματικότητα για μένα.
Είχα αυξήσει τις αισθήσεις μου στο μέγιστο ώστε να μην χάσω ούτε μια στιγμή εμπειρίας. Η εμπειρία με τον ισπανό εραστή είχε αρχίσει να γίνεται μια ανάμνηση παρελθοντική κάνοντας με να νιώθω ανακούφιση μετά από μια τρίμηνη κατάδυση στα άδυτα βαθειάς κι ανεξέλεγκτης κατάθλιψης. Το χρονικό δεν είχε τελειώσει να γράφεται ακόμα αλλά δεν ήθελα να αγγίξω αυτό το μέρος του πυθμένα πριν ήμουν βέβαιος ότι ένιωθα αρκετά δυνατός για να το κάνω.<br />
<br />
Βυθισμένος στις αδέσποτες σκέψεις, στο αγνάντεμα της θάλασσας και των φώτων έφτασα στο μονοπάτι του όρους, εκεί που καταλήγουμε όλοι, στον δικό μας Γολγοθά, για την δική μας σταύρωση (που είναι εικονικά, αν φανταστεί κανείς ότι έχεις τα χεριά ψηλά κι απλωμένα σε δυο δέντρα που σε κάνει να φαίνεσαι σαν Εσταυρωμένος ενώ ταυτόχρονα έχεις κάποιον από πίσω) και είναι και μεταφορικά αν έχεις την ατυχία να πηδηχτείς χωρίς προφυλακτικό μ’ έναν οροθετικό που δεν σε προειδοποιεί, κάτι που είναι πολύ συνηθισμένο πια (πολύ στο μπλακ χιούμορ το γύρισα πάλι).<br />
<br />
Ανέβηκα το λοφακι κι έφτασα στο οροπέδιο αντικρίζοντας το κι αυτό νεκρό. Προφανώς κανένας δεν είχε καύλες το βράδυ της ανάστασης. Έκανα μια δυο περισκοπήσεις βεβαιώνοντας ότι δεν είχε κανένα και πηρά σαν την Λάσκαρη τον δρόμο του κατήφορου.
<br />
Αναγνώρισα μια σκιά πίσω από μια ακακία με καπελάκι του μπέιζμπολ. “Σώθηκε το βράδυ” σκέφτηκα. “Πέος εν όψη”. Ισσιαλαχ!<br />
<br />
Τον πλησίασα δειλά (κι αυτό κλασσική μέθοδος, δειλή προσέγγιση). Έμεινε ακίνητος παρόλο που είχα την εντύπωση ότι κουνιόταν σαν εκκρεμές στον άξονα του. Προσπάθησα να αναγνωρίσω τα χαρακτηριστικά του στο σκοτεινό φως κι αυτό που μπόρεσα να αναγνωρίσω ήταν ελκυστικό για την ώρα και τον τόπο. Άγγιξα το στήθος του με την παλάμη μου αφήνοντας την να γλιστρήσει σιγά προς τα κάτω.<br />
-“Αρ γιου ε τουριστ” με ρώτησε.
Αναρωτήθηκα γιατί μίλησε στ’ αγγλικά. Η παλάμη μου είχε φτάσει ήδη στα σκέλια του και τα ψαχούλευε με έντονη περιέργεια νιώθοντας το πάχος ανάμεσα τους. Δεν ξέρω πως μου ‘ρθε αλλά του απάντησα πίσω στ’ αγγλικά ενώ ήμουν σίγουρος ότι ήταν ντόπιος.
-”Γιες αη αμ”.<br />
-”Γουοτς γιουορ νεημ”<br />
-”Αμνεσσιλλοηρεφκε. Εσένα;”<br />
-”Νίκος”<br />
-”Ναης”<br />
Είχε ήδη ανάψει. Του ξεκούμπωσα το Τζην και του κατέβασα το εσώρουχο για να απελευθερώσω ένα έξτρα λαρτζ χοντρό μόριο καθαρό όνειρο. Περιεργαζόμουν με την παλάμη μου το μόριο του καθώς με ρωτούσε:<br />
-”Γουεαρ αρ γιου φρομ;”<br />
-”<i>Που τον γαμοσσιστον.</i> Τζερμανυ. Εντ γιου;”<br />
-”Φρομ Λιμασσολ. Μπατ αη ντοντ γουντ ττου ντου ενηθινκ γουηθ ε συπριοτ χιερ. Ητ ης ναης δατ γιου αρ ε τουριστ."<br />
Ήδη τον έπαιρνα με το στόμα. Αποθέωση. Ανάσταση!<br />
-“Γιου γουοντ το φακ;” τον ρώτησα.<br />
-”Γιες. Μπατ γουηθ ε κοντομ”.<br />
Ε πως θα πηδιόμασταν διαφορετικά ρε φίλε;<br />
-”Σσιουαρ”.<br />
-”Μπηκος αη αμ ενκεητζτ”.<br />
Μπα μπα το πουλάκι μου. Αν δεν ήταν ενγκεητζτ θα το κάναμε χωρις δηλαδή. Χασαμε ακόμα έναν ιό. Φτου!<br />
-”Αη γκετ μαρρητ νεξτ γουηκ”.<br />
Ξανασκέψου το καλέ μου. Τέτοιο πέος είναι κρίμα να χαραμιστεί σε μια αιωνία ανία. Αφού άλλα θες. <br />
<br />
Του φόρεσα το προφυλακτικό, έβαλα το λιπαντικό κι έσκυψα. Και τον έκανα να κλάψει απ’ την ηδονή. Πηδηχτήκαμε άγρια, φιληθήκαμε ακόμα πιο έντονα, έμπαινε μέσα μου με μανία, μ’ αχαλίνωτη δίψα. Τελειώσαμε με σπασμούς ανακουφισμένοι. Κούμπωσε το παντελόνι και πήγε να παντρευτεί. Αφού αναστήθηκε εδώ μαζί μου.
Πηρά τον δρόμο της επιστροφής, ικανοποιημένος. Ακόμα ένας πόθος σβησμένος προσωρινά. Πήγαινα σπίτι να χαρώ την θαλπωρή αυτού που είχα στερηθεί τόσα χρόνια: αγάπης απ’ τους δικούς μου.</span>Unknownnoreply@blogger.com5tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-8811469961350820462012-03-07T19:43:00.003+01:002015-03-06T09:20:23.749+01:00El amante español (2)<div style="text-align: right;"></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhIRthnFLk9PYXj3X95lNLUM-BteZT0bJvhF0drKHDEG2apY4Vzkxbqt7qJVyP8iEOVwvE5sYshFwPYDQP-iLt0vEWRg4JzBd7Zn7Dtm4ZLikyeoFaxVPl7ckyBmWyVNe3dF7rhEAjNUlE/s1600/someone_to_be_loved-187x250.jpg" imageanchor="1" style="clear: right; float: right; margin-bottom: 1em; margin-left: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhIRthnFLk9PYXj3X95lNLUM-BteZT0bJvhF0drKHDEG2apY4Vzkxbqt7qJVyP8iEOVwvE5sYshFwPYDQP-iLt0vEWRg4JzBd7Zn7Dtm4ZLikyeoFaxVPl7ckyBmWyVNe3dF7rhEAjNUlE/s320/someone_to_be_loved-187x250.jpg" width="239" /></a></div>Ακόμα μια καινούργια μέρα Οι ενδορφινες που απελευθερώνονται στο σώμα μετά από την έντονη άσκηση είναι σαν το όπιο, την μορφίνη: Δράση βάθους μα παροδική Ξύπνησα ένα βήμα πιο κοντά στο να συνειδητοποιήσω ότι δεν θα τον ξαναδώ Ξαναμπήκα στο Γκειρομεο να κοιτάξω αν διάβασε το μήνυμα μου. Πάλι ο παλμός ανέβηκε, πάλι ένιωσα μια γροθιά στο στομάχι, το διάβασε αλλά απάντηση δεν ήρθε Η εφαρμογή στο κουνητό μου δείχνει ότι μέχρι σήμερα ανταλλάξαμε τετρακόσια εβδομήντα τρία μηνύματα Γυρνώ πίσω στο χρόνο Νιώθω ακόμα έντονα την γροθιά στο στομάχι, το κεφάλι μου πάει να σπάσει Τι δεν θα ‘κανα να γύριζα πίσω το χρόνο και να πήγαινα πίσω στις μέρες που τον γνώρισα και να τις φυλάκιζα σε μια χρονομηχανή με μια ατέλειωτη επανάληψη, μόνο εκείνες τις μέρες, απ την αρχή στη μέση στο τέλος της κάθε συνάντησης, στο τέλος του κάθε οργασμού, στο τέλος τρυφερότητας και της αγκαλίτσας και του χαδιού και του γέλιου μετά τον οργασμό και μετά ξανά και ξανά και ξανά Μόνο εκείνες τις μέρες Μόνο εκείνες τις μέρες που βρήκα την πηγή του παραδείσου Που πέρασα την πύλη του Ολύμπου και γνώρισα όχι ακόμα έναν Θεό αλλά το όνειρο που έψαχνα ανέκαθεν, την Νιρβάνα.<br /><a name='more'></a><br />
<span class="fullpost"><br />
<br />
Διακόπτω για λίγο την περιδιάβαση στην σκέψη, θέλω να εμποδίσω τα μάτια μου να από την γυαλάδα που πάει να δημιουργηθεί, είπαμε είμαι ξανά στην δουλειά, δεν θέλω να γίνω ρεζίλι γιατί κλαίω για ένα χαμένο πέος.<br />
<br />
Πίσω στο πρώτο βράδυ. Κάποτε τελείωσε το σμολ τοκ, το σχετικό πόθεν έσχες και επήλθε μια σχετική αμηχανία. Με κοίταξε μέσα από τα γυαλιά του, τον κοίταξα, άρχισα να τον βρίσκω γλυκό, άπλωσα το χέρι μου και άγγιξα το τον μηρό του, προχωρώντας πιο πάνω προς το σημαντικότερο σημείο του κάθε άντρα. Παράλληλα ήρθαμε πιο κοντά, φιληθήκαμε, αρχικά δειλά, προσεκτικά, μετά πιο παθιασμένα. Δεν ήταν ο καλύτερος τεχνίτης του φιλιού αλλά δεν ήταν ευκαταφρόνητος. Για μένα πέρα απ το αρκετός. Πλαγιάσαμε ρυθμικά εξερευνώντας τα κορμιά μας πάνω απ τα ρούχα.<br />
<br />
Λίγη ώρα πριν η επικοινωνία μας στα μηνύματα ήταν κάθε άλλο από υποσχόμενη.<br />
-Ξέρεις ισπανικά;<br />
-Λίγο, πολύ λίγο.<br />
-Κι εγώ ξέρω κάποιες λέξεις γαλλικά αλλά δεν γράφω στο προφίλ μου ότι ξέρω γαλλικά.<br />
Φούντωσα. Τι στο διάολο ήθελε και μ’ ενοχλούσε ο οποιοσδήποτε άγνωστος;<br />
-Τι θες;<br />
-Σεξ.<br />
-Ωραία.<br />
-Εσύ;<br />
-Το ίδιο.<br />
-Φωτογραφίες; Σώμα, πρόσωπο, πέος.<br />
-Μετά που θα δω τις δικές σου.<br />
-Γατί πρέπει να δείξω πρώτος εγώ;<br />
-Γιατί έτσι λειτουργώ εγώ. Αν δε θες καλώς.<br />
Έστειλε τις φωτογραφίες του. Έστειλα τις δικές μου. Ρωτά:<br />
-Πότε μπορείς;<br />
-Τώρα, σε λίγο, αργότερα. Έχω χρόνο.<br />
-Λίγο αργότερα. Να κάνω ένα μπάνιο, να φάω κάτι κι έρχομαι. Διεύθυνση;<br />
Του την έδωσα.<br />
-Τηλέφωνο;<br />
Του το έδωσα. Στις οκτώ ήταν σε μένα, έξω απ’ την πόρτα. Ακριβής ο ραντεβού για μεσογειακός. Κι’ αυτό μια πρώτη εντύπωση. Μετά όλοι γινόμαστε τα ίδια σκατά.<br />
<br />
Η εξερεύνηση των κορμιών συνεχίστηκε. Με άγγιξε εκεί κάτω, τον άγγιξα παράλληλα εκεί κάτω. Η αυξανόμενη ταχύτητα στο γδύσιμο φανέρωσε τον αμίλητο ενθουσιασμό, την αμίλητη δίψα που άρχισε αναπάντεχα να γεννιέται μέσα μας. Του έβγαλα με προσοχή τα γυαλιά. Χαμογέλασε. Συνέχισε να με φιλά. Πιο παθιασμένα. Πιο έντονα. Το στόμα μου δεν ήθελε να τον αφήσει να αναπνεύσει καν.<br />
Τον έγδυσα. Με έγδυσε. Τα από πάνω. Τα κάτω τα βγάλαμε μόνοι μας, ήταν πιο γρήγορο. Κάτι μας έκανε αχαλίνωτους. Απελευθερώθηκε το πολύ τριχωτό, σε όρια γοητευτικά κορμί του και η αχαλίνωτη δίψα μου έγινε κανιβαλιστική μανία. Απελευθερώθηκε το άτριχο μου κορμί και το στόμα του έγινε μια μόνιμη βεντούζα στην σάρκα μου. Πλέξαμε τα κορμιά μας με έναν αχαλίνωτο ρυθμό, μια ξέφρενη ταχύτητα. Όπως και να γέρναμε, σε όποια θέση και να βρισκόμαστε τα κορμιά συνέχιζαν να ήταν κολλημένα μεταξύ τους, κανείς δεν ήθελε να αφήσει τον άλλο για καμιά στιγμή χωρίς επαφή, χωρίς το άγγιγμα που δρούσε σαν μαγνήτης ανόριας δύναμης πάνω μας. Τα χείλη του εξερευνουσαν το κορμί μου ολόκληρο. Κανείς δεν το’ χε κάνει μέχρι τώρα. Να θέλει να γευτεί όλο μου το κορμί. Είχε λεπτή σωματική διάπλαση, ήταν πολύ πιο πετί από μένα, χωρίς ιδιαίτερα γυμνασμένους μυς, μια πορσελάνη στα χέρια μου. Τον γύρισα και σχεδόν τον πέταξα ανάσκελα, τον κοίταξα για μια στιγμή θαυμάζοντας το θέαμα που εξελισσόταν μπροστά μου, το μάτια του με έβλεπαν διψασμένα, φώναζαν οπτικά έναν πόθο ακατονόμαστο, το σώμα του με τραβούσε χωρίς αντίσταση χωρίς αυτός να μπορεί να κινηθεί, σαν δίνη σε ωκεανό. Συνέχισα να τον βλέπω, αγκομαχούσε, η αναπνοή μου βαριά, ο ιδρώτας άρχισε δειλά να υγράνει το κορμί μου, δεν ήθελα να χάσω στιγμή απ’ την την στιγμή και ανίκανος πια να σκεφτώ κάθισα πάνω στο κορμί του, σαν αστραπή, αχαλίνωτος, ατρόμητος, ακράτητος, κάθισα πάνω στο σκληρό σαν γρανίτη πέος του και εκείνη την στιγμή όλα τα κομμάτια του παζλ βρήκαν την προκαθορισμένη θέση τους, εκείνη την στιγμή ολοκληρώθηκε το σχέδιο του οποιοδήποτε Θεού ότι ο Κάρλος και ο Γκρηκστόρης ήταν ένα και το αυτό, καθ’ εικόνα και κατ’ ομοίωση τους. Ένιωσα το γρανιτένιο σαν έργο του Μικαλάγγελο πέος του να διεισδύει το είναι μου, εκμηδενίζοντας με οργή κάθε αντίσταση, δημιουργώντας μια πνιγμένη κραυγή ηδονής, πόθου, ευγνωμοσύνης. Έτσι όπως μας γέννησαν οι μάνες μας. Χωρίς σκέψη, χωρίς προγραμματισμό, χωρίς προφυλακτικό, χωρίς σχέδιο για το μέλλον. Τώρα. Εδώ. Μέσα μου. Και μετά μέσα του. Με τις ίδιες προϋποθέσεις. Με κατέκτησε κάνοντας με να παραδοθώ χωρίς αντίσταση και τον κατέκτησα νιώθοντας την ίδια υπεροχή. Μπήκα σ’ ένα στενό μονοπάτι κι’ ένιωσα μιαν ακράτητη ηδονή να περιλούζει το κορμί μου που δεν ξανάνιωσε τέτοια δίψα. Ανταλλάξαμε ρόλους, θέσεις, αγκομαχητά, ιδρώτες μέχρι που η τελική έκρηξη με βρήκε πάνω του. Κοιταχτήκαμε για λίγο παίρνοντας επιτέλους αναπνοή και μετά ένα γέλιο κυριάρχησε τα ιδρωμένα μας πρόσωπα, σφραγίζοντας μια ανεπανάληπτη ικανοποίηση.<br />
Μίλησα πρώτος:<br />
-Αυτό ήταν ουαο!<br />
-Ναι ήταν!<br />
-Μάλλον η χημεία μεταξύ Έλληνα και Ισπανού είναι πολύ καλύτερη από την χημεία με οποιονδήποτε Γερμανό.<br />
-Αυτό πες το ξανά.<br />
Αν και συνήθως ξέρω τις απαντήσεις σ’ αυτό το θέμα, έθεσα την ερώτηση:<br />
-Θες να ξαναβρεθούμε; <br />
Περίμενα το όχι.<br />
-Ναι μα βέβαια.<br />
-...????? Σοβαρά;<br />
-Μα φυσικά. Γιατί όχι; Δεν βλέπω τον λόγο γιατί όχι.<br />
<br />
Στο σμολ τοκ είχε αναφέρει ότι δεν αναζητά τίποτε περισσότερο από σεξ. Του αρέσει το γκέι σεξ αλλά δεν μπορεί να φανταστεί μια σχέση μ’ έναν άντρα, παρά μόνο με μια γυναίκα. Αναρωτήθηκα αν έχει παει ποτέ με γυναίκα. Αλλά τι μ’ ένοιαζε. Τώρα ήταν στην δική μου αγκαλιά.<br />
Αυτή η θεωρία δεν μου ήταν άγνωστη. Πόσες φορές την είχα ακούσει. Δεν τον πήρα στα σοβαρά. Του είπα μια δυο θεωρητικές μαλακίες αλλά δεν ήθελα να εμβαθύνω το θέμα. Δεν ήθελα να ασχοληθώ μ’ έναν μικρο που ακόμα ήταν στο ψάξιμο. Θα έβρισκε το δρόμο του κάποτε. Όλοι τον βρίσκουμε. Όλοι εκτός από μένα, εκτός κι αν τα σκατά που ζω συνέχεια είναι ο δρόμου μου. Τότε τον έχω βρει κι εγώ. <br />
Περίμενα ότι θα ντυνόταν και θα έφευγε, ήταν ήδη δεδομένο ότι θα ξαναβρισκόμασταν. Αλλά όχι, δεν έκανε την παραμικρή κίνηση να φύγει. Έμεινε καθιστός στον καναπέ, έτσι όπως τον γέννησε η μάνα του, γυμνός, έστριβε ένα τσιγάρο. Παρακολουθούσε χωρίς να καταλαβαίνει μια γερμανική εκπομπή. Νερντ. <br />
-Καλά δεν θα φύγει?<br />
-Μάλλον όχι όπως φαίνεται.<br />
-Τι; Θέλει κι άλλο; Έλεος! Θα μου ξανασηκωθει;<br />
-Πως κάνεις έτσι; Αφού πάλι κατάπιες το μπλε χάπι.<br />
-Το χάπι το κατάπια, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα τελειώσω κιόλας. Κι αύριο πρωί δουλεύω. Και μεταξύ μας, δεν είμαι και εικοσιτριών όπως αυτός. Μακάρι στα είκοσι τρία μου να είχα τις ίδιες εμπειρίες όπως αυτός. Αλλά ως γνωστόν στα είκοσι τρία μου ήμουν ακόμα στον λαβύρινθο της αναζήτησης χέρι χέρι με την θλίψη την κολλητή μου.<br />
-Περίμενε να δεις. Παίξε τον οικοδεσπότη.<br />
-Καλά Είμαι περίεργος.<br />
<br />
Τον ρώτησα αν ήθελε να πιει κάτι. Δεν ήθελε. Με ρώτησε περί τίνος ήταν η εκπομπή. Του εξήγησα ότι ήταν ένα ριαλιτη σόου, μια μαλακία και μισή, του εξήγησα το θέμα και αναγνώρισε την ισπανική εκδοχή. Μιλήσαμε λίγο, υποτιμώντας και οι δυο το επίπεδο των ρεαλιτη. Τον ρώτησα για τις σπουδές του. Μια συμπάθεια γεννιόταν μέσα μου. Ήταν σπίρτο ο μικρός. Και γελούσε Ίσως από αμηχανία, ίσως από αυθορμητισμό, αλλά γελούσε, έχοντας και μια αυτο ειρωνεία παράλληλα και συνάμα μια ελκυστική ίσως και ενοχλητική, διακριτική υπεροψία.<br />
Δεν θυμάμαι πότε κάθισα γυμνός με κάποιον μετά το σεξ, μιλώντας για άνεμους και ύδατα. Ποτέ απ’ ότι θυμάμαι. Ποτέ γατί ήταν όλοι του φακ εντ γκοου, γιατί με τον Σσιατς δεν έκανα ποτέ σεξ, γατί με έβλεπα σαν άσχημο, μη ελκυστικό, γατί ένιωθα κόμπλεξ με το σώμα μου. Ποτέ δεν κάθισα με έναν εραστή γυμνός, μιλώντας γι άσχετα. <br />
Τώρα καθόμουν γυμνός δίπλα του και συζητούσα κι ξεπερνώντας τις πρώτες αναστολές διέκρινα μια άνεση στην συμπεριφορά μου.<br />
Δεν ήξερα πως να συμπεριφερθώ. Βρισκόμουν κι’ εγώ σε άγνωστο μονοπάτι τώρα όπως κι’ αυτός καθόταν σ’ έναν άγνωστο καναπέ μ’ έναν άγνωστο Έλληνα. Προσπάθησα να του εξηγήσω την μπασταρδεμενη ύπαρξη μου, πως διάολο λένε την Κύπρο στα ισπανικά, Τσιπρε νομίζω, του το είπα, δεν κατάλαβε και σκέφτηκα να το πω με μια καθιερωμένη πια έκφραση, Σαιπρους τουελβ ποιντς και τότε αναφώνησε ένα αααα. Γελάσαμε ταυτόχρονα, πλησίασε και με φίλησε τρυφερά κι επίμονα. <br />
Ανταποκρίθηκα στο φιλί αγκαλιάζοντας τον κι αγκαλιάζοντας με ταυτόχρονα. Ακολούθησε ένα σφίξιμο των κορμών στην αγκαλιά που ήταν ασυνήθιστο, σπάνιο, ένα αγκάλιασμα που κάνουν δυο άνθρωποι πολυ κοντά ο ένας στον άλλο, δυο άνθρωποι με μια ενδόμυχη εμπιστοσύνη, με άνεση μεταξύ τους, ένα αγκάλιασμα σαν προάγγελος, επιβεβαίωση ενός ανεξήγητου, παράλογου έρωτα. Ξανάρχισε χωρίς πλάνο μια περίπτυξη ξέφρενη, τρελή, δεν χορταινα να τον γεύομαι, δεν χορταινε να με αγγίζει, να μπαίνει, να βγαίνει, να με φιλα, να με χαϊδεύει, τα χείλη του να εξερευνούν την γυμνασμένη μου πλάτη, τις μασχάλες μου, δεν χορταινα την μυρωδιά του αυτήν που μύριζα κι’ αυτή που δεν μύριζα, έγινα ελαστικός και τον αγκάλιαζα σφικτά, ασφυκτικά καθώς ήμουν μπρούμυτα, με την αναπνοή του στον λαιμό μου καθώς με έπνιγε με το αγκάλιασμα του νιώθοντας την σπασμωδικές κινήσεις του κορμιού του στο δικό μου και ήθελα αυτή η στιγμή να γίνει αιωνιότητα, ήταν η αιωνιότητα, ήταν η τελειότητα, η αρχή χωρίς τέλος μια ψυχικής και σωματικής πανδαισίας, αν υπήρχε Θεός, και ήταν δίκαιος δεν θα επέτρεπε ποτέ να κλείσουν οι πόρτες τούτου του παραδείσου, είμαστε αναγεννησιακός πίνακας του El Greco, με την πλαστικότητα των κορμιών χωρίς φωνή να δίνουν έκφραση φωνής και ζωής σε μια ολόκληρη αιωνιότητα. Τον γεύτηκα εκεί που δεν γεύεται κανείς έναν άγνωστο σαν να ήταν το δικό μου κορμί και η γεύση του ήταν οικεία, δική μου, ιδιοκτησία μου, απαγορευμένη στους μη έχοντας εργασία. <br />
Τελειώσαμε σπασμωδικά ημιφωναχτά από την εξάντληση, έχοντας το σώμα του πεταγμενο σαν βρεγμένο κουρέλι πάνω στο δικό μου. Ποτέ δεν είχα κανέναν πάνω στο σώμα μου σ’ αυτή την κατάσταση. Ήταν κι αυτό επίσημη πρώτη. Μείναμε εκεί ασάλευτοι σε μια διάσταση άχρονη. Απλά κοιταζόμασταν μ’ ένα ημιδιακριτικό χαμόγελο τυπωμένο στα πρόσωπα χωρίς λόγια. Συνέχισα να τον γεύομαι, δεν χόρταινα, δεν είχα φάει ποτέ ξανά στη ζωή μου και τούτη η στιγμή ήταν η πρώτη μου επαφή με την βρώση. Μετά από κάποια ώρα σηκωθήκαμε, πήγαμε στο ντους και αρχίσαμε να λέμε μαλακίες γελώντας. Λουστήκαμε με την σειρά με ανοικτή την κουρτίνα του μπάνιου γιατί δεν είχαμε μυστικά, δεν ντρεπόμαστε γι αυτό που είμαστε, μιλώντας και γελώντας. Άγγιξα την Ευτυχία. Έτσι είναι λοιπόν αυτή η πουτάνα η Ευτυχία. Έτσι την φανταζόμουν ασυνείδητα. <br />
Ντύθηκε κι έφυγε μ’ ένα φιλί στο στόμα. Χωρίς υποσχέσεις. Με ένα απλό “μιλάμε”. Κι άρχισα να μετρώ τις ώρες για το πότε θα τον ξαναδώ. <span style="color: red;">(συνεχίζεται...)</span><br />
<br />
</span>Unknownnoreply@blogger.com2tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-44660184355724174382012-03-06T22:26:00.002+01:002015-03-06T09:20:33.096+01:00El amante español<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgpIAhvCmkhpBMMJU1KMnPGXILvWwC8nNAMnTBn_XK9QXUyRxSzep5j9FrnZHD2ew_xXmWD0CqCbBPTpITSUmY7nl8Fp9iVGr9JSN0u-bRhWggDsV4TL-5_Q3P5CDUHk5mRcq6gueTPVzo/s1600/la_casa_rosada-593x801.jpg" imageanchor="1" style="clear: right; float: right; margin-bottom: 1em; margin-left: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgpIAhvCmkhpBMMJU1KMnPGXILvWwC8nNAMnTBn_XK9QXUyRxSzep5j9FrnZHD2ew_xXmWD0CqCbBPTpITSUmY7nl8Fp9iVGr9JSN0u-bRhWggDsV4TL-5_Q3P5CDUHk5mRcq6gueTPVzo/s320/la_casa_rosada-593x801.jpg" width="236" /></a></div>Όταν χώρισα με τον Σσιάτς μπήκα σε μια περίοδο τουλάχιστον παράξενη, σε μια φάση modus vivendi που είχε διάφορες υποφάσεις: απελπισία, θλίψη, μελαγχολία. θυμός, αδιαφορία, ελπίδα, αποφάσεις και αμέτρητες χαρές για φέηκ καινούργιες αρχές, άλλες τόσες αμέτρητες ανώμαλες προσγειώσεις, και σ’ αυτό το διάστημα άλλαξα σπίτι, βρήκα καινούργια δουλειά, έκανα άλλους φίλους, άλλαξα αρκετά (έτσι νόμιζα), πηδήχτηκα με ότι ήταν δυνατόν και είχε δυο πόδια (στα πλαίσια του εφικτού), ερωτεύτηκα φέηκ για να ξε-ερωτευτώ σε χρόνο ντε τε, άρχισα καινούργιες αθλητικές δραστηριότητες, δες kick boxing και MMA για να καταλήξω να κόψω την αχίλλειο φτέρνα και να μείνω ανάπηρος στο σπίτι με μια διαστημική ορθοπεδική μπότα στο πόδι και δεκανίκια για τρεις σχεδόν μήνες, κατέληξα να είμαι ακόμα κουτσός (τόσο ψυχικά, κλάσσικ, όσο και σωματικά), έγινα επίσημα φτωχός αφού κερδίζω κάτω απ’ τα όρια του επίσημου ελάχιστου και έκανα να δω το νησί δυο χρόνια (λόγω φτώχειας). Αλλά λέω γουοτ δε χελ. Είμαι στον τρίτο χρόνο μετά τον χωρισμό και ομολογώ ότι επιτέλους μπήκε ένα τέλος σ’ αυτό το θέμα. Μετά από σχεδόν τρία χρόνια μαραθώνιου δρόμου. Το απόφθεγμα: αν είναι κανείς τόσο ευάλωτος όσο εγώ σ’ αυτά τα θέματα (δες βλήμα) τότε είτε να μη χωρίσει ποτέ είτε να μην αρχίσει ποτέ μια σχέση. Την έβαψε!<br /><a name='more'></a><br />
<span class="fullpost"><br />
Ίσως αυτό που με ρίχνει να’ ναι και η μοναξιά. Ναι έκανα πολλές καινούργιες γνωριμίες, απελευθερώθηκα, τουλάχιστον έτσι νομίζω, από πολλούς εξαναγκασμούς, απολαμβάνω μια ελευθερία και μια ανεξαρτησία αλλά η αυτοπεποίθηση μου πάει κατρακύλα όπως κι’ αρκετές φορές μαζί της κι’ η ελπίδα: Η φράση που διέπει τις σκέψεις μου τώρα είναι ότι όλοι θέλουν να με πηδήξουν αλλά κανείς δεν θέλει να με αγαπήσει. Τραγικό ε; (ναι το’ χω λίγο αυτό το drama queen nature).<br />
<br />
Με τον καινούργιο χρόνο σταμάτησα να χρησιμοποιώ τα δεκανίκια και έβαλα παπούτσι επιτέλους μετά από τόσους μήνες. Το κούτσαμα όμως ήταν ακόμα έντονο και είναι. Η ομαλότητα όμως στα καθημερινά επέστρεψε κατά μεγαλύτερο μέρος.<br />
<br />
Τον γνώρισα ένα βράδυ στο ίντερνετ. Μου έστειλε ένα μήνυμα ξερό στ’ αγγλικά. Του απάντησα στο ίδιο ύφος. Γάμησε τα.. δυσκολεύομαι να αντλήσω από τις αναμνήσεις τα γεγονότα..Δεν τον έχω ξεπεράσει ακόμα.. Κάνω διάλειμμα για κάνα δεκάλεπτο και μετά συνεχίζω …<br />
<br />
Συνεχίζω...<br />
Η επικοινωνία ήταν σπαρτιάτικη. Ισπανός στην καταγωγή, φοιτητής ανταλλαγής εδώ, με το πρόγραμμα Εράσμους. Το ύφος κάπως δήθεν, ελληνοκυπριακής υφής, εγώ είμαι ο κόσμος ούλλος. Η φωτογραφία του καμία σχέση με τα αυτά που μ’ ελκύουν. Παρ’ όλα αυτά συμφωνήσαμε να βρεθούμε. Μια ώρα μετά κτυπούσε το κουδούνι μου. Άνοιξα την πόρτα και είδα κάτι κουκουλωμένο να μπαίνει μέσα στην πολυκατοικία (μένω στο ισόγειο) με γυαλιά που δεν ήταν στην φωτογραφία που είδα. Η πραγματική του εικόνα ήταν απογοητευτική: Κοντούλης, όπως ο Χάρης τότε, γυαλιά στραβάρας (έχω γενικώς αδυναμία στο γυαλί) ακανόνιστο κούρεμα, πολύ αξύριστος, πολύ φοιτητής.<br />
Σκέφτηκα γουοτ δε φακ; Ένα πήδημα είναι, έζησες και χειρότερα. <br />
<br />
Πάλι διάλειμμα...Μεγαλύτερο αυτή τη φορά. Γράφω στην δουλειά αλλά δεν είναι αυτός ο μόνος λόγος. Προσπαθώ να συγκροτήσω τις σκέψεις μου και να κρατήσω και την ψυχραιμία μου, δεν θέλω να καταλάβει κανείς την αληθινή διάθεση μου. Με ρωτούν πολλοί εδώ και κάτι βδομάδες αν είναι όλα καλά με μένα και λέω βέβαια ναι. Καμία διάθεση να εξηγήσω σε οποιονδήποτε οτιδήποτε..Και σε ποιόν άλλωστε;<br />
<br />
Πέρασε μέσα. Τον είδα πιο κοντά. Ευχάριστη όψη με μια δόση καχυποψίας. Λίγο νέρντι. Κάτι είχε συμπαθητικό. Μπήκε στο σαλόνι. Κοίταξε γύρω γι αναγνώριση τοπίου. Είδε τον καναπέ. Έβγαλε το μπουφάν του, τοποθέτησε το σακίδιο του στο πάτωμα, έβγαλε από την τσέπη του το κινητό και περίμενε να του πω να καθίσει.<br />
Με μια απόσταση μεταξύ μας καθίσαμε στον καναπέ. Αρχίσαμε κάπως το πόθεν έσχες. Η προφορά του έντονη ισπανική, τ’ αγγλικά του καλά αλλά χωρίς ροή, έλλειψη εξάσκησης. Είχε έντονη παρουσία παρ’ όλο που ήταν συγκρατημένος, έδινε την εικονική εντύπωση ότι ήταν αδύναμος τύπος αλλά όταν μιλούσε είχε αποφασιστικότητα, σιγουριά, αυτοπεποίθηση. Ναι, ήταν μ’ έναν μετριόφρονα τρόπο λίγο Νάρκισσος. <br />
<br />
Διάλειμμα.. Είναι δύσκολο να βάλω όλες τις λεπτομέρειες για να κρατήσω την αυθεντικότητα της ανάμνησης και εκείνου. Μπαίνω κάθε τόσο με το iPhone στο ίντερνετ να δω αν είναι μέσα. Αυτό κάνω εδώ και τέσσερις βδομάδες. Μπαίνω στο ίντερνετ να τον βρω, άμα δεν τον δω νιώθω ένα παράγωγο της ηρεμίας και γίνεται η νοσταλγία που νιώθω από την απουσία του εντονότερη, η θλίψη εντονότερη και ένα ίχνος διακριτικού βουρκώματος νιώθω να καλύπτει τα μάτια μου. Συνηθισμένος πια σ’ αυτές τις αντιδράσεις μου...<br />
<br />
Φοιτητής της Φυσικής. Από την Βαλένθια της Ισπανίας. Με σπάνιο όνομα: Κάρλος. Ο τρομοκράτης! Κάπου εδώ σταματά η ροή των αναμνήσεων. Πρέπει να κοιτάξω τα σωσμένα μηνύματα από κείνες τις μέρες για να συνεχίσω. Νιώθω να χάνω πάλι την ενέργεια μου. Σταματώ το γράψιμο και το συνεχίζω μετά στο σπίτι.<br />
<br />
Δεν συνέχισα στο σπίτι την ίδια μέρα.. Δεν είχα την δύναμη. Η οποιαδήποτε δύναμη με άφηνε σιγά σιγά μόνο μου. Το σπίτι με πλάκωνε. Ήθελα να’ μαι με κόσμο κι όταν βρίσκομαι με κόσμο αντιλαμβάνομαι ότι μου είναι άχρηστος. Όλη μου η ζωή, οι σκέψεις μου γυρίζουν σε αυτόν. <br />
<br />
Τι αναζητούσα βασικά; Ο μικρός ήταν ξεκαθαρισμένος απ’ την αρχή. Δεν δημιούργησε ψευδαισθήσεις. Ήταν σκληρορεαλιστης. Εγώ είμαι ο βλαχομπαρόκ ρομαντικός.<br />
<br />
Αναζήτησα την μπλοκοκολλητή μου μετά από αιωνιότητες. Της έριξα ένα φεηςμπουκ και ένα σκάιπ. Αλοιφή σε μια αιμορραγία, προσωρινή ανακούφιση. Αλλά με κατάλαβε αμέσως. Την κατάσταση, τις καταιγίδες των συναισθημάτων, το χάος που επεσα, την ταχυπαλμία που νιώθω, τους κρύους ιδρώτες που με περιλούζουν όταν μόνο τον σκέφτομαι. <br />
-Τι έχω πάθει; Γιατί νιώθω έτσι; <br />
-Μα έτσι είναι αυτά πούλλε μου. Είσαι ερωτευμένος. Κι ο αλλος σε κρατά σε κατάσταση αναμονής. Θέλει να’ χει όλες τις πόρτες ανοικτές.<br />
-Έτσι είναι ο έρωτας; Άσε δεν θα πάρω.<br />
<br />
Με ανακούφισε...προσωρινά. Γαϊδουριά εγώ μετά από τόσο καιρό να της μιλήσω γιατί έχω πρόβλημα. Δεν είμαστε όλοι όμως κάπου γαϊδούρια; Αν όχι τότε νιώθω και γι’ αυτό σκατά. Ήταν μια αναζωγονιτικη επαφή, την χάρηκα, με ανέβασε για λίγο. Με πιάνει η άτιμη, με νιώθει, είναι το ίδιο σχεδόν ντου με μένα. Δείξε μου τον φίλο σου…<br />
<br />
Ο ημικρανίες είναι καθημερινές, η αναστάτωση μόνιμη, οι ταχυπαλμίες. Κάθε τρεις και λίγο με το κινητό στο Gayromeo να ελέγξω αν είναι μέσα και να τον πρήξω με δέκα χιλιάδες μηνύματα για εξαναγκάσω μια πολυπόθητη απάντηση που δεν έρχεται ποτέ.<br />
<br />
Ψες μπήκα μέσα στο πορνοσινεμά. Ο αέρας μύριζε μούχλα αναμιγμένη με νικοτίνη, Το φουαγιέ ήταν διαρρυθμισμένο με ράφια γεμάτα από πορνοταινίες όλων των ειδικοτήτων. Μια ξεχασμένη ψυχή <span lang="EL" style="font-size: 11pt; line-height: 115%;"><span style="font-family: inherit;">είχε αναλάβει</span></span> τον ρόλο του ταμία. Έδειξα το δωρεάν εισιτήριο που είχα και πέρασα την πορτα ασφάλειας. Ο διάδρομος πιο σκοτεινός, απέναντι ο πρώτος χώρος του μέσα, χωρισμένος με κρεμασμένες ψευτοδερμάτινες ταινίες, και μέσα έπαιζε πορνό στρέητ. Σιχαμάρα! <br />
Προχώρησα δεξιά για δυο τρία βήματα και μπροστά μου αναπτύχτηκαν οι ατομικές καμπινές άνετες για δυο άτομα. Όλες ανοικτές, σε όλες έπαιζαν γκέι ταινίες. Εξέλιξη!<br />
<br />
Προχώρησα παρακάτω. Ο χώρος έγινε πιο σκοτεινός, το κόκκινο φως ήταν πια κυρίαρχο σε όλο τον χώρο, σύνορα με το σκοτάδι καθώς προχωρούσα πάρα κάτω, σύνορα με το δικό μου μαύρο. Έλεγχα την κάθε καμπίνα και κάθε γωνία, επιφανειακά με ύφος κουλάτο ενώ μέσα μου να μην ξέρω αν θέλω να με αηδιάσω, αν θέλω να ξεράσω η αν κάνω καλά γιατί όλοι το κάνουν. Συνάμα σκαφτόμουν:<br />
-Γκρηστόρης είσαι υποκριτής, δεν είναι και η πρώτη φορά που έρχεσαι στην ζωή σου, το έκανες δεύτερο σπίτι σου το κάθε πορνοσινεμά και την κάθε γκέι σάουνα. Γιατί τώρα θες να σε δεις συντηρητικό και μη μου απτου;<br />
-Ναι αλλά τότε δεν ήμουν σε κατάσταση έρωτα. <br />
-Παπάρια, όποτε ένιωθες απογοήτευση έβρισκες παρηγοριά στο γρήγορο, ανώνυμο γαμήσι. Τώρα σου ήρθε να νιώσεις τύψεις; Που δεν έχεις τίποτα. Μα είσαι χαζός; <br />
-Μην είσαι σκληρός μαζί μου. <br />
-Ε μα αφού είσαι ηλίθιος. <br />
-Κι εκείνος πάει με άλλους. <br />
-Ε κι εσένα που σε κολλά; Εσύ είσαι παρθένος; Η το παράδειγμα της μονογαμίας. Χέσε μας.<br />
-Μα πως μου μιλάς έτσι;<br />
-Σύνερθε ρε. Τι έπαθες; Ήταν ακόμα ένας πούτσος μέσα στα εκατομμύρια που γεύτηκες. Εκεί κόλλησες;<br />
-Μα ήταν κάτι διαφορετικό, ήταν ξεχωριστός.<br />
-Για σένα. Γι εκείνον ήσουν ακόμα ένα νούμερο στα πολλά που θέλει να βιώσει.<br />
-Μα τα σινιάλα που μου αισθάνθηκα έλεγαν αλλά.<br />
-Λάθος κατάλαβες.<br />
<br />
Έδιωξα τις σκέψεις, σταμάτησα τον νοερό μονόλογο, ήθελα οπωσδήποτε να ζήσω κάτι στο πορνοσινεμά, κάτι να ανεβάσει το εγώ μου, την αυτοπεποίθηση που έτεινε να εξαφανιστεί εντελώς.<br />
Ήταν τρεις ψυχές κι εγώ όλες κι όλες. Τέσσερα άτομα και οι τρεις είχαμε παρθεί στο παρελθόν, σε διαφορετικές στιγμές και τώρα προσποιούμαστε ότι δεν γνωρίζαμε ο ένας το άλλον. Τραγικό και αξιολύπητο η αναμεταξύ μας συμπεριφορά, ο αμοιβαίος έμμεσος υποτιμητικός χειρισμός. Δημιουργούμε ανάμεσα μας τα περιθώρια που πολεμούμε. (Είμαστε σαν το ελληνικό έθνος.).<br />
<br />
Κάθισα σ έναν καναπέ από ψεύτικο δέρμα, άφησα το βιάγκρα να επιδράσει, δεν μου σηκώνεται σε τέτοιες φάσεις χωρίς, τράβηξα δυο βαθειάς μυτιές πόπερς και παρακολουθούσα ένα γκέι πορνό στην απέναντι οθόνη, ένα γκαγκ μπαγκ λευκού με αφρικανούς. Τι κώλος κι αυτός του λευκού.. σαν το τούνελ της Μάγχης. Μπάτε σκύλοι αλέστε.<br />
<br />
Η ατμοσφαιρα ήταν καταθλιπτική. Σηκώθηκα μετά από δέκα λεπτά κι άρχισα ξανά τους γύρους μέσα στον λαβύρινθο του σινεμά, βλέποντας μας όλους να κουβαλούμε το ίδιο μίζερο ύφος, αυτές δεν ήταν προϋποθέσεις ερωτικής κατάνυξης, αυτό ήταν η τελευταία πορεία του μελλοθάνατου. Πως να σου σηκωθεί με τέτοια μιζέρια στον αέρα;<br />
<br />
Ένας καινούργιος μπήκε μέσα. Τον ήξερα από τα πάρκα. Άλλη χούβερ κι αυτός. Δεν άφησε δίποδο για δίποδο. Ήταν με έναν χυδαίο τρόπο ελκυστικός αλλά δεν ήθελα να είχα πάρε δώσε μαζί του, χωρίς συγκεκριμένο λόγο. Έκανε πως δεν με είδε, έκανα πως δεν τον είδα. Συνεχίσαμε όλοι την περιδιάβαση στο πορνοπάρκο ξεχωριστά όλοι με την κρυφή ελπίδα ότι θα μπει μέσα ο Jeff Stryker και θα μας ξέσκιζε όλους όπως ξεσκίζεται ο Jeff Palmer στα οσκαρικά του έργα. Περιμέναμε... ελπίζαμε.<br />
<br />
Ο καινούργιος μπήκε σε μια καμπίνα, έκλεισε την πόρτα, κάθισε κι άρχισε να χαϊδεύεται. Οι σκέψεις ήταν αστραπιαίες: αν δεν έκανα κάτι τώρα θα πήγαινα σπίτι και θα’ μουν πιο χάλια από ότι είμαι τώρα. Αν περίμενα κι άλλο μάλλον θα έπαιρνα τον πούλλο μου. Άρα καλυτέρα να έπαιρνα τον πούλλο αυτού. Η τουλάχιστον να προσπαθούσα.<br />
<br />
Μπήκα στην παράλληλη καμπίνα, παρακολούθησα λίγο από την μεγάλη τρύπα, μικρό παράθυρο το χάιδεμα του, γονάτισα, τέντωσα το χέρι μέσα από την τρύπα και άρχισα να τον βοηθώ στο χάιδεμα. Το βιάγκρα επίδρασε και το ένιωθα έντονα. Όπως με έκπληξη ένιωσα τι χάιδευα. Τα κουτσομπολιά έλεγαν ότι ήταν πολύ καλά εξοπλισμένος αλλά δεν πιστεύω γενικώς σε κουτσομπολιά. Αυτή τη φορά οι φήμες ήταν αληθινές. Ξεκούμπωσε το παντελόνι και απελευθέρωσε ένα τσουνάμι, ένας χείμαρρος σκληρού, διψασμένου κρέατος ξεχύθηκε από το τζην αναζητωντας… εμένα. <br />
<br />
Κατέβηκα και στα δυο γόνατα και τον υποδέχτηκα με μεγαλοπρέπεια. Γύρισα και τον ξαναυποδέκτηκα. Σε λίγα λεπτά βρεθήκαμε στην ίδια καμπίνα όπου κι αρχίσαμε το ταγκό του Γκρηκστόρης. Έκανα έναν έρωτα μαζί του έχοντας την εικόνα του Κάρλος μπροστά μου, έναν έρωτα εκρηκτικό, παθιάρικο, έπεισα προσωρινά τον εαυτό μου ότι ήταν ο Κάρλος και του έκανα τον ίδιο έρωτα με το ίδιο πάθος και σχεδόν με την ίδια αφοσίωση. Οι προηγούμενες προσπάθειες μου να κάνω έρωτα με αγνώστους σε άλλες χρονικές στιγμές ήταν καταστροφικές. Η εικόνα του ισπανού κατακτητή με κρατούσε σκλάβο της ανάμνησης του. Απόψε ήταν κάτι διαφορετικό. Απόψε ένιωσα ανακούφιση. Αναγνώρισα στα βαθειά ένα ίχνος ελπίδας ότι ίσως κάποτε και σύντομα θα αναρρώσω από την κατάκτηση του ισπανού.<br />
<br />
Τον ευχαρίστησα ειλικρινά για την σύμπτυξη, ένιωσα στ’ αλήθεια ευγνωμοσύνη. Με είδε παράξενα, δεν σχολίασα παρακάτω. Αποχαιρετιστήκαμε φιλικά κι έφυγα σαν κλέφτης μέσα στην κρύα νύκτα. <br />
<br />
Η ανακούφιση δεν κράτησε πολύ. Κοιμήθηκα μετά από εβδομάδες σχετικά καλά, ξύπνησα την επομένη έστειλα στον Κάρλος ένα μήνυμα για καλή επιτυχία στην εξέταση του χωρίς να περιμένω μια απάντηση κι άρχισε ξανά η ταχυπαλμία.<br />
Το γαμήσι είναι βάλσαμο προσωρινής δράσης. Ίσως στ’ αλήθεια να χρειάζομαι έναν άλλο εραστή για να σβήσω τον Κάρλος απ την μνήμη μου. Που να βρω όμως ξανά την ίδια τελειότητα, την ίδια καταλυτική χημική αντίδραση; Ολα ειναι ανεπαναληπτα σε τουτη τη ζωη.<br />
<br />
Στην δουλειά πάλι… και τα ίδια απ την αρχή. Σκέψεις, σκέψεις, σκέψεις. Έχω τρελαθεί απ’ τις σκέψεις. Έχω κουραστεί από μένα. Με νιώθω αφόρητο, τι έχω πάθει; <br />
Μετά από δυο εβδομάδες αποχής αποφάσισα να ξαναπάω γυμναστήριο. Δυο ολόκληρες εβδομάδες έλειψα από κει που με τίποτα δεν απουσιάζω, ο κόσμος να χαλάσει. Ήταν ώρα να κάνω κάτι σαν προσπάθεια να βγω απ’ την μανία που με κυριαρχεί. Δεν είμαι πια στα καλά μου. Αν είναι έτσι ο έρωτας δεν θέλω. Να πάει και να μην έρθει <span style="color: red;">(συνεχίζεται...)</span><br />
<br />
</span>Unknownnoreply@blogger.com3tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-2407067260891261442012-03-02T07:50:00.001+01:002015-03-06T09:20:44.067+01:00Δεν υπάρχουν άγγελοι...<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjxZlTMErUT-Hgf5-HDQ6-vYb8YEH5K2iuwlaqN_uLIN6TfGOfaf4aiDJEIG7u6dm_zZQkBeImX0suXUHuX2trK2U4d2_p-9ytNAfvx3QHADF07dAwqcxK5j4J3Pm5V8ymtffLHATxzHq8/s1600/the_blue_pyjamas-597x800.jpg" imageanchor="1" style="clear:right; float:right; margin-left:1em; margin-bottom:1em"><img border="0" height="320" width="238" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjxZlTMErUT-Hgf5-HDQ6-vYb8YEH5K2iuwlaqN_uLIN6TfGOfaf4aiDJEIG7u6dm_zZQkBeImX0suXUHuX2trK2U4d2_p-9ytNAfvx3QHADF07dAwqcxK5j4J3Pm5V8ymtffLHATxzHq8/s320/the_blue_pyjamas-597x800.jpg" /></a></div><br />
Εγκατέλειψα το μπλοκ χωρίς ιδιαίτερο λόγο. Απλά ζούσα την καθημερινότητα που ήταν και είναι ακόμα γεμάτη από βιώματα και περιπέτειες. Αλλά έπρεπε κάτι να γίνει για να με σπρώξει ξανά στο γράψιμο Δεν έγινε όμως μόνο κάτι, έγιναν πολλά. Έζησα πολλά κι όχι κακά, καλές εμπειρίες, καινούργιες, επαναληπτικά βιώματα και καθαρτικές πράξεις Ναι είχα και τις κακές μου, αναπόφευκτο μάλλον. Αλλά άλλη φορά αυτά.<br />
<br />
Δυο χρόνια μετά την τελευταία μας συνάντηση τον ξανασυνάντησα, το Ξυλάγγουρο. Το Ξυλάγγουρο που μ’ είχε ξετρελάνει, που μ’ έκανε μανιακό μαζί του, που έπαθα εθισμό στην γεύση του. Η τελευταία φορά ήταν ένα πεταχτό κουίκι στο σπίτι του μετά από λίτρα αλκοόλ. Κι αυτό ήταν. Μετά τίποτα. Ούτε φωνή ούτε ακρόασή. Νάδα, νιέντε.<br /><a name='more'></a><br />
Έτσι είναι αυτά. Οι οργασμοί έρχονται και παρέρχονται, βασικά τίποτε δεν μένει πέρα κάποιας ξεφτισμένης ανάμνησης για την ύπαρξη του άλλου και μιας συνήθως έντονης ανάμνησης της συνουσίας. Αυτό είναι. Τίποτε άλλο. <span class="fullpost"><br />
<br />
Η τεχνολογία αναπτύχθηκε από τότε. Τώρα έχουμε όλοι και έξυπνα τηλέφωνα και αυτά έχουν τις εφαρμογές τους και μια απ αυτές είναι ο λεγόμενος στα ελληνικά μύλος, αλεστήρας. Ο αλεστήρας λοιπόν είναι μια εφαρμογή που δείχνει όλους τους γκέι που είναι την δεδομένη στιγμή με το εξυπνοτηλέφωνο τους σε ενέργεια και, το πιο σημαντικό σε ακτίνα βολής. Δηλαδή δείχνει όλους τους αναζητήσαντας από τα δέκα μέτρα μέχρι και το άπειρο ανάλογα πως θα ρυθμιστεί<br />
<br />
Αυτονόητο λοιπόν ότι έχω κι εγώ τον αλεστήρα (όνομα κι αυτό πια) κι όπως εγώ κι όλος ο κόσμος. Τώρα μαζί με το Gayromeo, Gaydar, Gayroyal και Gayασταναπάνε υπάρχει κι αυτό Πληθωρισμός! Και τα μέλη πάντα τα ίδια. Τον οποιονδήποτε Χ θα τον δω βασικά με ελάχιστες παραλλαγές σε όλες τις ανάλογες πύλες. Και είμαστε όλοι σε όλες Όλοι με το ίδιο σκεπτικό: να βρούμε καινούργια άτομα, που δεν είναι αλλού, φρέσκο κρέας. Το αποτέλεσμα: τρύπα στο νερό Αλλά ως γνωστό η ελπίδα πεθαίνει τελευταία<br />
<br />
Στον Αλεστήρα λοιπόν μου έστειλε μήνυμα το Ξυλάγγουρο. Ω! έκπληξη μετά από τόσο καιρό. Μάλλον δεν θα με είχε καταλάβει αλλά πλανεύτηκα, γιατί ήξερε ποιος ήμουν στ’ αλήθεια, δεν παραξενεύτηκα πολύ, το περίμενα, είχα καινούργιες σωματικές φωτογραφίες που με παρουσίαζαν σχετικά αποκαλυπτικό μέσα στα πλαίσια της ευπρέπειας, σαν σε πασαρέλα για την Βικτώρια Σίκρετ (να! μαλάκα Γκρηστόρης). Ανταλάξαμε κάνα δυο προτάσεις έτσι για την ευγένεια. Αυτό ήταν<br />
<br />
Αυτό δεν ήταν. Συνεχίσαμε την επαφή για κάνα δυο μέρες έτσι τυχαία (τίποτε δεν είναι τυχαίο). Σταυροκοπιόμουν νοητικώς γιατί αυτός συνήθως μ’ έγραφε(όπως όλοι), δεν απαντούσε ποτέ στα μηνύματα μου, έκανε σαν να μην υπήρχα. Ακόμα κι’ όταν χώρισε με τον για χρόνια σύντροφο του και του πρόσφερα την παρέα μου σαν τοίχο δακρύων μ’ έγραψε. Το “άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου” δεν είναι τυχαίο, εχει βάση. Να προσφέρεις βοήθεια του άλλου και να σου λέει όχι. Τι να πω. Να βλέπεις τον άλλο να γκρεμοτσακίζεται και να του δίνεις το χερι και να μη σου λέει ένα ευχαριστώ. Δεν ξέρω αν είναι του ανθρώπου γενικώς αλλά του γκέι πάντως η ψύχη είναι άβυσσος. Τελεία.<br />
<br />
Προχτές Κυριακή, μια μουντή, υγρή γερμανική Κυριακή ήμουν στο σπίτι μόνος και εκουσιοθελώς, κλαίγοντας την μοίρα μου, την μαλακισμένη μου τύχη γι’ ακόμα μια χυλόπιτα που έφαγα. Το στόρυ στην επόμενη ανάρτηση γιατί τώρα θέλω να εκμεταλλευτώ την επίδραση του Ζάναξ και να τελειώσω αυτή την ιστορία χωρίς να κόψω τις φλέβες μου για την επόμενη.<br />
<br />
Έπινα τον μεσημεριανό καφέ στην κουζίνα, έκανα Φέησταιμ με την μαμά και τον αδελφό μου και είχα ανοικτές όλες τις γκέι πύλες, όπως τόσες φορές στο παρελθόν, περισσότερο από συνήθεια, περιέργεια και ανία παρά για οτιδήποτε άλλο (αν και αυτό δεν είναι και τόσο αλήθεια αλλά περισσότερα αργότερα).<br />
Το Ξυλάγγουρο άρχισε να στέλνει σήματα μορς. Απαντούσα έστελνε απαντούσα. Να μην τα πολυλέμε συμφωνήσαμε να βρεθούμε στο σπίτι μου για έναν καφέ Όπως τότε. <br />
Όρεξη πολύ δεν είχα αλλά ήμουν περίεργος. Τον είχα, όχι αυτόν αλλά το σεξ, ψιλοεξιδανικεύσει στο μυαλό μου και μια επανάληψη ήταν πάντα ευπρόσδεκτη. Αλλά μετά από δυο χρόνια θα ήταν κι’ ένα κλείσιμο, να τελειώνω μ’ αυτή την ανάμνηση και την περιπέτεια<br />
<br />
Ήρθε νωρίς το βραδάκι, καθίσαμε, του έδωσα μια μπίρα, εγώ κλασσικός μ’ ένα ποτήρι άσπρο κρασί. Είχα ακόμα ένα ολλανδικό τσιγάρο στο ντουλάπι, το ανάψαμε ενώ παράλληλα έπαιζε ένα χάρτ κορ στην τηλεόραση. Γιατί όλοι τρελαίνονται γι αυτά τα τζόιντς δεν έχω καταλάβει ακόμη. Είναι η τρίτη φορά που το κάνω και μόνο επίδραση δεν κατάλαβα. Αλλά αν είναι μέρος όλου του κίνκυ πακέτου ας το πάρει κι αυτό το ποτάμι. Μια ψυχή την έχουμε ας την παραδώσουμε χάι τουλάχιστον!<br />
<br />
Καθώς πίναμε σιγά και τραβούσαμε και καμιά τζούρα και κάναμε ένα εντελώς αδιάφορο και ανιαρό σμολ τοκ τον παρατηρούσα, τον επιθεωρούσα εξονυχιστικά. Τελειώνοντας την επιθεώρηση ήμουν κάπως ξαφνιασμένος με το απόφθεγμα: τι του έβρισκα πριν από σχεδόν δυο χρόνια και πάθαινα ντελίριο? Τι στο διάολο είχε πανω του που μ’ είχε ελκύσει τόσο δυνατά? Τώρα που τον είχα ξανά δίπλα σε απόσταση αναπνοής δεν μπορούσα να διακρίνω κανέναν απ’ τους λόγους του τότε<br />
Ήταν ένα ξερακιανό κάτι, με ψιλομαυρισμένα δόντια (αν τα είχε και τότε δεν θυμάμαι), αδιάφορη πια εμφάνιση και προ πάντων χωρίς ακτινοβολία που να μου κεντρίζει το ενδιαφέρον. Όου σσιτ!<br />
Γκρηκστόρης σύνελθε! Γι’ αυτόν έβλεπες το iPhone σου κάθε τρία δευτερόλεπτα, επάθενες τραλαλά, εφύρνεσουν ώσπου να τον ξαναδείς, έπεφτες σε κατάθλιψη (σχήμα λόγου) αν δεν τον έβλεπες σε τακτά διαστήματα (στον γκέι χρόνο μέτρησης τακτά διαστήματα σημαίνουν οι επαφές του πρώτου καιρού με μέγιστο αριθμό το 5 σε διάστημα άντε να πούμε δυο με δυόμιση εβδομάδων, μετά την συμπλήρωση του οποίου κανένας δεν έχει όρεξη να δει τον άλλο), δεν ήθελες (οπωσδήποτε) να δεις άλλον (κάτι που έκανες όμως λόγω ορμονικών διαταραχών). Ήταν για σένα το πρότυπο της καύλας! Το απώτερο! Το μοναδικό! (καλά έγινες Γκρηκστόρης το συνώνυμο της υπερβολής).<br />
<br />
Τώρα ήταν δίπλα μου σε απόσταση αναπνοής. Και αποφάσισα ότι ήταν ώρα να αρχίσουμε το μπαλαμούτιασμα σώνοντας έτσι την κατάσταση. Το αρχίσαμε κι ένιωσα αμέσως ότι ούτε αυτό το σωσίβιο ήταν κατάλληλο. Όπως αναπτυσσόταν η συνεύρεση τόσο έβλεπα ότι το πράμα δεν πήγαινε άλλο. Ένιωθα ανία, πλήξη και προ πάντων κανένα εξιτάρισμα (εκτός από κάποιες λίγες στιγμές).<br />
Τελιώσαμε, ντύθηκε στα γρήγορα κι έφυγε. Προφανώς του ήμουν το ίδιο πληκτικοσ όπως κι εκείνος σε μένα. Αλλά τώρα δεν με πείραζε όπως τότε που ένιωθα ότι του ήμουν αδιάφορος.Τώρα ήταν αδιάφορος και σε μένα.<br />
<br />
Όταν έφυγε έφτιαξα λίγο τον καναπέ, καθάρισα τα ανάλογα και ξάπλωσα αντανακλώντας την εμπειρία της βραδιάς: Στο μυαλό μου υπήρξε κάποτε ένας μικρός Θεός, ύπαρξη της καύλας αλλά θεϊκή όπως την αντιλαμβανόμουν, απαραίτητη στο τότε, εκείνες τις μέρες. Τον κράτησα στην μνήμη μου σαν κάτι αγγελικό, κάτι που ήθελα να ξαναδώ και να απολαύσω, κάτι άφταστο. Ήταν μέσα στα κρατούμενα. Ο χρόνος όμως έδρασε σαν καταλύτης, ακόμα και στους αγγέλους, ακόμα και στους Θεούς. </span>Unknownnoreply@blogger.com4tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-36869752689670283072011-07-21T21:38:00.001+02:002015-03-06T09:20:56.381+01:00Η ανάγκη για ήρωες<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiW9f7e5GHzTkC5RKMoShwluR_jf-bP-TJ4vspPnAs2GBhVp7Mjr6UbZumtbJ_EyTpKqldUDuOwQNP4ksMI5KYfruq629Lw5aoACzRGK4FBeo1s81ZDVQeOeiCE6XQCxApsr5xCy7yIrio/s1600/spirit_of_a_man_the-755x552.jpg" imageanchor="1" style="clear: right; float: right; margin-bottom: 1em; margin-left: 1em;"><img border="0" height="145" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiW9f7e5GHzTkC5RKMoShwluR_jf-bP-TJ4vspPnAs2GBhVp7Mjr6UbZumtbJ_EyTpKqldUDuOwQNP4ksMI5KYfruq629Lw5aoACzRGK4FBeo1s81ZDVQeOeiCE6XQCxApsr5xCy7yIrio/s200/spirit_of_a_man_the-755x552.jpg" width="200" /></a></div>Τα δραματικά γεγονότα της Κύπρου με έφθασαν το ίδιο πρωί καθώς οδηγούσα προς το Μάαστριχ. Αρχικά παραξενεύτηκα γιατί άκουσα την λέξη Κύπρος να αναφέρεται στις ειδήσεις πείθοντας με ότι μάλλον θα παράκουσα. Ανέβασα την ένταση του ραδιοφώνου ακούγοντας έκπληκτος τα απίστευτα γεγονότα του πρωινού<br />
.<br />
Έφθασα στην δουλειά, μπήκα στο ίντερνετ και ήδη όλες οι ειδήσεις είχαν τα περιστατικά πρωτοσέλιδα.<br />
Δεν μου δημιούργησε δέος το γεγονός των εκρήξεων αλλά μου φάνηκε απίστευτος ο θάνατος τόσων ατόμων. Άδικος θάνατος κι ακόμα πιο άδικη η οδύνη αυτών που έμειναν πίσω. Ούτε εκδηλώσεις, ούτε συλλαλητήρια, ούτε διαμαρτυρίες ούτε βανδαλισμοί, μνημόσυνα, δημόσιες δαπάνες και λοιπές δραστηριότητες δεν πρόκειται να απαλύνουν την απώλεια, ούτε να φέρουν πίσω τους νεκρούς. Οι μάνες που μοιρολογούν, οι πατεράδες που δακρύζουν, τα αδέλφια που απειλούν και τα παιδιά που διαμαρτύρονται δεν πρόκειται να πάρουν πίσω αυτό που τους πάρθηκε βίαια: τους αγαπημένους τους.<br />
Είναι οι άμεσα εμπλεκόμενοι σε μια τραγωδία που δεν έχει λογική εξήγηση. Το μόνο λογικό και αναμενόμενο είναι η οργή τους και η αναμενόμενη έκφραση και διοχέτευση της. Χωρίς αμφιβολία και με κεκτημένο δικαίωμα. Είναι ο προσωπικός τους πόνος και σαν μεσογειακοί τον εκφράζουμε συχνά πολύ έκδηλα και αυτή η έκδηλη, έντονη έκφραση είναι χαρακτηριστική του πολιτισμού μας, ίσως και της ιστορίας μας.<br /><a name='more'></a><br />
<span class="fullpost"><br />
Αυτό που με εκπλήττει όμως και περισσότερο μου δημιούργησε φόβο είναι η συλλογικότητα που ξεπήδησε από τον πόνο δεκατριών οικογενειών και το μίσος που ξέβγαλαν στην επιφάνεια δεκατρείς ανθρώπινες τραγωδίες: Μια μάζα, άμορφη και σε λίγο ανεξέλεγκτη, χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα επικοινωνίας που είναι διαθέσιμα σήμερα, δημιουργήθηκε με φανερό σκοπό την συμπάθεια και την κατανόηση προς τους συνανθρώπους της αλλά με ουσιαστικό κίνητρο την εκδούλευση ενός βαθιά κρυμμένου απωθημένου. Όπως κάθε παρόμοια παρελθοντική στιγμή στην κυπριακή ιστορία, από κάθε ατομικό τραγικό γεγονός ξεπηδά μια συλλογική αντίδραση που εκφράζει μίσος, έχθρα και φθόνο προς τον συνάνθρωπο. Κρύβεται μια ομάδα κύπριων πίσω από προσωπικές τραγωδίες για δημιουργήσει μια παγκύπρια αναστάτωση βγάζοντας και εκφράζοντας στην επιφάνεια πολιτικά και προσωπικά απωθημένα, αλόγιστα, αψηφώντας κοινωνικές και πολίτικες ευθύνες, απάνθρωπα εκμεταλλευόμενη τις προσωπικές τραγωδίες των λίγων για βλάψουν τελικά τους πολλούς.<br />
<br />
Τελικά είναι κατανοητό ότι ο μέσος κύπριος είναι ένας φθονερός μισάνθρωπος που το μόνο που τον κινητοποιεί είναι η ηδονή της αυτοκαταστροφής;<br />
<br />
Ένα σύνολο, μια κοινωνική ομάδα, θα υπόθετα μια πλειοψηφία, αναμένει ανυπόμονα να γίνει κάτι εξωτικό, σπάνιο, ίσως καταστροφικό αντιμετωπίζοντας αυτό το γεγονός εκ των ύστερων σαν μια αλλαγή από την καθημερινότητα.<br />
<br />
Παρακολουθώντας την ειδησεογραφία των τελευταίων χρόνων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο κόσμος αναμένει την καταστροφή για να δώσει νόημα στην ανούσια ζωή του, ανούσια γιατί ο άνθρωπος που αγγίζει τα όρια της ατομικής του ισορροπίας δεν αναζητεί τον ξένο πόνο για διοχετεύσει την ανία του και να δώσει χρώμα στην καθημερινότητα του.<br />
<br />
Αυτό ακριβός έγινε στην Κύπρο τις τελευταίες μέρες. Με αφορμή τα τραγικά γεγονότα ξέσπασε ένα κύμα διαμαρτυρίας για σχεδόν όλα που δεν ικανοποιούν τον μεσώ κύπριο και που τυχαία ανήκει στην αντιπολίτευση. Και οι οπαδοί αυτής της αντιπολίτευσης είναι τόσο φερέγγυοι και υγιεις πνεύματι που βρήκαν αφορμή τον προσωπικό πόνο τωνδεκατριών οικογενειών για να βγουν στους δρόμους και να διαμαρτυρηθούν για όλα όσα τα κοινωνικά και πολιτικά τους ενοχλούν.. <br />
Κι έγιναν οι νεκροί οι ήρωες. Άλλα στα μάτια ποιων; Σίγουρα για τις οικογένειες τους είναι ήρωες, θέμα αναμφισβήτητο, ακόμη και να μην χάνονταν τόσο άδικα, θα ταν οι ζωντανοί ήρωες για την μάνα, τον πάτερα, τον αδελφό, τον σύζυγο η τον σύντροφο.<br />
<br />
Για τους υπολοίπους, αναρωτιέμαι γιατί είναι πραγματικά ήρωες; Και τι είναι αυτό που κάνει την πλειοψηφία της κυπριακής κοινωνίας να αναζητεί καθώς είναι πνιγμένη στην μισανθρωπιά (ας μην ξεχνιούνται ξενοφοβικές μας τάσεις και η συμπεριφορά των περισσότερων απέναντι στους αλλοδαπούς), την μισαλλοδοξία (το μεγαλύτερο σπίτι, το πολυτελέστερο αυτοκίνητο το μακρινότερο εξωτικότερο ταξίδι), τον φθόνο για τον διπλανό, την έλλειψη πατριωτισμού (τα επίπεδα της φυγοστρατίας είναι ασύγκριτα) ξαφνικά αναναγνωρίζει κάποιους αδικοχαμένους σαν ήρωες.<br />
<br />
Εμένα πάντως δεν με πείθει η ξαφνική ανθρωπιά του Κυπρίου που ξαφνικά διαμαρτύρεται για τον άδικο χαμό τόσων ζωών. Γιατί αν υπήρχε αυθεντική ανθρωπιά θα είχαν γίνει από πολύ πρωτύτερα συλλογικές, ουσιαστικές πράξεις ανθρωπιάς χωρίς αυτοπροβολή. Αν είχε ο κύπριος ανθρωπιά δεν θα γινόταν ούτε βιαστής τουριστών, ούτε εκμεταλλευτής φτωχότερων, ούτε αφιλόξενος προς τους ξένους και αν ήταν προ πάντων πατριώτης και υπεύθυνος, και νομίζω αν δεν κάνω λάθος οι περισσότεροι πατριώτες αντιπροσωπεύονται αυτή την στιγμή από την αντιπολίτευση, δεν είχε φτάσει η φυγοστρατία στα σημερινά επίπεδα και η νοοτροπία του “μεν ανησυχείς ρε κουμπάρε εν ουλλα μια χαρά” και του “τζιαι αύριο παλε εν μέρα σιορ” δεν θα ήταν τόσο εξαπλωμένη. Βέβαια ο κύπριος είναι ικανότατος στο να μοιράζεται τον πόνο του άλλου όταν είναι να εξυπηρετηθούν τα δικά του πολιτικά και μισαλλοδοξικα φρονήματα και στο να διαμαρτύρεται για την αυτοπροβολή: κλαίνε οι μάνες απ την μια, να φύγει ο Χριστοφιας φωνάζουν από την άλλη οι φιλάνθρωποι και οι φιλοπατριωτες. <br />
<br />
Είναι ξεκάθαρο ότι η κυπριακή κοινωνία είναι αποπροσανατολισμένη, μια κοινωνία χωρίς ταυτότητα, ιδανικά και χωρίς άξιες. Μια κοινωνία που έχει έντονη ανάγκη για ήρωες, που χρειάζεται καινούργιες βάσεις προσανατολισμού, καινούργιες άξιες, καινούργιες βαλβίδες ισορροπίας.<br />
<br />
Χρειαζόμαστε ήρωες γιατί έτσι καθορίζονται τα όρια των προσδοκιών μας. Τα ιδανικά μας ορίζονται από τους ήρωες που διαλέγουμε και τα ιδανικά μας καθορίζουν την ταυτότητα μας. Οι ήρωες καθορίζουν τα χαρακτηριστικά που θα θέλαμε να είχαμε και τις φιλοδοξίες που θέλουμε να εκπληρώσουμε (Scott LaBarge, Santa Clara University). Κι ενώ οι διαφορετικές προσωπικές αξίες ορίζουν και τον τύπο του ήρωα που ταυτίζεται κάποιος υπάρχουν σε όλους τους ήρωες κ ποια κοινά χαρακτηριστικά: Οι ήρωες χαρακτηρίζονται συνήθως από γενικής αποδοχής γενναιότητα και ικανότητα να διοικούν ομάδες και κοινωνικά σύνολα, να λύνουν κοινωνικά προβλήματα. Είναι ριψοκίνδυνα άτομα εκ φύσεως, και γι αυτό θαυμάζονται από τους υπόλοιπους που δεν έχουν αυτί την γενετική τάση του ριψοκίνδυνου. Είναι άτομα πιστά (δεν εννοώ απο θρησκευτική άποψη) με αυτοπειθαρχία, έχουν έλλειψη εγωπάθειας, είναι περιπετειώδεις(Cornell University business school study). Η λέξη ήρωας προέρχεται από την ελληνική μυθολογία και όλη η ελληνική παράδοση, εθιμοτυπία, μυθολογία και ιστορία είναι γεμάτη από ήρωες. Εδώ βρίσκεται και η εξήγηση της δικής μας ανάγκης για ήρωες. Η κυπριακή όπως και η ελληνική κοινωνία γαλουχήθηκε με το πρότυπο του ήρωα. Τόσο πολύ και τόσο υπερβολικά που κάθε τι που δημιουργείται η πράττεται εκτός των ορίων του κατεστημένου είναι πλέον ηρωικό. Βάζοντας σε αυτί την τάση που χαρακτηρίζει αυτές κοινωνίες και μια πρέζα επιρροής αμερικάνικων μέσων μαζικής επικοινωνίας και περισσότερο αμερικάνικου κινηματογράφου για την γένεση και ύπαρξη μιας έντονης υπερβολής έχουμε όλα τα χαρακτηριστικά του σήμερα στην Κύπρο.<br />
<br />
Αυτό που δεν γίνεται συνειδητό είναι ότι κι οι λεγόμενοι ήρωες είναι απλοί άνθρωποι με λάθη και ατέλειες. Ότι έχουν όρια. Ότι δεν αγγίζουν ούτε κατά διάνοια την τελειότητα. Ότι μπορεί να ναι αφανείς ακόμα και μετά θάνατο. Ότι δεν θέλουν να χρησιμοποιηθούν οι εκούσιες η ακούσιες ηρωικές τους πράξεις σαν λαβές μίσους και μισαλλοδοξίας. Κι ότι μπορεί να μη θέλουν καν να χαρακτηρίζονται ήρωες γιατί τους προσβάλλει την προσωπική τους σφαίρα και ηρεμία.<br />
<br />
Όλοι αυτοί οι προμαχητές του δικαίου λοιπόν γιατί δεν βγήκαν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν για την ρατσιστική διαχείριση των ξενών στην Κύπρο; την άδικη μεταχείριση και περιθωριοποίηση των υπολοίπων μειονοτήτων; Την εκπόρνευση τόσων αλλοδαπών γυναικών; Τον άδικο διαμοιρασμό του πλούτου; Την φυγοστρατία που ξεπηδά από τις δίκες τους τάξεις; <br />
Που είναι ο πατριωτισμός τους που τυχαία τον ξεχνούν όταν έρχεται ο καιρός την εφεδρείας τους και ξαφνικά έχουν όλοι αναπόφευκτες επαγγελματικές υποχρεώσεις στο εξωτερικό και είναι ξαφνικά οι περισσότεροι κλινήρεις;<br />
Που είναι η διαμαρτυρία για την αυξανομένη φτώχεια σ ένα νησί τρία επί τρία που δεν έπρεπε να υπάρχει;<br />
<br />
Όλα αυτά είναι επίσης λόγοι για διαμαρτυρία. Αλλά δεν είναι για την κυπριακή οχλαγωγία λόγοι ουσιαστικοί γιατί η κυπριακή κοινωνία γαλουχήθηκε από την εποχή της αποικιοκρατίας από την αντιπαράθεση και το μίσος δυο αντιτιθέμενων παρατάξεων, του μπλε και του κόκκινου, χωρίς να έχει αντιληφθεί ποτέ το δικό της ουσιαστικό συμφέρον. Δεν μπόρεσε ποτέ να αντιληφθεί το πραγματικό της συμφέρον η κυπριακή κοινωνία γιατί δεν είχε ποτέ την θέληση να καλλιεργήσει την διανοητικότητα της και έμεινε μια κοινωνία πνιγμένη στην βλακεία και στον υπέρμετρο ατομικισμό.<br />
Η μεταπολεμική Κύπρος κυριαρχήθηκε αφοί καταστράφηκε πρώτα από την ίδια μερίδα ανθρώπων που την κυβέρνησαν κατά διαστήματα και φρεναριστηκε παράλληλα από τους υπόλοιπους που δεν ήταν κατά διαστήματα κυβερνώντες δυνάμεις δημιουργώντας έτσι ένα φαύλο κύκλο πολιτικής και κοινωνικής ασυνειδησίας που κρυβόταν πάντα κάτω από τις συνέπειες του νεοπλουτισμού που κυριάρχησε στην χώρα από τις αρχές του ογδόντα, παίρνοντας σταθερά την κάτω βόλτα φτάνοντας στη έντονη δυσαρέσκεια και τον αποπροσανατολισμό του σήμερα.<br />
<br />
Η πρόσφατη τραγωδία είναι στ αλήθεια απερίγραπτη. Σίγουρα υπάρχουν αίτιοι και ένοχοι. Αναμφισβήτητα είναι άδικος ο χαμός τόσων ζωών. <br />
<br />
Αλλά γιατί πρέπει να βγει στην επιφάνεια τόση απέχθεια και μίσος, μια τόσο μεγάλη αποσταθεροποιητική δύναμη, ξεχνώντας ουσιαστικά αυτούς που τόσο άδικα χάθηκαν; Γιατί άπλα δεν υπάρχει εμπιστοσύνη σε κανένα πολιτικό σχήμα και σύστημα στην Κύπρο. Γιατί ο καθένας σκέφτεται την μεριά του.<br />
Γιατί, για να το πω και σαν Γκρηκστόρης, είναι όλα για τον πούτσο!<br />
<br />
Ας αναπαυθούν αιώνια κι ευτυχισμένα αυτοί που χάθηκαν. </span>Unknownnoreply@blogger.com4tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-56204618633086964712011-07-02T18:42:00.001+02:002015-03-06T09:21:14.393+01:00Στάδια αγάπης (Πτι Φουρ 2)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjD-AhufUDxLXtulEcMmwts04q2Lc5yXqbkmpLay212OiELLsLbwUdBh_opobBPasipUAlYhaN5JAJXZYcdsOqOa5QK_GjPp65cCwXrE-LGyak9X4NaBUug62k9jSAGe7xOCRoYwK6hvS4/s1600/the_reader_1-760x574.jpg" imageanchor="1" style="clear: right; float: right; margin-bottom: 1em; margin-left: 1em;"><img border="0" height="241" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjD-AhufUDxLXtulEcMmwts04q2Lc5yXqbkmpLay212OiELLsLbwUdBh_opobBPasipUAlYhaN5JAJXZYcdsOqOa5QK_GjPp65cCwXrE-LGyak9X4NaBUug62k9jSAGe7xOCRoYwK6hvS4/s320/the_reader_1-760x574.jpg" width="320" /></a></div>Ο βομβαρδισμός με τις ματιές συνεχίστηκε ακάθεκτος στις βδομάδες που παρήλθαν. Δεν υπήρξε καμιά προοδος αλλά τουλάχιστον τον έβλεπα κάθε μέρα στην διπλανή σειρά και έκανα μελέτες με την μέθοδο της παρατήρησης.<br />
Αν υπήρχε στ' αλήθεια άυλος οργασμός τότε τον έχω ζήσει αμέτρητες φορές τις τελευταίες βδομάδες. Άρχισα να αισθάνομαι ότι γίνομαι γελοίος έχοντας το βλέμμα μου καρφωμένο σαν μια αγάμητη Ττάλα πάνω του αλλά είναι κάτι που δεν μπορώ να ελέγξω. <br />
(Ορισμός Τταλας: Κυπριακό ακρώνυμο, προέρχεται από το όνομα Χρυσταλλα, αν δεν κάνω λάθος, και χαρακτηρίζει μια εξαιρετικά παραδοσιακή εικόνα κύπριας γυναίκας, μάλλον από την ύπαιθρο, ευτραφή, με μια προς το “πρέπει να την συνηθίσεις για να την συμπαθήσεις” εμφάνιση. Το είδος δεν έχει εξαλειφτεί νομίζω από την Κύπρο,είναι υπό συντήρηση η και υπόκειται τις τελευταίες δεκαετίες μια ψευδογονιδιακη μετάλλαξη ως προς την εμφάνιση και την συμπεριφορά. Η τελευταία είναι παραδοσιακά μάλλον άκομψη προς άξεστη, με βαρύ λεξιλόγιο, με κλασσική και μόνιμη αντίδραση στο οποίο εκ των έξω προερχόμενο μη βολικό σχόλιο “ποιος σε γαμά”, χωρίς κανένα είδος θηλυκής αξιοπρέπειας η οιστρογονικης βάσης για μια υποτυπώδη έλξη προς το αντίθετο φύλο. Εξ ου και οι Τταλες αυτού του κόσμου ζουν περισσότερους οργασμούς στην φαντασία τους παρά στην αντικειμενική πραγματικότητα που τροφοδοτούνται ως επί το πλείστον από τις φτηνιάρικες α λα Ντάνιελ Στηλ ρομαντικές ιστορίες τύπου Αρλεκιν και Βιπερ Νορα. Αυτό έγκειται ανάμεσα στ΄αλλα στο γεγονός ότι δεν έχουν συναίσθηση της δικής τους πραγματικότητας και στοχεύουν σε αρσενικά αναπαραγωγικά στοιχεία που δεν τολμούν να μεταβληθούν σε σαβουρογαμικα. Η έλλειψη πραγματικής σεξουαλικής πράξης και ικανοποίησης γίνεται εμφανής στα εκφραστικά χαρακτηριστικά του επίσης ευτραφούς προσώπου τους υιοθετώντας το κλασσικό απλανές βλέμμα προς το μαλακισμένο μια αγελάδας σε συνδυασμό με την στοματική κοιλότητα να μένει μισανοικτη στην παρατήρηση ενός κατά τη γνώμη τους πιθανού θύματος. Ο ορισμός δημιουργήθηκε και ολοκληρώθηκε κατά την διάρκεια των φοιτητικών μου χρόνων στην Γερμανία καθώς στην κυπριακή φοιτητική κοινότητα κυκλοφορούσε ένα ανάλογο είδος το οποίο με την ανοικτή και μη παραβλεπόμουν παρουσία και συμπεριφορά του συνέτεινε στην μελέτη του είδους και την ταξινόμηση του. Αυτό λοιπόν το τταλλικο βλεμα και ύφος είχα ασυνείδητα υιοθετήσει έχοντας αντιληφθεί την εξαιρετική παρουσία του Πτι Φουρ δίπλα μου – σχεδόν δίπλα μου).<br />
<span class="fullpost"><br /><a name='more'></a><br />
Κάποιες μέρες μετά συναντηθήκαμε τυχαία στον διάδρομο της καφετέριας. Αυτόματα εμφανίστηκε η Ττάλα μαζί ενα χαμόγελο λέγοντας “μπον ζζιουρ”. Μου χαμογέλασε πίσω ηδυπαθητικά (είμαι σιγουράτατος ότι με πήρε χαμπάρι) και μου είπε κάτι που δεν κατάλαβα παρά μόνο την τελευταία λέξη της πρότασης που ήταν “ιταλιάν”. Αντιλήφθηκα ότι μάλλον θα με ρώτησε αν είμαι ιταλος και του απάντησα με μια αυτονόητη σιγουριά για τις τέλειες γνώσεις των γαλλικών μου “νο, ζζιε σουη γκρεκ”. (Ασερα είδες α; Εν είσαι περήφανος για λλοου μου;)<br />
<br />
Το φυλλοκάρδι μου πήγαινε να σκάσει. Είμαι έφηβος ακόμα και δεν τ' αντιλαμβάνομαι ή γιατί κάνω σαν δεκαεξαρης άπειρος; Ήπια τον καφέ μου κα ξαναπήγα στο κουβούκλιο εργασίας μου κτυπώντας της Νάταλης στο Σκαϊπ. Η Νάταλι είναι η αγαπημένη μου κύπρια εδώ στο Άαχεν Την γνώρισα πέρσι το καλοκαίρι ένα βραδάκι στην Τανγκεντε, όταν ακόμη ήμουν στα πολύ αχαρακτήριστα μαύρα μου με τον χωρισμό και τον Σσιατς να διέπουν κάθε βιολογική και μη λειτουργία τη ύπαρξης μου. Εκείνο το καλοκαιρινό βραδάκι έπινα με έναν φίλο Γερμανό το διαλυμένο σε ανθρακούχο νερό λευκό κρασί μου, όταν πέρασε από απέναντι ένας άλλος κύπριος, κώλωνα κι αυτός στο Άαχεν, και τον χαιρέτισα φωναχτά “νταμπου ρε ππουσστογερο” με την πεποίθηση ότι μόνο οι δυο μας θα καταλαβαίναμε την αβρότητα. Αφού μου απάντησε κάτι για το σοϊ μου, άκουσα μια φωνή πίσω μου να ρωτά ενθουσιασμένη “μα είσαστε κυπραιοιοιοι;” Αυτή ήταν η αρχή μιας πολύ γλυκιας φιλίας. <br />
<br />
Απάντησε στο Σκαϊπ, βρισκόταν στην Γενεύη, και της σκαϊπφωναξα “κούκλα μου έχουμε εξελίξεις”. Αμέσως η Νάταλι ξέχασε τον επιταχυντή και τις μετρήσεις της και άρχισε να ρωτά για τις λεπτομέρειες, έχοντας χεστεί εκείνη την στιγμή αν θα έβρισκε σαν πρώτη το σωματίδιο του Χιγκινς η όχι: το Πτι Φουρ είχε προτεραιότητα. Εξ άλλου κι ο Αϊνστάιν δεν ήταν λιγότερο λαλάς. Της περιέγραψα τα πάντα με το νι και με το σίγμα, νιώθοντας εκ των υστέρων, ότι η περιγραφή κράτησε περισσότερο από την πραγματική επαφή με την βελγική πάστα. “Δηλαδή” μου είπε, “είχατε συζήτηση και γνωριμία σε βάθος;”. Εγώ να κτυπιεμαι στα γέλια σαν να μου καθάριζαν αυγά να απαντώ “ναι” και να κάνω σχέδια με την Νάταλι εν αγνοία πάντα της πάστας για τους αρραβώνες μου μαζί του. Πόσο απολάμβανα αυτές τις λίγες μοναδικές γκέι κιτς στιγμές μετά από τόσα χρόνια μαυρίλας. Σαν μια στιγμιαία ανάπαυλα μετά από τόσα ανηφόρια. <br />
<br />
Οι μέρες περνούσαν και η γνωριμία μας έμεινε στάσιμη στην ακόμα άγνωστη ερώτηση με το “ιταλιάν” στο τέλος. Οι ματιές έπεφταν σωρηδόν από πλευράς μου κι ο Μπενζαμιν μια τις λάμβανε και μου χαμογελούσε από αμηχανία μέχρι εξαναγκαστικά και μια τις αγνοούσε. Εγώ ακάθεκτος να τον παρακολουθώ, κάθε κίνηση του προσώπου του, κάθε χαμόγελο του, κάθε έκφραση του. Τον έβλεπα να μιλά με τους άλλους Βέλγους στην ομάδα του αρχίζοντας να τους ζηλεύω που είχαν αυτοί πρόσβαση σ' αυτόν κι όχι εγώ. Η κατάσταση άρχισε να ξεφεύγει μέσα μου και γινόταν ανησυχητική.<br />
<br />
Ακόμη κάποιες μέρες αργότερα στην δουλειά ήρθε μια απ τις στιγμές που χρειαζόταν ο Χοσέ ανακούφιση. Πηγή λοιπόν στην τουαλέτα, στάθηκα μπροστά από το δικό μου πισσουαρ και ανακούφιζα τον Χοσέ. Ξαφνικά ανοίγει η πόρτα, κλείνει μόνη της και κάποιος έρχεται στο διπλανό πισσουαρ, δυο υπάρχουν όλα κι όλα και αρχίζει ν' ανακουφίζεται. Γυρνάω ανεξέλεγκτα προς τα δεξιά να κοιτάξω ποιος είναι ....και αμάν, ήταν αυτός, Με κοίταξε, χαμογέλασε κι ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί. Ο Χοσέ τελείωσε τη δουλειά του, μπήκε πίσω στο καταφύγιο του δυστυχώς και ο Βέλγος τελείωσε την ίδια ώρα μαζί μου. Κατά την διάρκεια προσπάθησα διακριτικά να δω αν φαίνεται ο δικός του Χοσέ άλλα το διαχωρισμό των πισσουαρ έκανε αδύνατη την προσπάθεια μου. Μιλήσαμε κάτι σύντομο για τη δουλειά πηγαίνοντας μαζί πίσω στα γραφεία μας αφού κάναμε ότι πλέναμε τα χέρια μας. Βασικά κανένας αρσενικός δεν θέλει να πλένει τα χέρια του μετά από ένα απλό κατούρημα αν είναι μόνος στην τουαλέτα άλλα όταν είναι μαζί με άλλους δεν θέλει να ναι αυτός που θα χαρακτηριστεί βρομιάρης.<br />
</span><span class="fullpost"> Βρισκόμουν σε κατάσταση ντελίριο. Η αγάπη μας μπήκε σε καινούργιο στάδιο, σε καλπάζων ρυθμό. Πρώτα όταν έγινε η ακατανόητη ερώτηση με το περίφημο “ιταλιάν”, τώρα με την τουαλέτα. Ήμουν σε μια διαρκή συγκίνηση. Αυτό κι αν ήταν ταχύτητα. Και προ πάντων κοινή προσωπική σφαίρα: κατουρήσαμε μαζί. Αυτό κι' αν είναι κοινό βίωμα!<br />
<br />
Εν τω μεταξύ τάχα κάνει μπαλόνια στον καλαμαρά διπλά μου. Αναστέναζα κάθε τρεις και λίγο. Αρχίσαμε να καταστρώνουμε συνομονωτικό σχέδιο πως θα τον βγάζαμε φωτογραφία με το iPhone χωρίς να χαμπαριάσει οτιδήποτε για να τον έχω τα βράδια σαν βάση ικανοποίησης. Ο καλαμαράς το διασκέδαζε όσο χωρίς προηγούμενο στη ζωή του. Αποφασίσαμε ότι θα έπαιρνε το iPhone και θα προσποιούνταν ότι έβγαζε έμενα φωτογραφία ενώ θα εστίαζε τον Μπενζ πίσω μου. Σατανικό σχέδιο, δολιοφθόρο, άλλα με έμενα να είμαι χέστρα όταν πρέπει το σίδηρο να κολλήσει στην φωτιά κώλωσα την τελευταία στιγμή. Σχέδιο Βήτα δεν υπήρχε, άρα έμεινα προς το παρόν χωρίς φωτογραφία του. <br />
<br />
Διπλά από τον Βέλγο κάθεται ένας μαύρος κι άραχνος από την Μπαγκλαντές. Γενικός ότι έχει να κάνει με χώρες εκτός ΝΑΤΟ δεν είναι του γούστου μου αλλά η ανάγκη με έσπρωξε να αποδεχτώ τις κινήσεις γνωριμίας από πλευράς του τριτοκοσμικού για να έρχομαι δήθεν πιο κοντά στο όνειρο. Ο τριτοκοσμικός, που είναι και διαόλου κάλτσα έχει στ' αλήθεια πολύ χαβαλέ και κάνουμε αρκετά αστεία άλλα ο Βέλγος κρατάει τις αποστάσεις. Η αγάπη μένει στάσιμη.<br />
<br />
<br />
Λίγες μέρες αργότερα ήταν πάλι μια από τις στιγμές του Χοσέ. Πάλι η ίδια διαδικασία...και τυχαία πάλι ο κούκλος διπλά μου. Πάλι χαμόγελο, πάλι κάτι άσχετο για να ξεφύγει από την αμηχανία που φανερωτατα του δημιουργούσε η πολιορκία μου και πάλι η ελπίδα για γάμο. Αυτή την φορά πολύ εντονότερη αφοί ο πρίγκηπας μου πρέπει να είναι και εξαιρετικά καλά εξοπλισμένος. Η μελέτη μου δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας: Είναι ψηλότερος από μένα. Ήρθε στην τουαλέτα, με μια κίνηση άνοιξε το τζιν του κι άρχισε σε χρόνο ντε τε να διεκπεραιώνει το καθήκον. Σε αντίθεση εγώ πάω μπροστά από το πισσουαρ, αγωνίζομαι να ανοίξω τα κουμπιά της βερμούδας που με βασανίζουν κάθε φορά, μετά αγωνίζομαι να βρω τον Χοσέ, να τον ξεμουδιάσω πρώτα από εκεί που βρίσκεται πριν του επιτρέψω να βγει στον καθαρό αέρα κι όταν τελειώσει επαναλαμβάνεται ο ίδιος καυγάς για να ξαναμπεί στο καταφύγιο του. Που αφήνει να εννοηθεί ότι ο Χοσέ είναι ένας μέτριος μέχρι κανονικός τύπος ενώ του Μπενζ μάλλον θεόρατος γιατί με μια κίνηση βρίσκεται αμέσως σε θέση και λειτουργία. Όλη αυτή η επιστημονική μελέτη και αποτέλεσμα με έκαναν να ξετρελαθώ ακόμα περισσότερο με το βελγικό γλυκό που τώρα μου έχει γίνει πια εμμονή. Δηλαδή περάσαμε σ' ένα ανώτερο στάδιο της σχέσης μας, τελείωσαν οι αρραβώνες και πάμε για παντρειά. <br />
<br />
Δυο φορές κοινές εμπειρίες κατουρήματος. Υπάρχει τίποτα πιο έντονο προγαμιαίο; Τουλάχιστον αυτό λέει κι η Νάταλι που έχει χαθεί στον επιταχυντή της Γενεύης και της τα 'χω πρήξει στο Σκαϊπ.<br />
<br />
Το επόμενο στάδιο με περιμένει ακόμα. Μάλλον θα 'ναι αυτό που θα φάω μπουγέλωμα.</span>Unknownnoreply@blogger.com3tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-15772179097675538242011-06-02T11:12:00.000+02:002015-03-06T09:21:24.993+01:00Πτι Φουρ<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgWA6blKgl1U7LZnytLpRFeT0OLM0sZ_ZIZoQC-U1nlVD7F65bq8wCVlUBwUfZ83YINt4AzpX3lDffdrmNIz69GPzlh2gNhczuBg8cMRpCA0clJiQrwo6ybTIC3nFeHxVKqsgyxCgbZQvs/s1600/on_a_clear_day-760x562.jpg" imageanchor="1" style="clear: right; float: right; margin-bottom: 1em; margin-left: 1em;"><img border="0" height="236" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgWA6blKgl1U7LZnytLpRFeT0OLM0sZ_ZIZoQC-U1nlVD7F65bq8wCVlUBwUfZ83YINt4AzpX3lDffdrmNIz69GPzlh2gNhczuBg8cMRpCA0clJiQrwo6ybTIC3nFeHxVKqsgyxCgbZQvs/s320/on_a_clear_day-760x562.jpg" width="320" /></a></div>Θωρώ τον τζιαι φύρνουμαι. Ακούω τα γαλλικά με την αρρενωπή του φωνή και φτάνω στην αποκορύφωση (θεωρητικά βεβαία).<br />
Είναι σαν τα παραδοσιακά γαλλικά γλυκά παστάκια που δεν μπορείς να σταματήσεις να τα χλαπακιάζεις. Είναι ακράτητη η ορμή που με κυριαρχεί να τον χυμήξω και να τον γευτώ από την κορφή μέχρι τα νύχια και πιο βαθεια. Το βασανιστήριο είναι ακόμη μεγαλύτερο γιατί κάθεται στο αμέσως διπλανό γραφείο και προστίθεται ότι έχω πάθει μυικό τραλαλά στο σβέρκο γυρίζοντας όλη την ώρα προς τα δεξιά να πάρω την οπτική μου δόση. Πόσες φορές να μου πέσει το στυλό στο πάτωμα, πόσες φορές να τεντωθώ γυρίζοντας στα δεξιά και ποτέ μα ποτέ στα αριστερά (τι να δω εξάλλου στ' αριστερά; τον βλάχο τον καλαμαρά συνάδελφο;), άσε δε που έπαθε ψύξη η μουτσούνα μου γιατί έχω ένα διαρκές χαμόγελο όποτε τον κοιτάζω.<br /><a name='more'></a><br />
<span class="fullpost"><br />
Είναι γλύκας ο άτιμος σε σημείο που έχω γελοιοποιηθεί. Στην δουλειά δεν ξέρει κανείς ότι είμαι γκέι... ακόμα. Αποφεύγω από καιρό να κάνω τέτοιες ανακοινώσεις γιατί πριν από πολλά χρόνια απολύθηκα στην Γερμανία εμμέσως γιατί ήμουν γκέι. Τότε όμως δεν ήταν θεσμοποιημενος ο όρος του mobbing κι έτσι πήρα τον πούλλο μου (έκανα δικαστική αγωγή και την κέρδισα αλλά τι τα θες – το ψυχικό κέρατο σου μένει). Έκτοτε ο Γκρηκστόρης...στρέητ, πολύ στρέητ. <br />
<br />
Ο πτι φουρ είναι Βέλγος (το κουκλί μου). Οι Βέλγοι είναι καλοί στο κρεβάτι (το ξέρω γιατί κρεβατιάστηκα με την μισή Λιέγη). Κάθε άλλο βέαια από πετί. Με περνά ένα κεφάλι και είναι ξυλαγγουρέ, ημιμουστακωμένος και κάπως άτσαλος στην κίνηση του. <br />
Έχει χείλη σαρκώδη σ ένα γαλακτερό πρόσωπο και στρατιωτικό κούρεμα. Φοράει Asics Tiger με καλτσάκια και παρακολουθώ τους απογυμνωμένους αστράαλους του με τα κάποια τριχοκατάλοιπα που καταφέρνουν να ξεφύγουν από το καμουφλάζ του τζιν και νιώθω σαν να κάνω έρωτα μαζί του. Γυρνώ να τον κοιτάξω τουλάχιστον αμέτρητες φορές κάθε ώρα και τις μισές με πιάνει στα πράσα οπότε από αμηχανία περισσότερο (και μάλλον μ' ένα ανέκφραστο ερωτηματικό) ανταποδίδει το χαμόγελο. <br />
<br />
Αυτή η διαδικασία τρέχει εδώ και κάτι βδομάδες: τον παρακολουθώ με βλέμμα απλανές προς το μαλακισμένο, κάποτε μου χαμογελά, τις περισσότερες φορές με γράφει, είμαι σίγουρος ότι υποψιάζεται το ανυποψίαστο αλλά του είμαι βασικά αδιάφορος. Δεν χωρεί αμφιβολία ότι είναι στρέητ αλλά αυτό δεν υπήρξε σε καμιά χρονική εμπόδιο για μένα και την αρρωστημένη φαντασία μου. <br />
<br />
Ενώ πέθαινα για περαιτέρω δεν έκανα καμιά πιο εμφανή προσπάθεια για επαφή. Μέχρι που προχτές έφερα μαζί μου την κατά την γερμανική διαφήμιση την μακρύτερη πραλίνα του κόσμου (ένα κουτί απ αυτές βασικά) αφήνοντας το πάνω στο γραφείο μου. Όπως περνούσε από δίπλα μου, τις είδε. Το πρόσωπο του έλαμψε, μου χάρισε το γλυκύτερο χαμόγελο που μπορούσε και με ρώτησε αν μπορούσε να πάρει μια. <br />
Ναι! Η επαφή έγινε! Πέρασαν βέβαια μια μέρα και τρεις ώρες μέχρι να βρω ευκαιρία να ρωτήσω τ όνομα του αλλά το έμαθα: Μπενζινών. Από την Λιέγη. Το χει η πολύ φαίνεται.<br />
<br />
Η παιδική του αρρενωπότητα με συνεπαίρνει και η αθωότητα που ακτινοβολεί με ξελογιάζει γιατί την νιώθω σαν έκφυλη σεξουαλική έλξη επειδή δεν είναι αθώος, απλά έτσι φαίνεται. <br />
<br />
Τα' χω πρήξει στον καλαμαρά δίπλα μου που με ξέρει χρόνια στο σημείο να μην μπορεί πια να ακούει τίποτε άλλο περί πτι φουρ. Τις σοκολάτες όμως ξέρει να τις τρώει ο πουσστοκαλαμαράς, το κέρατο του. </span>Unknownnoreply@blogger.com3tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-74511683985708784072011-05-29T10:23:00.001+02:002015-03-06T09:21:36.813+01:00Ρεαλιστικές Συνειδητοποιήσεις (3)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjwYaoOyluWv7whlZbxUScYhfdFmd8L7pJEqslxyNVk7TLYTB-vrKLSJX5cVWDuict2IVMQE2bMZrF03PX3Sauh6d4B-yL7KeHovZDSwQJefXsAWTSMI0FUCsRc80VOw7Bqa9WLII2yKCs/s1600/single_man_double_bed-593x760.jpg" imageanchor="1" style="clear: right; float: right; margin-bottom: 1em; margin-left: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjwYaoOyluWv7whlZbxUScYhfdFmd8L7pJEqslxyNVk7TLYTB-vrKLSJX5cVWDuict2IVMQE2bMZrF03PX3Sauh6d4B-yL7KeHovZDSwQJefXsAWTSMI0FUCsRc80VOw7Bqa9WLII2yKCs/s320/single_man_double_bed-593x760.jpg" width="249" /></a></div>Η γερμανική ανθρωπιά υπάρχει για το θεαθήναι, για να γίνεται αποδεκτός ο Γερμανός από τους υπόλοιπους λόγω πολιτικής η γιατί τον εξαναγκάζει ο νόμος: ναι η γερμανική ανθρωπιά προσδιορίζεται κι αυτή από τον νόμο όπως και αμέτρητες άλλες καταστάσεις, όπως πως και πότε έχεις το δικαίωμα η και την υποχρέωση να αναπνεύσεις, να ζήσεις η να πεθάνεις. Ακόμα και ο θάνατος είναι μια νομική προδιαγραφή. Αν πεθάνεις εκτός προδιαγραφών τότε μπορεί και να μην είσαι νεκρός για τον γερμανικό νόμο.<br />
<br />
Αν η φούσκα σου είναι έτοιμη να σκάσει από το κατούρημα και δεν βρίσκεις δημόσια τουλέτα με πενήντασεντ για να μπεις να ξαλαφρώσεις η δεν έχεις τα πενήντασεντ, και κανένα μπαρ η εστιατόριο δεν σε αφήνει να μπεις μέσα να κατουρήσεις αφού δεν έσταξες πιο πριν τον οβολό σου, και βρεις απελπισμένος την πρώτη μισοδιακριτική γωνία κάπου να κατουρήσεις και σε πιάσει στα πράσα η αστυνομία τότε την έχει βάψει το πορτοφόλι σου.<br />
Αν σαν πεζός περάσεις σ έναν έρημο, νεκρό δρόμο που δεν υπάρχει ψυχή με κόκκινο την διάβαση πεζών και τύχει να σε δει η αστυνομία πάλι θα βογκήξει το πορτοφόλι σου.<br />
Στην Γερμανία τα πάντα έχουν μια τιμή, ακόμα και το κάτουρο και το σκατό σου.<br /><a name='more'></a><br />
<br />
Στην Γερμανία το ότι ζεις, ότι υπάρχεις εφάπτεται του ποινικού αδικήματος. Είσαι εξ ορισμού μέχρι αποδείξεως του αντιθέτου (τρέχα γύρευε δηλαδή) το ποινικό αδίκημα. Είναι θέμα αρχής λοιπόν και επεξήγησης: είσαι σαν άνθρωπος εξ ορισμού άνθρωπος και μετά γίνεσαι στοιχείο αποποινικοποιημένο η σε θεωρεί η ανώτερη αρχή ποινικό αδίκημα εξ ορισμού και είναι καθήκον σου παράλληλα με τον κεφαλικό που πληρώνεις να αποδυναμώνεις ότι δεν είσαι εγκληματικό στοιχείο η δεν έχεις κλίσεις εγκληματικότητας? Στην Γερμανία ισχύει το δεύτερο: είσαι πρώτα ο μαλάκας και μετά ο κρίκος από τον οποίο είναι φτιαγμένη η αλυσίδα.<br />
<span class="fullpost"><br />
Καθώς εκφράζω αυτές τις εμπειρίες και σκέψεις στον υπολογιστή (παλιά θα λεγα στο χαρτί αλλά πάει πια..) διαβάζω παράλληλα διάφορα άρθρα από δημοσιογράφους στο ίντερνετ κάποιες φόρες πάνω στο συγκεκριμένο θέμα θέλοντας να ανακαλύψω αν αυτά που βιώνω και αισθάνομαι σαν άτομο υποκειμενικό είναι βιώματα η και σκέψεις που υπήρξαν η υπάρχουν σαν θέματα και για άλλους. </span><br />
<span class="fullpost">Ο Ιταλός δημοσιογραφούν Κούρτσιο Μαλαπάρτε, που έζησε έντονα τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, στην πορεία του μέσα από την εμπόλεμη Ευρώπη είχε μιλήσει με πολλούς Γερμανούς και συμπεραίνει ότι: “Αυτό που ωθεί τον Γερμανό στη σκληρότητα, στις πιο ψυχρά, πιο μεθοδικά, πιο επιστημονικά σκληρές πράξεις, είναι ο φόβος. Ο φόβος των καταδυναστευμένων, των αόπλων, των αδυνάτων, των αρρώστων, ο φόβος των γέρων, των γυναικών, των παιδιών, ο φόβος των Εβραίων. [...] Τη μυστηριώδη ευγένεια των καταδυναστευμένων, των αρρώστων, των αδυνάτων, των αόπλων, των γερόντων, των γυναικών, των παιδιών, ο Γερμανός την αντιλαμβάνεται, τη νιώθει, τη φθονεί και τη φοβάται, ίσως περισσότερο από κάθε άλλο λαό της Ευρώπης. Και την εκδικείται ”(Από την Καθημερινή).</span><br />
<span class="fullpost"><br />
Βέβαια αυτό ίσως να μην ισχύει πια σε ολοκληρωτική κλίμακα για τον μοντέρνο Γερμανό, αλλά όπως παρατηρεί και ο δημοσιογράφος της Καθημερινής “αμφότεροι ξεκινούν από το ίδιο σπέρμα του φόβου”.<br />
<br />
Ένας λοιπόν απ τους λόγους της (προσωρινής) ισορροπίας μου είναι ότι ξέφυγα επαγγελματικά και εν μέρη κοινωνικά από το γερμανικό περιβάλλον αφού η τύχη με έφερε να εργαστώ στην Ολλανδία και μάλιστα στο Μααστριχτ όπου υπογράφτηκαν όλες οι συνθήκες που γαμούν όλες τις φτωχές χώρες της ακόμα ευρωπαϊκής ένωσης. Αντιδρώ σε κάθε αλλαγή και ενώ όλες οι θεωρίες απαιτούν κατά τρόπο να δεχόμαστε την αλλαγή σαν κάτι θετικό, η ανθρώπινη φύση αποφεύγει την αβεβαιότητα. Η αποφυγή της αβεβαιότητας υπάρχει μέσα στην φύση μας, δεν είναι κάτι το οποίο μαθαίνεται σαν συμπεριφορά, έτσι τουλάχιστον γράφει ο Χοφστετε, και προχωρεί λέγοντας ότι ο βαθμός της αποφυγής της αβεβαιότητας διαφέρει από πολιτισμό σε πολιτισμό. Η αλλαγή είναι από την άλλη ένα φυσικό φαινόμενο και την φοβόμαστε ενόσω δεν ξέρουμε περί τίνος πρόκειται και άρα δεν καταλαβαίνουμε το νόημα της. Άρα αρχίζοντας σ ένα καινούργιο περιβάλλον στην Ολλανδία με έκανε πολύ σκεπτικό όπως επίσης και η απόφαση που πήρα σε λίγο καιρό να εγκαταλείψω την Γερμανία με κάνει να χέζομαι.<br />
<br />
Το καινούργιο άγνωστο περιβάλλον παρουσιάστηκε ανθρώπινο και φιλικό. Μπήκα μέσα στο κτίριο και πρόσεξα αμέσως κάτι διαφορετικό. Χρειάστηκα λίγο χρόνο να αντιληφθώ τι ήταν αυτό: ο κόσμος στην πλειοψηφία του ακτινοβολούσε μια θετικότητα, έστελνε ένα χαμόγελο. Το καλημέρα συνοδεύεται με ένα χαμόγελο, πάντα, άσχετο από ποιον. Σκέφτηκα ότι ίσως να ναιι ηεπίδρασηη τουχόρτουυ πουυπάρχειι αφειδωλωςεδώω στη Ολλανδίαααλλάα δενείναιιμόνοοαυτό.. Είναι απλά ένας άλλος πολιτισμός παρ όλο ότι είναι μόνο σαράντα χιλιόμετρα μακρυά απ το Άαχεν προς τα δυτικά. Είναι ένα άλλος κόσμος. Δουλεύω σε μια εταιρεία με περισσότερα από χίλια άτομα προσωπικό, είμαστε όλοι ανώνυμοι. Και υπάρχει μια έστω προσποιητή, κομψή ευγένεια που μου φαίνεται εξωτική και μοναδική. Δεν την εξιδανικοποιω, υπάρχουν κι εδώ οι μούργοι και τα στριμμένα έντερα, καμιά αμφιβολια γι αυτο. Αλλά η κύρια κλίση χαρακτηρίζεται από την ευγένεια. Κι αυτό εμένα μου αρκεί. Δεν αναζητώ ουσίες στους ξένους ούτε και ποιότητες. Αλλά οι βασικοί κανόνες συμπεριφοράς υπάρχουν και αυτό είναι βασικό στοιχείο για την επιβίωση της εργασιακής μέρας και την ισορροπία στον χώρο εργασίας. Άλλο είναι να μπαίνεις κάπου και να κυριαρχεί στην ατμοσφαίρα μια, το τονίζω έστω και προσποιητήήαλλάά μηνανιχνεύσιμηη ως προς τοπροσποιητήή, φιλοκοτητα κιάλλοο ναμπαίνειςς στονοποιονδήποτεεγερμανικόοχώροοόχιι σανυπάλληλοςςάλλαα σανπελάτηςςακόμαα και ναθέλειςς ναζητήσειςςσυγνώμηηγιατίιθέλειςς ναξοδέψειςς ταλεφτάασου. Άλλο να ακούς ένα μουσικό καλημέρα η άλλου του είδους χαιρετισμό κι άλλο ένα μουγκρητό που να σε στέλνει από κει που ήρθες.<br />
<br />
Η προσέγγιση είναι εξωτική (σε σύγκριση με αυτά που έζησα στην Γερμανία): πριν από κάποιες μέρες μου ζήτησαν αν μπορούσα να κάνω την τελευταία βάρδια. Εδώδω έγκειται η διαφορά: μου ζήτησαν. Δεν το επέβαλαν. Δέχτηκα. Τριάντα λεπτά πριν σχολάσω έγινεεέναα χαος και με ρωτησαν αν θα με πειραζε να μεινω επιπλεον απροσδιοριστα μεχρι να ξεκαθαριστι το χάος. Δέχτηκα γιατί αυτό ήταν κατά τη γνώμη μου το σωστό και εξάλλου δεν είχα και κανέναν να με περιμένει. Στην δεύτερη δουλειά είχα βρει ήδη αντικαταστάτη γι αυτό το έκτακτο κι έτσι δεν ανησύχησα. Τότε έζησα το αναπάντεχο: Οι δυο προϊστάμενοι μου ήρθαν από δυο φορές και εκφρασαν τον ενθουσιασμό και την ευγνωμοσύνη τους που έμεινα αποργραμματιστα σαν στήριξη την ώρα της κρίσης (εγώ προσωπικά κρίση δεν κατάλαβα και πολύ άλλα δεν κολλώ εδώ τώρα). Μέσα μου εικονικά είχε πέσει το σαγόνι στο πάτωμα. Στην Γερμανία θα ήταν για τους προϊσταμένου αυτονόητο ότι θα έμενα εκεί και το ευχαριστώ ούτε στην άλλη ζωή δεν θα το άκουγα, εννοείται ότι το χαμόγελο θα ήταν άγνωστη μυική έκφραση προσώπου. Είναι απλά τα κάτεργα με τον Ιαβέρη κλωνοποιημενο σε εκατομμύρια.<br />
<br />
Αυτές είναι πολιτισμικές διαφορές που κάνουν κάποιον αν έχει μεγαλώσει με τις συγκεκριμένες προδιαγραφές να τις εκτιμά και να της αναζητά. Άρα ζώντας σε χώρες όπως η Γερμανία όπου ο άνθρωπος είναι εξ ορισμού θυματοποιημενος και άρα λαμβάνει την ανάλογη συμπεριφορά γίνεται κάποιος σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα εξαρτημένος από τα αντικαταθλιπτικά η το πότο η και τα δυο.<br />
<br />
Το απόφθεγμα:<br />
άρχισα να μαι πάλι καλά. Δυο χρόνια σχεδόν μετά που με άφησε ο Σσιατς, σχεδόν πέντε μετά τον ατελείωτο Γολγοθά (που κάποτε έφτασε κι αυτός στο τέλος του, για πρώτη φάση τουλάχιστον) και δεκατέσσερα μετά που τον γνώρισα, ξαναβλέπω κάπως το φως. Γελώ, κάνω πλάκες, τον παίρνω αβέρτα κι ασταμάτητα (όχι πως η καταχθονικη φάση υπήρξε εμπόδιο στην διοχέτευση τεστοστερονικης ενέργειας) , δεν επαναστατώ δραματικά, άλλα κάπως άρχισα να ζω. Μια δύσκολα περιγραφόμενη μελαγχολία με συνοδεύει όλες τις ώρες άλλα έχω μάθει να συνυπάρχω μαζί της αρμονικά και δεν με πολύ ενοχλεί. Είναι η ανάμνηση του, οι εικόνες στο μυαλό μου, οι σκέψεις και τα αναπάντητα ερωτηματικά, κάποτε και λίγες στιγμές απελπιστικού αδιεξόδου, είναι όμως όλα μέρος του ταξιδιωτικού πακέτου και με συνοδεύει αναγκαστικά. Συμφιλιώθηκα μαζί του, το δέχτηκα σαν αναπόσπαστο μέρος της τωρινής μου ζωής και.. ως πάρα τζει. </span>Unknownnoreply@blogger.com3tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-26669913554619460262011-05-25T18:48:00.002+02:002015-03-06T09:21:49.105+01:00Ρεαλιστικές Συνειδητοποιήσεις (2)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjuU5aZHZ7jgV6C6Cdh-mFV839QtetlCmVvfZXwQ3mQXgOA3UFX-MKXf8q3Il9nmDCOiXzNiFvEVAEE_ca_fvzl3wkOcToMMXd9Xi5IySHTNeWhC_g0HCt2xO-1ET4ORZA-xhganGTAHF4/s1600/laundry_day_in_san_jose-589x800.jpg" imageanchor="1" style="clear: right; float: right; margin-bottom: 1em; margin-left: 1em;"><img border="0" height="320" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjuU5aZHZ7jgV6C6Cdh-mFV839QtetlCmVvfZXwQ3mQXgOA3UFX-MKXf8q3Il9nmDCOiXzNiFvEVAEE_ca_fvzl3wkOcToMMXd9Xi5IySHTNeWhC_g0HCt2xO-1ET4ORZA-xhganGTAHF4/s320/laundry_day_in_san_jose-589x800.jpg" width="235" /></a></div>Πριν από έξη βδομάδες άρχισα μια καινούργια εργοδότηση. Τίποτα το φαινομενικό από πλευράς αντικειμένου, αλλά η πρώτη μου εργοδοτηση μετά από χ συν ν χρόνια ελεύθερου επαγγελματισμού. Για να μην πιστέψει κάνεις ότι γίνονται θαύματα, η εργοδότηση δεν ήρθε από τον ουρανό σαν ανταμειβή των φανταστικών και ποιοτικών αιτήσεων που ούτως η άλλως κάνω και πέφτουν παταγωδώς στο κενό (πως μπορεί να ναι παταγώδης η πτώση σ ένα κενό αφού είναι κενό;). Ήταν περισσότερο αποτέλεσμα μιας επιφανεικακής γνωριμίας και συμπάθειας με έναν έλληνα που δουλευει στην εταιρεία που με εργοδοτησε και ο οποίος ανακοίνωσε τις κενές θέσεις γιατί για κάθε καινούργιο θύμα υπάρχει μια ανταμοιβή πεντακοσίων ευρώ.. Ας είναι και χαλάλι του. Δεν είναι και καμμιά θέση που απαιτεί ακαδημαϊκά προσόντα, άλλα έξη βδομάδες μετά αναρωτιέμαι πως χωρίς κάποια ακαδημαϊκά προσόντα η και επαγγελματική πείρα μπορεί κάποιος να επιβιώσει σ αυτή την θέση. Όπως και να χει είμαι μέσα. Δουλεύω για έναν κολοσσό ηλεκτρονικών υπολογιστών στην Ολλανδία. Δεν είναι μόνιμη θέση, είναι προσωρινή.<br />
<span class="fullpost"> Ο μισθός είναι ας πούμε για κεντροευρωπαϊκά δεδομένα ούτε κάλος ούτε κακός, που σημαίνει ουσιαστικά ότι δεν τα βγάζω πέρα άρα το παίζω τα βράδια μπάρμαν α λα Κρουζ σε έναν Ιταλό στην Γερμανία (αυτό κι αν είναι πολυπολιτισμική σκλαβιά). Ξαναδατε μπάρμαν με μια ντουζίνα πτυχία; Ε τον βλέπετε τώρα. Αυτός είναι προσοντούχος λουζερ. Ας είναι πάλι. </span><br /><a name='more'></a><br />
<span class="fullpost"><br />
Κει που ήθελα να καταλήξω είναι ότι νιώθω για πρώτη φορά μετά από μια αιωνιότητα μια ευγνωμοσύνη. Νιώθω ευγνωμοσύνη που άρχισα να ζω μια ισορροπία. Γιατί ζω μια ισορροπία. Έστω και προσωρινά είναι σαν να μην έχω άγχος υπαρξιακό, άγχος επιβίωσης. Δουλεύω δεκαέξι ώρες την μέρα, δεν έχω καμιά ππροσωπική ζωή, οι ώρες του ύπνου δεν φτάνουν, ελεύθερος χρόνος είναι πια άγνωστος αλλά δεν με νοιάζει. Γιατί;<br />
<br />
Γιατί είμαι ξανά μέλος σε μια κοινωνική ομάδα. Ανήκω σ έναν εργασιακό κύκλο, καλός η κακός άσχετο, κι αυτό είναι μια έμμεση αναγνώριση τόσο των οποιονδήποτε επαγγελματικών μου ικανοτήτων όσο και των κοινωνικών. Η αναγνώριση είναι ζωτικής σημασίας για την ανθρώπινη ζωή στην κοινωνία ανέκαθεν, είναι μια από τις βασικές δευτερεύουσες ανθρώπινες ανάγκες, όπως η ανταμοιβή για την εργασία, η ανάγκη για ανθρωπινή επαφή, για ανθρωπινή σχέση που μεταδίδει επιβεβαίωση. Ζώντας χωρίς την αναγνώριση οποιουδήποτε επίπεδου είναι ίσο με τον ψυχοπνευματικό και άρα με τον φυσικό θάνατο.</span><br />
<span class="fullpost"><br />
Έχω αποκτήσει μια δομή στην καθημερινότητα μου άλλα και μια προοπτική. Δεν σκέφτομαι επίμονα τον Σσιατς συνέχεια, συμφιλιώνομαι σταδιακά με την απουσία του σκύλου, άρχισα να βλέπω κάποιο φως. Γνώρισα καινούργιο κόσμο, βλέπω άλλες φάτσες, έχω εναλλαγή εικόνων: επίσης βασική ανάγκη – η δραστηριότητα της περιέργειας που εξυπηρετεί την ανάπτυξη και επιμήκυνση του γνωστού χώρου επιβίωσης, που ερεθίζει τις αισθήσεις μας σε γενικό και συγκεκριμένο επίπεδο.</span><br />
<span class="fullpost"><br />
Μετά από χρόνια νιώθω σε γενικές γραμμές καλά. Γι αυτό είμαι ευγνώμων. Προσπαθώ να το κρατήσω αυτό το αίσθημα όσο πάει, έχοντας τόσα χρόνια την εντύπωση ότι δεν το έζησα ποτέ. <br />
<br />
Η ισορροπία έχει κι άλλους λόγους όμως, πέρα απ τους εμφανείς. Είναι γνωστό ότι δεν γουστάρω την γερμανική νοοτροπία (δεν το χετε καταλάβει μέχρι τώρα φαντάζομαι). Σε αυτή τη χώρα δεν υπάρχει σχεδόν τίποτα που να με ελκύει. Αναμφίβολο είναι ότι η χώρα και η κουλτούρα της έχουν εξαιρετικά θετικά στοιχεία όπως και η κάθε κουλτούρα και είμαι βέβαιος ότι αυτή η κουλτούρα προσφέρει τα θετικά της ωφελήματα σε οποιονδήποτε θέλει να τε δεχτεί. Εγώ δεν θέλω και άρα δεν μπορώ να τα δεχτώ γιατί δεν υπάρχει χημεία μεταξύ μας. Είναι σαν προσπαθεί κάποιος γκέι κατά κόρον να έλθει εις Κυρίου Συνούσιαν με μια γυναίκα και να πρέπει να το απολαύσει κιόλας. Το χειρότερο δε να της κάνει και στοματικό. Δεν γίνονται αυτά.<br />
<br />
Έμαθα να ζω μέσα στην κουλτούρα αλλά δεν αφομοιώθηκα και ο λόγος είναι αμφίδρομος βέβαια με το βάρος να γέρνει στην γερμανική πλευρά (τι άλλο?). Τολμώ να θέσω την θεωρία ότι η αρμονική η όχι επιβίωση σε έναν πολιτισμό είναι ανάμεσα σ άλλα και θέμα χημείας μεταξύ του μετανάστη και της κοινωνίας που εισέρχεται: είτε ταιριάζουν είτε όχι. Η εξαναγκαστική συμβίωση θα είναι δραματική και τραυματική. Αν το πνεύμα του μετανάστη είναι ελεύθερο και κριτικό τότε η εξαναγκαστική συμβίωση έχει γρηγορότερο τέλος από την αρμονική. Έκτος κι αν πρόκειται για μαζόχα.<br />
<br />
Ο μέσος Γερμανός είναι μούργος, σκατόφατσα, ανοργασμικός. Δεν έχει χιούμορ όπως το καταλαβαίνουμε εμείς που έχουμε χιούμορ (τρομάρα μας). Αν πεις κάτι ανόητο για να γελάσεις με σοβαρή έκφραση θα ξενερώσεις γιατί θα σε διορθώσει αμέσως. Αν καταλάβει ότι είναι αστείο τότε συνήθως θα μουγκρίσει κάτι ακατανόητο κι εσύ μένεις χάσκοντας προσπαθώντας να καταλάβεις που πήγε η έξαρση . <br />
<br />
Ο Γερμανός είναι υπεροπτικός. Τελευταία φρεσκοκαλιεργημένα παραδείγματα οι αντιδράσεις του όσο αφορά το ελληνικό χρέος. Η Αφροδίτη της Μήλου φιγουράρει με το καβλοδάκτυλο σε πρωτοσέλιδο δήθεν σοβαρού περιοδικού, οι δηλώσεις της Μέρκελ ότι οι μεσογειακοί πρέπει να αρχίσουν να δουλεύουν περισσότερα χρόνια είναι κάποια από τα χαρακτηριστικά της γερμανικής υπεροψίας. <br />
Δεν ισχυρίζομαι ότι εμείς είμαστε αλάθητοι η αθώοι. Θεός φυλάξει, αντιθέτως. Άλλα αυτοί είναι μουλωχτοί στην υπεροψία κατάλοιπο της μεταπολεμικής Ευρώπης. Κάθε λαός και ηγεσία του αλληλοκατοπτρίζονται. Και τα κύρια ιστορικά χαρακτηριστικά του διαιωνίζονται. Με βάση αυτή την θέση τολμώ να πω ότι ο Γερμανός δεν έχει αποβάλλει από τον οργανισμό του το ναζιστικό γονίδιο (και για τους ορθολογιστές και μοραλιστής διευκρινίζω: ούτε ο Κύπριος ακροδεξιός έχει αποβάλλει το φασιστικό από μέσα του ούτε ο Ελλαδίτης ακροδεξιός έχει αποβάλλει την βασιλική λατρεία κοκ – απλά είναι αριθμητικές αναλογίες, άλλο να έχεις ογδόντα εκατομμύρια ναζιστικά γονίδια και άλλο μερικές εκατοντάδες. Ποιος έχει περισσότερες πιθανότητες να πράξει το κακό η το μοιραίο;). <br />
<br />
Ο Γερμανός δεν έχει πάθος ζωής: μπορεί να έχει πάθος αναγκαστικά κρυμμένο βαθειά μέσα του να εξολοθρεύει ζωές αλλά πάθος ζωής δεν έχει. Είναι μουνόπανο. <br />
Ο μύθος που κυριαρχεί ότι ο Γερμανός είναι ευθύς δεν υφίσταται. Δεν θα πει ποτέ αυτό που σκέφτεται κατάμουτρα αν μπορεί να στην φέρει πισώπλατα. Εδώ είναι η λεπτή διαφορά με άλλους λαούς: αν έχει την δυνατότητα επιλογής να σε μαχαιρώσει πισώπλατα η κατάφατσα θα διαλέξει το πισώπλατα για να ισχυριστεί μετά ότι δεν είχε επιλογή.</span><br />
<span class="fullpost"><br />
</span><br />
<span class="fullpost">Πρόσφατο παράδειγμα από γνωστό μου Γερμανό, που έρχεται να επιβεβαιώσει και δικές μου εμπειρίες οι οποίες δεν είχαν την τιμή να αποκορυφωθούν όπως αυτό. Στο κολυμβητήριο που πάμε για προπόνηση κολυμπούμε σε στυλ μπάτε σκύλοι αλέστε, γιατί δεν ανήκουμε σε έναν όμιλο και τις ώρες λειτουργίας ο κάθε άσχετος με μεγάλη πιθανότητα πνιγμού μπορεί να μπει στην πισίνα και να μας εμποδίσει από την προπόνηση. Υπάρχουν και κάποιες ώρες που οι υπάλληλοι βάζουν κάποιες διαδρομές (όχι για μας τα δελφίνια αλλά για τις χαζομαμάδες που θα ρθουν μετά με τα τσιριχτά τους προϊόντα χρυσοπληρώνοντας μια ώρα διδασκαλίας).</span><br />
<span class="fullpost">Γι αυτή την κίνηση υπάρχει μια νομική προδιαγραφή. Σ αυτή την διαδρομή είναι λοιπόν μια ομάδα από γρήγορους ερασιτέχνες κολυμβητές και για να μην υπάρχει φυσική σύγκρουση γίνεται μια σιωπηλή συμφωνία να κολυμπούν σε κύκλο. Είναι μια πράξη ελεύθερης βούλησης. Αλλά λογάριασαν χωρίς τον ξενοδόχο: μια γρια τσατσά αποφάσισε με το έτσι θέλω ότι ήθελε να κολυμπήσει σαν χελώνα ανάμεσα τους ενώ είχε δει ότι πρόκειται για δεινούς κολυμβητές. Και μπήκε σαν καβλί στην μέση τους. Όπως ήταν φυσιολογικό, κανείς από τους αθλούμενους δεν σταμάτησε να προπονείται κανονικά, αν και με δυσκολία, λόγω της τσατσάς. Και αυτό επειδή, αυτό είναι αλήθεια, βρεχόταν από τους κολυμβητές μέσα στην πισίνα απαίτησε από τον επιτηρητή και κάλεσε την αστυνομία κάνοντας παράπονο παρενοχλημένης. Ένας από τους κολυμβητές πλήρωσε την νύφη και φακελαρίστηκε από την μοντέρνα Γκεστάπο. Ναι λοιπόν, αυτή είναι η γερμανική νοοτροπία. </span><br />
<span class="fullpost"><br />
</span><br />
<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"></div><div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"></div><span class="fullpost">Ελάτε στην Ευρώπη του 2011. </span>Unknownnoreply@blogger.com1tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-35016690391697413332011-05-25T00:19:00.003+02:002015-03-06T09:22:04.806+01:00Ρεαλιστικές Συνειδητοποιήσεις (1)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhyjew9M60667bwkvmox1BhDWPWIgB7KnkQVbGb3NpZ5x0Qc38sHItVM6OCek2a0qmvHSZdmTjnPY60u-UyAXiC_IonkwLZoluj8ZVrdjBmMdSan2fnEBhPB9L3uJZFUztL-PMTcO4Yp3k/s1600/child_of_the_universe-760x584.jpg" imageanchor="1" style="clear: right; float: right; margin-bottom: 1em; margin-left: 1em;"><img border="0" height="153" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEhyjew9M60667bwkvmox1BhDWPWIgB7KnkQVbGb3NpZ5x0Qc38sHItVM6OCek2a0qmvHSZdmTjnPY60u-UyAXiC_IonkwLZoluj8ZVrdjBmMdSan2fnEBhPB9L3uJZFUztL-PMTcO4Yp3k/s200/child_of_the_universe-760x584.jpg" width="200" /></a></div>Ορισμένοι άνθρωποι αντιλαμβάνονται γρήγορα την ζωή, τις αλήθειες τις. Άλλοι πιο αργά συγκριτικά, άλλοι αργότερα κι άλλοι πότε.<br />
Ο υποφαινόμενος ανήκει κατά κύριον λόγο σε αυτούς που την αντιλαμβάνονται αργά, είναι με άλλα λόγια πετρελαιοκίνητος σε σημείο που θες σαν φίλος του να κτυπάς το κεφάλι σου στον τοίχο. Ευτυχώς δεν έχω φίλους κι έτσι δεν αγχώνομαι ότι είμαι υπεύθυνος για την υγειά τους...<br />
<br />
Τουτέστιν είμαι αργόστροφος όσον αφορά τις πραγματικότητες της ζωής. Το οποίον μπορεί να ναι και καλό αλλά και κακό: καλό γιατί μπορώ να ζω ακούσια στον κόσμο μου και κακό γιατί κατά την διάρκεια της προσγείωσης παθαίνω πατατράκ μέχρι να αντιληφθώ από που μου ήρθε.<br />
<br />
Στο μεγάλο πατατράκ των τελευταίων χρόνων έγινα μάρτυρας πολλών συνειδητοποιήσεων: Αναρωτιέμαι αν αυτές οι συνειδητοποιήσεις ήρθαν αργά στην ζωή μου όποτε επιβεβαιώνεται η αργόστροφη φύση μου η αν όντως ήρθαν στην μέσο όρο ορθή χρονική στιγμή. Άγνωστη η απάντηση άλλα όχι πια σημαντική.<br />
<br />
Η πρώτη συνειδητοποίηση είναι ότι μεγαλώνω.<br /><a name='more'></a><br />
<br />
<span class="fullpost"><br />
Όχι σε όγκο η βάρος (γίνεται κι αυτό περιοδικά και το καταπολεμώ περιοδικά) αλλά σε ηλικία. Όχι ότι πρωτύτερα δεν το ήξερα. Μόνο που τώρα όχι μόνο το ξέρω αλλά και το πιστεύω. Το πιστεύω όχι γιατί το βλέπω, να ναι καλά το μποτοξ και το υαλουρικον, αλλά γιατί το χωνεψα. Την ηλικιαν φυγείν αδύνατον! <br />
Πριν από κάποιους μήνες πήρα ένα ημεηλ από έναν άγνωστο και μου ζητούσε να τον περιλάβω στην λίστα των αγαπημένων μου μπλοκ έτσι ώστε να αποκτήσει αναγνωστικό κοινό. Πράγμα που δεν έπραξα για ευνοήτους λόγους. Δεν τον ήξερα, δεν ήξερα τι έγραφε η το πόθεν έσχες του. Και χρυσές σελίδες δεν έγινα ακόμα. Η περιέργεια μου όμως με έσπρωξε να διαβάσω το μπλοκ του για να δω περί τίνος πρόκειται. Και το διάβασα. Και έπεσα σε μεγαλύτερη από την ήδη υπάρχουσα κατάθλιψη. Πρέπει να ήταν ένας εξηντάρης εξηνταπενταρης, ίσως και μεγαλύτερος που ζούσε ανέκαθεν μια διπλή ζωή: με την γυναίκα του στο προσκήνιο και στα ξεχασμένα απ τον χρόνο σινεμά πορνό, στα σκοτεινά πάρκα και στα βρώμικα δημόσια αποχωρητήρια στο παρασκήνιο αναζητώντας τους άντρες που δεν μπορούσε να κοιτάξει με θάρρος κάτω από το φως του ήλιου. Και τώρα στο λυκόφως της ζωής του έγραφε σαν άγνωστος ανώνυμος (ΑΑ) τις εμπειρίες του ξαναζώντας τες και αναζητώντας τες μέσα στις αναμνήσεις του σαν τελευταία προσπάθεια ενός ύστατου, άυλου, κρυφού οργασμού. Από τα απλά, με απειρία χαρακτηρισμένα γραφόμενα του αναδυόταν έντονα η νοσταλγία για την ζωή που δεν έζησε καθώς δεν είχε το θάρρος να εναντιωθεί στην κοινωνία που τον ανάθρεψε. Περιόρισε τις αναμνήσεις του στο απαγορευμένο και βασικά έμεινε σε μια εθελοντική μελαγχολία κι απομόνωση όλη την ζωή του. <br />
<br />
Μελαγχόλησα όταν τελείωσα τα λίγα άρθρα του. Ξύπνησαν μέσα μου οι φόβοι της μοναξιάς, άρχισα να βλέπω πιο ξεκάθαρα που οδηγεί η ηλικιακή φθορά: στην διατήρηση της ζωής μας μέσα από μακρινές αναμνήσεις, στην πικρά της πραγματικότητας του να γερνάς (Τανια Τσανακλιδου Μαμά Γερνάω, προφητικό), στον θάνατο της ομορφιάς, της έλξης, στην μοναξιά, στο τέλος.<br />
Οου φακ, εισήλθα σε πανικό. Η φωνή μέσα μου έλεγε ότι έτσι θα καταντούσα κι εγώ, με έβλεπα αλήθεια να γίνομαι ένας γέρος παράξενος κι ανήμπορος να ζω μοναχός με τις αναμνήσεις μου, να μη θέλει πια να μ αγγίξει κανείς (κλασσική η σκηνή με την Μπάρμπαρα Στάνγουικ στα “Πουλιά πεθαίνουν τραγουδώντας” να φωνάζει στον Ρίτσαρντ Τσάμπερλεν – δεν ήξερε στο έργο ότι στην πραγματικότητα ήταν κι αυτός καραδελφη – ότι ακόμα ποθεί κι ότι είναι φυλακισμένη στο γερασμένο σώμα της), φτωχός και στερημένος να περιμένω να πεθάνω κάπου ξεχασμένος. Σε ένα από τα γραφόμενα μου είχα αναρωτηθεί: ποιος είναι ο σκοπός της ζωής μου τελικά; Να περάσω ασήμαντος ένα μονοπάτι για να πεθάνω σαν ανύπαρκτος χωρίς μια σημασία; Κι όμως αυτή είναι μια συνειδητοποιημένη πραγματικότητα.</span><br />
<span class="fullpost"><br />
Η επόμενη συνειδητοποίηση είναι η επαγγελματική πραγματικότητα. Διαβάζοντας ένα άρθρο στην <a href="http://www.nytimes.com/2011/05/19/business/economy/19grads.html?hp&gwh=42FE83FD16BC1D0B9C99223745530CE7">New York Times</a> και συζητώντας το τελευταίο διάστημα με γνωστούς ένιωσα τις εμπειρίες μου να δικαιώνονται ως προς την φύση τους. Η επαγγελματική μου ιστορία είναι μια από τις αμέτρητες ατομικές επαγγελματικές εμπειρίες και ακόμα μια πραγματικότητα που δυστυχώς δεν αφορά μια μειονότητα αλλά το μεγαλύτερο μέρος των ακαδημαϊκών απόφοιτων του σήμερα: Χημικός μηχανικός εξασκεί το επάγγελμα του μπάρμαν, θεωρητικός δουλεύει σε τηλεφωνικό κέντρο και φιλόλογος ιταλικών σπρώχνει καλαθάκια σε σουπερμάρκετ. Αυτή είναι δυστυχώς η πραγματικότητα του σήμερα Τα ποσοστά εργοδότησης πέφτουν κατακόρυφα την τελευταία δεκαετία μαζί με τους αρχικούς μισθούς και το χειρότερο είναι ότι οι μισές από τις διαθέσιμες θέσεις εργασίας δεν απαιτούν καν ακαδημαϊκό πτυχίο. Φαινόμενα που μέχρι τώρα πίστευα ότι γίνονται μόνο στην Κύπρο η στις μικρές κωμοπόλεις στην Γερμανία που κάνω εγώ τις εμπειρίες μου ξαφνικά είναι φαινόμενα παγκόσμια: απόφοιτοι λιγότερων ελίτ σχολίων με λιγότερα προσόντα και πτυχία βρίσκουν καλύτερες θέσεις εργασίας από τους αντίθετους τους, είτε γιατί ήταν τυχεροί είτε γιατί είχαν κάποια γνωριμία (συνήθως το δεύτερο). </span><br />
<span class="fullpost">Ο έλικας της πτώσης συνεχίζεται γιατί οι ακαδημαϊκοί κατέχουν σταδιακά τις θέσεις που θα έπαιρναν οι μη προσοντούχοι όποτε δημιουργείται μια συνεχής μετατόπιση την ανεργίας παράλληλα με την αύξηση της. Από την μια πλευρά, κάνοντας δουλειές του ποδαριού δεν υποβοηθάει καθόλου την ποιότητα του βιογραφικού, από την άλλη η ποιότητα του βιογραφικού σαν σκοπός και ελπίδα μόνο για μια καλύτερη εργοδοτική δεν πληρώνουν τα καθημερινά και βασικά έξοδα. Με λίγα λόγια, τώρα ξέρω γιατί την έχω βάψει ολοκληρωτικά! Ακόμα και οι εμπειρικές έρευνες δείχνουν ότι αν μέσα σε πέντε χρόνια δεν κάνεις το μεγάλο βήμα, το βάψιμο είναι γεγονός. Αρα Γκρήκστορης....σκάσε και κολύμπα! <br />
<br />
Είναι βασικό τα μάθει κάποιος να αφήνει τα όνειρα του να ναι αυτό που είναι: όνειρα. Να ξέρει πότε να σταματήσει να ονειρεύεται, να μάθει πότε να σταματήσει να ελπίζει, ο Kαντ (γυναικείο αιδοίο ήταν ο άτιμος;) δεν ήταν αυτός που είχε γράψει ότι η θρησκεία και η ελπίδα είναι το όπιο του κοσμάκη? </span><br />
<span class="fullpost">Άδικο δεν είχε πάντως χοντρά χοντρά. Το να δεχτείς πραγματικότητες δεν είναι τόσο άσχημο όσο νόμιζα. Σίγουρα δεν είναι και μέθη από νέκταρ, αλλά είναι οπωσδήποτε ένα βήμα προς την ισορροπία, όχι βέβαια η ισορροπία καθ αυτή. Πριν από δυόμιση μήνες έκανα μεγάλα κατς (σταματήματα, σταθμούς, κλεισίματα) μετά από πολλά χρόνια: άρχισα να αρχίζω να αφήνω τον Σσιάτς να φεύγει σιγά σιγά για κάποια λεπτά η ώρες της μέρας απ το μυαλό μου. Συνειδητοποίησα ότι δεν είμαι κάτι ξεχωριστό κι ότι η κοινωνία δεν πρόκειται χωρίς τίμημα να μου δώσει τις προοπτικές να ζήσω μεγάλες κι απερίγραπτες επιτυχίες, γιατί εξ άλλου; Επειδή τον παίρνω; Κανένας δεν αμείφθηκε ειλικρινά γι αυτό.. </span><br />
<span class="fullpost">Ακόμα καλύτερα (χειρότερα) συνειδητοποίησα αυτό που έγραφαν οι New York Times: σπουδασεις δεν σπουδασεις, αν δεν έχεις τον Θεό μπάρμπα, εβίλλισες την. Έτσι έκατσα κι εγώ στο μυαλό μου την μάππα χαμέ και μου έδωσα το στάτους του λούζερ. Και ιδού: από κείνη τη χρονική στιγμή νιώθω καλύτερα. Δεν έχω αξιώσεις απέναντι στον εαυτό μου η από τη ζωή μου. Ζω. Είμαι βασικά αναγκασμένος να ζω, δεν ήταν δίκη μου επιλογή. Είναι βέβαια δίκη μου επιλογή να τελειώσω την ζωή μου, αλλά προς το παρόν δεν έχω τ αρχίδια και είμαι κάπου κι εθισμένος λίγο στο όπιο. Είναι όμως μια επιλογή. Σίγουρα όταν σταματήσει να υπάρχει η οικογένεια μου βιολογικά. Αλλά προς το παρόν είμαι δειλός (εκτός από μαλάκας). Παρεμπιπτόντως σήμερα 20 Μαΐου είναι τα γενέθλια της Αννη Σμιτ, μια Ολλανδής συγγραφέα παιδικών βιβλίων, από τις μεγάλες προσωπικότητες της μεταπολεμικής Ολλανδίας, που παράλληλα έγινε σύμβολο της ευθανασίας καθώς μια μέρα μετά τα γενέθλια της σε ηλικία ογδόντα τεσσάρων χρόνων έθεσε τέρμα στην ζωή της στην παρουσία των πιο στενών της φίλων καταναλώνοντας αρκετή ποσότητα αλκοόλ και υπνωτικών. Αυτό λέω αρχίδια.</span><br />
<span class="fullpost">Σσιαπώ! </span>Unknownnoreply@blogger.com4tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-59806287842844758062011-03-24T23:28:00.000+01:002015-03-06T09:22:16.645+01:00Κλ(ε)ισ(ί)ματα (2)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgJcB7KOM1ifSL1C3QksO1SUjWIextYad8rAkfu3VyxkTIUiiCHjiC4Uy-48tOvQTIFwYmFYCjZnHOJ2euw-EV9bpQ2BcTn8ogisjNn9ZXnj48iUgS-83yxY7ydJidqwr5ZaUAHVAIolJk/s1600/dog_day_afternoon-760x557.jpg" imageanchor="1" style="clear: right; float: right; margin-bottom: 1em; margin-left: 1em;"><img border="0" height="146" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgJcB7KOM1ifSL1C3QksO1SUjWIextYad8rAkfu3VyxkTIUiiCHjiC4Uy-48tOvQTIFwYmFYCjZnHOJ2euw-EV9bpQ2BcTn8ogisjNn9ZXnj48iUgS-83yxY7ydJidqwr5ZaUAHVAIolJk/s200/dog_day_afternoon-760x557.jpg" width="200" /></a></div>Είπα ελευθερία… ναι, μια ανεξήγητη ελευθερία. Μέχρι τώρα δεν ήμουν και πολύ πεπεισμένος ότι ήξερα τι είναι ελευθερία. Ζεις, επιζείς, αναπνέεις και δρας σε μια κοινωνία και θεωρείς την ελευθερία δεδομένη, υπαρκτή, περιορίζεσαι στο βλέπεις τον όρο ελευθερία μόνο σαν θεωρία και δεδομένο συνάμα. Δεν κάνεις σκέψεις αν είσαι πραγματικά ελεύθερος. Από τα δέσμια που δημιουργούνται καθώς βαδίζεις τον δρόμο της ζωής. Δέσμια από την διαπαιδαγώγηση απ’ το σπίτι μέχρι τους ηθικούς, κοινωνικούς και θρησκευτικούς φραγμούς που σου εμφυτεύουν όλοι οι παράγοντες που είναι υπεύθυνοι για την αγωγή σου, δέσμια που δημιουργούν οι προσωπικές σου σχέσεις, οι φόβοι σου, οι ανασφάλειες σου, με λίγα λόγια η φυσική σου ατέλεια. Ίσως φτάσεις σε κάποια φάση στη ζωή σου που θα αναγνωρίσεις τα δεσμά σου και θα προσπαθήσεις να αποτινάξεις όσα μπορείς από αυτά, ίσως να μην αναγνωρίσεις ποτέ ότι δεν είσαι ελεύθερος κι ίσως να το δεις αλλά να μην θέλεις να το αλλάξεις, γιατί ως γνωστό, τι πιο δυνατό από μια γαμημένη συνήθεια και ρουτίνα και τι πιο φοβερό απ το άγνωστο. <span class="fullpost"></span><br />
<span class="fullpost"><br /><a name='more'></a><br />
Είναι άγνωστο σε πιο βαθμό μπορεί να αναγνωρίσεις το επίπεδο της ελευθερίας που θα ήθελες να κινηθείς. Αλλά και τα απλά πράγματα είναι σημαντικά. Οι καθημερινές συνήθειες υποσυνείδητα σε καταπιέζουν γιατί δεν είναι τίποτε άλλο από εξαναγκασμοί, συνήθειες που δεν ξέρεις γιατί τις έχεις υιοθετήσει. Άρχισα να προσπαθώ να μην επιστρέφω στο σπίτι πάντα σε συγκεκριμένη ώρα γιατί δεν είναι αναγκαίο. Δεν υπάρχει σκυλί, δεν υπάρχει άνθρωπος να περιμένει. Αλλά και να υπήρχε αναρωτιέμαι αν αντιλαμβανόμαστε τι εξαναγκασμούς μας δημιουργεί αυτή η ανείπωτη υποχρέωση να επιστρέψω στο σπίτι γιατί είναι κι ο άλλος εκεί. Και τι έγινε; Ας είναι. Όταν μου σηκωθεί θα επιστρέψω. </span><br />
<span class="fullpost"><br />
Οι πάντα συγκεκριμένες ώρες που πάω γυμναστήριο αντιλήφθηκα ότι με πίεζαν. Γιατί να πάω δηλαδή στις δυο το απόγευμα και να μην πάω στις οκτώ το βράδυ; Γιατί να μην βγαίνω οικειοθελώς από την ρουτίνα μου, γιατί να φοβίζει και να με απωθεί το άγνωστο; Που μένει το αίσθημα της περιπέτειας, η γοητεία του αγνώστου; Γιατί το μόνο γοητευτικό άγνωστο να είναι ο επόμενος εραστής κι όχι η αλλαγή στην ρουτίνα; Άρχισα να την αλλάζω αυτή την ρουτίνα. Αναμένω να δω αν είναι επιτυχημένη η αλλαγή. Είναι ένα είδος ελευθερίας, να μπορείς να εξουσιάζεις τον χρόνο σου, τον χώρο σου, να μπορείς να κάνεις ότι θέλεις χωρίς αυτούς τους εξαναγκασμούς που δημιουργούνται σαν συνέπειες τόσων πολλών παραγόντων.</span><br />
<br />
<span class="fullpost"> Είμαι τόσα χρόνια στην Γερμανία και δεν έζησα πότε μόνος κι ούτε υπήρξα ελεύθερος. Ζούσα σαν ένας κλέφτης στα ερωτικά μου, σαν ένας καταπιεσμένος σύντροφος στα προσωπικά μου και σαν υπεύθυνος ιδιοκτήτης σκύλου και πότε μα πότε ελεύθερος σαν Γκρηκστόρης. Δεν είναι ότι δεν νοσταλγώ τον Σσιατς ή ότι δεν μου λείπει το σκυλί. Ο πόνος που ζω γι αυτή την καινούργια κατάσταση είναι ακόμα μεγάλος και πότε πότε ανυπόφορος. Δεν θα φύγει επίσης ποτέ. Θα μάθω απλά με τον χρόνο να ζω με τον πόνο μέχρι να τον θεωρώ αυτονόητο, μέχρι που δεν θα ξέρω πια πως είναι να ζω ανώδυνα. Παράλληλα όμως μέσα απ’ το αρνητικό βγαίνει και το θετικό: μαθαίνω να γίνομαι ελεύθερος. Αν θα γίνω ποτέ είναι κάπως αδύνατο να ξέρω τώρα. Αλλά το γεγονός ότι γεύομαι ένα είδος ελευθερίας είναι πολύτιμο. Καινούργιο άνοιγμα.</span><br />
<span class="fullpost"><br />
Συνειδητοποιώ ότι μετά από τόσα χρόνια σ’ αυτή την χώρα δεν υπάρχει τίποτε μετά τον Σσιάτς που να με κράτα δέσμιο εδώ. Στα αλήθεια ίσως με την πάροδο του χρόνου ο μοναδικός εμφανής λόγος που έμενα εδώ ήταν ο Σσιάτς και οι αφανείς λόγοι ήταν οι δικές μου αδυναμίες. Τώρα ο Σσιάτς δεν υπάρχει να με κρατά πάρα μόνο οι δικές μου αδυναμίες που ακόμα με διέπουν σαν αθάνατες Ερινύες. Με την διαφορά ότι έχουν κάπως αρχίσει να γίνονται μικρότερες, πιο αδύναμες από πριν.</span><br />
<span class="fullpost"><br />
Η διαδικασία της συνειδητοποίησης είναι μια μεγάλη και χρονοβόρος διαδικασία που προκαλεί πολύ πόνο και πολλά δάκρυα. Δεν ξέρω πότε θα τελειώσει. Μα κατάλαβα ξανά και ίσως πιο συνειδητά ότι δεν ανήκω πια εδώ ή ότι δεν έχω τίποτε πια να με κρατά εδώ. Αναγνώρισα ότι ουσιαστικά με κρατώ δέσμιο κάπου που ήρθα ελευθερόβουλα και έμεινα επίσης ουσιαστικά εκούσια. Και τώρα ήρθε η στιγμή εκούσια να αποφασίσω να φύγω από αυτή την χώρα. Εγώ αποφασίζω ξανά για ένα καινούργιο άνοιγμα. Πότε και που θα δείξει. Νομίζω ότι βρήκα την κατεύθυνση. Το απόβλητο αυτής της σκέψης είναι ο φόβος που έχει ριζώσει μέσα μου: φοβάμαι την αλλαγή, φοβάμαι το καινούργιο, φοβάμαι την περιπέτεια χωρίς δεκάρα στην τσέπη που θα με έκανε πιο αισιόδοξο ίσως και φοβάμαι την καινούργια ίσως αποτυχία που κακά τα ψέματα, είναι το ίδιο πιθανή όπως και μια πιθανή επιτυχία. Αλλά και να αποτύχω σ' ένα πιθανό καινούργιο ξεκίνημα, τι χειρότερο μπορεί να γίνει που να ναι χειρότερο από το τώρα; άντε θα χάσω κάποιους γνωστούς, άντε θα χάσω μια καθημερινότητα που μου σπάει τ' αρχίδια άντε να χάσω και τους σχετικά μεγαλόπεους Γερμανούς.. Ε και; Πιο μπατίρης δεν πρόκειται να βγω γιατί δεν υπάρχει πιο μπατίρης από μένα. Άρα θα μου μείνει η καινούργια μοναξιά σε μια καινούργια χώρα που τουλάχιστον θα ήθελα να είμαι. Ναι, νομίζω ότι θα πραγματοποιήσω ένα όνειρο κάποτε στο μέλλον και θα πάω σε μια μεγάλη χώρα με τεράστια έρημο, με τεράστιους ωκεανούς με τεράστια φύση και με μια άλλη, τεράστια, καινούργια, γαμάτη ζωή. Ποιος ξέρει; ίσως εκεί να ανακαλύψω κι άλλα στοιχεία από μένα που είμαι ανήμπορος να βρω τώρα κι εδώ.</span><br />
<span class="fullpost"><br />
Αυτά περί ανοιγμάτων και κλυσμάτων. Προς το παρόν ασχολούμαι με την ανεργία και την απενταρία. Και με την προσπάθεια ακόμα να αποδυναμώσω τον Σσιάτς και τις συνέπειες από τις πληγές που άφησε στην ψυχή μου.<br />
</span>Unknownnoreply@blogger.com1tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-55349743042579676922011-03-15T23:24:00.002+01:002015-03-06T09:22:32.549+01:00Κλ(ε)ισ(ί)ματα (1)<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh2iqLnpqJTVkgQhWtUa1uaa_kBU5pJNN_gKkyAQKM8Ys8ywkiiLIVUB27iGI1RYChunemml6DrodnsSKnj-s9qwNJsCpig8bQISAQdKoZ_WS_wxf2gdcnwTt_Pq-A_pUTKz0fWTChPm2g/s1600/memory-760x577.jpg" imageanchor="1" style="clear: right; float: right; margin-bottom: 1em; margin-left: 1em;"><img border="0" height="242" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEh2iqLnpqJTVkgQhWtUa1uaa_kBU5pJNN_gKkyAQKM8Ys8ywkiiLIVUB27iGI1RYChunemml6DrodnsSKnj-s9qwNJsCpig8bQISAQdKoZ_WS_wxf2gdcnwTt_Pq-A_pUTKz0fWTChPm2g/s320/memory-760x577.jpg" width="320" /></a></div><b><span style="color: red;">(Revised) </span></b><br />
Από πού τόχω δεν θυμάμαι και πάσχω να βρω την προέλευση της γνώμης μα στέκεται αδύνατο. Όπως και να χει μου 'μεινε το νόημα χαραγμένο στην μνήμη: πως για να ελευθερωθείς ολοκληρωτικά από τους ζυγούς μιας ζωής που σε βασανίζει, για να αποτινάξεις τα δεσμά και τις αλυσίδες που είτε μόνος σου θελητα κι αθέλητα έβαλες είτε έμμεσα επιτρέποντας σε εξωγενείς παράγοντες να σε σκλαβώσουν, πρέπει να φτάσεις στον πυθμένα της απελπισίας, της κατάνυξης, να σ΄ έχει πνίξει η θλίψη και να σ΄ έχει καταβάλει η προοπτική του αδιέξοδου τόσο πολύ που να έχεις φτάσει με τα πάντα στο αμήν, να μην σ ενδιαφέρει πια αν ζεις η αν πεθαίνεις γιατί είναι και τα δυο τα ίδια. Τότε έχοντας ζήσει για κάποιο χρόνο στο μηδέν και σαν μηδέν, γίνεται στο μυαλό σου ένα κλικ σαν να ανοίγει μια πόρτα η να κλείνουν πολλές ανοικτές μαζί και ακούς τη φωνή σου να λέει «ε και τι εγινε;…δεν πα να πηδηχτούν ολοι;…χεστηκα και για τα δήθεν και τις προσδοκίες και τα προδομένα όνειρα και τις ελπίδες και τα πρέπει, άμα δεν μπορώ δεν μπορώ, τέλειωσε. Δεν υπάρχει βαθύτερος πυθμένας, δεν υπάρχει μεγαλύτερο άγχος δεν έχει εντονότερο φόβο. Τα χειρότερα τα ζεις. Αρά βαλε λοιπόν σε όλα ένα τέλος.»<br /><a name='more'></a><br />
<br />
Τότε αρχίζεις να βάζεις ένα τέλος. Τέλος στα πράγματα που σε πιέζουν, στις καταστάσεις που σε καταβάλλουν, στα όνειρα που δεν σε βγάζουν πουθενά, στην ελπίδα για κάτι καλύτερο που δεν έρχεται ποτέ, στις διαδικασίες επιβίωσης με τα πρέπει μιας καθωσπρέπει πορείας, στον αγώνα της καθημερινότητας που δεν σε βγάζει πουθενά, στα πάντα, στα πάντα εκείνα που σου πνιγούν τη ζωή και σε σένα μαζί. Τα κάνεις όλα στάχτη, τα εξαϋλώνεις, τα αφανίζεις από την ζωή που σου έμεινε και κάνεις μια τελευταία προσπάθεια να την πάρεις και να κάνετε μαζί μια καινούργια αρχή, από ένα καινούργιο, καθαρό, παρθένο μηδέν. Κάνεις τα απαραίτητα κλεισίματα και βρίσκεις μια άλλη αρχή.<br />
<span class="fullpost"> <br />
Βρίσκομαι (νομίζω) σ΄ αυτή την φάση. Τονίζω το νομίζω. Γιατί οι πλάνες μου ήταν μέχρι τώρα τόσες πολλές που δεν τολμώ να ξαναπώ τίποτε με σιγουριά. Προς το παρόν βρίσκομαι σ΄ αυτή την φάση. Κάνω κλεισιματα… και ανοίγματα. Γιατί το κάθε κλείσιμο ακόλουθη απαραίτητα ένα άνοιγμα και αντίστροφα. </span><br />
<span class="fullpost"><br />
Κλείνω τις ανούσιες επαναλήψεις με εραστές της δεκάρας: Ξυλάγγουρο: τέλος. Δεκαέξι εκατοστά: τέλος. Λοιποί άλλοι ανάξιοι αναφοράς: επίσης τέλος. Τέλος στις επαναλήψεις. Αναζητούσα μέσα από τις επαναλήψεις την συνέχεια του πρώτου ενθουσιασμού και καλλιεργούσα υποσυνείδητα μια αδαή ελπίδα αποδοχής, αναζητούσα ίσως να βρω ένα ίχνος αποδοχής και αγάπης όπως αυτά τα είχα πλάσει στο μυαλό μου η όπως έμαθα καλώς η κακώς ότι έπρεπε να είναι. Το αποτέλεσμα ήταν ψυχοφθόρο και αναλώσιμο. Έκανα να δω το Ξυλάγγουρο καιρό, μέχρι πριν από λίγες εβδομάδες που το συνάντησα τυχαία σένα πάρτη. Τον είδα και αναρωτήθηκα: «Γκρηκστόρης, το στο καλό του έβρισκες; Χειρότερα δεν γινόταν;». Βεβαία γινόταν και χειρότερα αλλά για τον τότε καιρό ήταν το χειρότερο που μου κάτσε. Όπως παροδικοί είμαστε από την ζωή έτσι παροδικοί είναι και οι ενθουσιασμοί και οι έρωτες. Όταν έτρωγα ξυλάγγουρο ήταν για μένα το μάννα απ τον ουρανό. Απ' τον κορεσμό και μετά… ξύδι. Όλα είναι θέμα σκέψης και κορεσμού. Το τέλειο της αρχής είναι η φρίκη του τέλους. </span><br />
<span class="fullpost"><br />
Προχθές το βράδυ ήρθε για δεύτερη φορά μετά από τρεις μήνες ο Φουτη2000. Έτσι διάλεξε να τον λένε. Δικό του θέμα. Συμπαθητικούλης αλλά μέχρι εκεί. Ούτε και στο κρεβάτι είναι για να κτυπιέσαι. Δεν έχει και το εργαλείο των δέκα μέτρων. Ένα πουλάκι όπως όλα τ΄ αλλα. Αλλά συμπαθητικούλης… την πρώτη φορά. Την δεύτερη φορά… τάκανε σκατά. Είμαστε σε φάση προπαιγνιακή κι΄οι δυο με τις ανάλογες εμφανείς στύσεις. Τονίζω: φάση προπαιγνιακή. Και με ρωτά κατά την διάρκεια αυτής της φάσης καθώς με φιλούσε και προσπαθούσε να εισχωρήσει: πως κάνεις στ΄αληθεια κλύσμα; … Στύση αντίο. Και μαζί της κι η όρεξη. Τον πέταξα δίπλα, του είπα να ντυθεί και τον έστειλα στην μαμά του. Τέλος.</span><br />
<span class="fullpost"><br />
Η πρωτοχρονιά με βρήκε καβάλα πάνω σ’ έναν Ολλανδό. Το βράδυ νωρίτερα το είχα σχεδόν περάσει μόνος σ’ ένα μεταίχμιο μεταξύ αυτολύπησης και προσποιητής ψιλοδιασκέδασης με άσχετους γνωστούς σ’ ένα στρέητ μπαρ (είπαμε εγώ δεν πάω σχεδόν ποτέ σε γκέι μέρη). Είχα καταναλώσει αρκετά (το κοψα το ρημάδι το ποτό εδώ και δέκα εβδομάδες αφού το εξαφετο που είχα είχε γίνει εξάδιπλο – τώρα ξαναμπήκα στα καλά μου), γνωριζόμαστε εξ όψεως μήνες τώρα, δεν μιλήσαμε ποτέ. Ήταν μόνος του όπως κι εγώ και κάναμε μια αναγκαστική συμβίωση για το βράδυ στο μπαρ. Του πρόσφερα τον καναπέ μου για το βράδυ η ότι έμεινε απ’ αυτό, για μην οδηγήσει στην κατάσταση του. Πήγαμε μαζί λοιπόν στο σπίτι, δεν είμαστε τύφλα όμως, είπαμε κάτι ψιλά και άσχετα και μετά… μετά μου ρίχτηκε, δεν το αρνήθηκα, περάσαμε καλά. Κάθε τρία λεπτά βεβαία με επιβεβαίωνε ότι ήμουν ο πρώτος άντρας που πήγαινε μαζί του αλλά δεν ήταν πειστικός: ήταν προετοιμασμένος εκεί που έπρεπε να ήταν και οι χειρισμοί του κάθε άλλο από απειρία πρόδιδαν. Δεν με απασχόλησε όμως, δικό του θέμα. Δεν πήγαινα για γάμο. Όμως δεν ήθελε να το παίξουμε ξανά γνωστοί στο μπαράκι που συχνάζουμε, γιατί φοβόταν μην υποψιαστεί κάνεις κάτι. Δεν το συζήτησα. Καμία επανάληψη με τον Ολλανδό και… τέλος. Κλείσιμο κι αυτός.</span><br />
<span class="fullpost"><br />
Επαγγελματικά είναι χρόνια που δεν τα πάω καλά. Γιατί να το κρύψω ; Είναι μια έτσι και μια αλλιώς. Τις περισσότερες φόρες αλλιώς παρά έτσι. Οι λόγοι διάφοροι, ο κυριότερος είναι ότι ήμουν ελεύθερος επαγγελματίας σε μια χώρα που δεν στηρίζει χρηματοοικονομικά τον μικρό ελεύθερο επαγγελματία. Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Ήταν και η κατάσταση του Σσιάτς που δεν μου άφηνε περιθώρια να σκεφτώ και να δράσω ανάλογα στον έντονα ανταγωνιστικό χώρο της εργασίας. Δεν ρίχνω την ευθύνη στον Σσιάτς, υπεύθυνη ήταν η εύθραυστη μου ψυχοσύνθεση, οι προσωπικές μου αδυναμίες και η μεγάλη μου ηττοπάθεια. Δεν κατάφερα ποτέ να κάνω καριέρα όπως προετοιμαζόμουν ακαδημαϊκά. Αλλά πάντα δούλευα, ποτέ δεν τα ΄ξυσα. Με την σκέψη ότι είναι καλύτερη η δουλεία παρά το τμήμα ευημερίας γαμήθηκα στην οποιαδήποτε φτηνοδουλειά που έβρισκα. Έζησα την ταπείνωση, την γελοιότητα, την αναξιοκρατία, όλα που θα μπορούσε να ζήσει κι ένας υπάλληλος με μια διαφορά: εγώ δεν είχα ποτέ ένα τμήμα προσωπικού για να αποταθώ σε τέτοιες περιπτώσεις με αποτέλεσμα η ψυχική μου φθορά να αυξάνεται. Σε τέτοιες φάσεις μπαίνεις αναγκαστικά σε έναν αναλογισμό του παρελθόντος, τι έκανες, τι επίτευξες και ανασκοπείς το παρόν και αντιλαμβάνεσαι κάθε μέρα ότι δεν έχει σημασία πόσο καλός ήσουν στο πανεπιστήμιο, πόσα πτυχία έχεις και τι τίτλους κουβαλάς, το μόνο που έχει σημασία είναι ποιον ξέρεις, ποιος σε ξέρει, και τι προσφέρεις εσύ με την μορφή του συμφέροντος και του κέρδους σε αυτόν που προτίθεται να σε ταΐσει. Αν το ωφέλιμο συμφέρον που προσφέρεις είναι βασικά ασήμαντο και μπορεί να βρεθεί σε κάθε γωνία τότε μάλλον θα πεινάσεις έκτος κι αν κάτσεις να σε πηδήξει ο άλλος που κι’ αυτό ακόμα δεν είναι εγγύηση ότι δεν θα πεινάσεις. Είδα στην σημερινή αγορά εργασίας ανείπωτες καταστάσεις. Δεν παραδόθηκα όμως στην απραξία γιατί έκτος από τα αναφερθέντα ντρεπόμουν κιόλας να αποταθώ κι εγώ στο τμήμα εργασίας για στήριξη σαν άνεργος, η περηφάνια μου ήταν μεγαλύτερη από τις επαγγελματικές κακουχίες που περνούσα. </span><br />
<div style="color: red;"><span lang="el-GR">Όπως επίσης ότι οι φτηνοδουλειές ενεργούν σαν όπιο: έχεις ένα συμβόλαιο, το διεκπεραιώνεις, πέφτει το οποιοδήποτε χρήμα και έτσι καταφέρνεις ίσα ίσα να κρατηθείς στην επιφάνεια του νερού πληρώνοντας τα τρέχοντα έξοδα σου, το φαγητό σου και κανένα έξω. Τα υπόλοιπα στα δίνει η μάνα σου η ο αδελφός σου η και οι δυο. Έτσι έχεις την ψευδαίσθηση ότι κάνεις κάτι, και ναρκώνεσαι με την προσωρινότητα της απασχόλησης και ξεχνάς να ψάξεις για κάτι πιο μόνιμο, αφοί οι λογαριασμοί πληρώνονται και ζεις την ψευδαίσθηση ότι πας καλά. Ξέρεις ότι η δουλειά είναι σκατά άλλα είσαι ναρκωμένος από την προσωρινότητα και έτσι μπαίνεις στην αιωνιότητα του επαγγελματικού τίποτε που κάνει ο καθένας που δεν έχει εμπεδωθεί. Κι έτσι αρχίζει ο κατήφορος... </span> </div><br />
<span class="fullpost">Κάποτε η ψυχή φώναξε ένα δυνατό «στοπ». Πριν από δυο εβδομάδες παρέδωσα τα όπλα, έτσι κι αλλιώς δεν είχα άλλες προσφορές συμβολαίων, και αποτάθηκα στο γραφείο εργασίας σαν άνεργος. Για πρώτη φορά μετά από αμέτρητα χρόνια και αμέτρητες επαγγελματικές εμπειρίες. Έκλεισα το κεφάλαιο φτηνοδουλειές και είπα ενδόμυχα «στ’ αρχίδια μου» (αλήθεια γιατί δεν έχει αυτή την λέξη στο λεξικό του Word;), δεν πάει άλλο. Σταμάτησα να κρύβομαι πίσω απ’ το δάκτυλο μου, έκανα σκόνη και θρύψαλα τις επαγγελματικές ψευδαισθήσεις σύμφωνα με τις δίκες μου αξιώσεις και προσδοκίες και αποτάθηκα στο κράτος που το χρυσοπλήρωσα μέχρι τώρα. Δεν έχω ιδέα τι θα προκύψει και πως θα ζήσω από δω και μπρος. Αλλά σίγουρα δεν επιστρέφω στα κάτεργα. Όχι θεληματικά. Κλείσιμο και εδώ. Απόφαση που ενώ με φοβίζει με κάνει να νιώθω μια ανεξήγητη ελευθερία. (συνεχίζεται)</span>Unknownnoreply@blogger.com6tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-50322897289782093632011-03-09T00:53:00.000+01:002015-03-06T09:22:52.091+01:00Ιστορίες της Nύχτας<div class="separator" style="clear: both; text-align: center;"><a href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgtbXM7kKSB0pDLvDo91jT4Q5-y2y5YDcu8uSGxt81Z9xbJgM63pya5dTz0xZAXH1EbthrViI2WorZ4ocLw0UpnNEoslNyl1aQYfK_Iz-KAa3ffS-3EnVpMjvJL3tkmpXPTBIsbiF_SCc8/s1600/silence-753x556.jpg" imageanchor="1" style="clear: right; float: right; margin-bottom: 1em; margin-left: 1em;"><img border="0" height="148" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgtbXM7kKSB0pDLvDo91jT4Q5-y2y5YDcu8uSGxt81Z9xbJgM63pya5dTz0xZAXH1EbthrViI2WorZ4ocLw0UpnNEoslNyl1aQYfK_Iz-KAa3ffS-3EnVpMjvJL3tkmpXPTBIsbiF_SCc8/s200/silence-753x556.jpg" width="200" /></a></div><br />
Τίποτε δεν άλλαξε στους μήνες που παρήρθαν. Ήρθαν, έφυγαν, ο χρόνος στάσιμος, άλλαζε μόνο το όνομα του μήνα. Η ζωή μου στάσιμη με τον χρόνο. Διάκρινα κάποιες ανεπαίσθητες ρυτίδες κάτω απ τα μάτια μου. Δεν ξέρω αν είναι της ηλικίας η απλά από την ψυχική εξάντληση. Απ ότι και νάνε το έλυσα προσωρινά το πρόβλημα μ' ενα καινούργιο κονσιλερ της Κλινικ. Και επισφραγιστική πούδρα. Μόνο μια φορά χρησιμοποίησα το καμουφλάζ σε κάποια γενέθλια που ήμουν καλεσμένος και οι φωτογραφίες έδειξαν ενθαρρυντικό αποτέλεσμα, άξιζαν τα λεφτά της επένδυσης για τις ώρες της νύχτας. Την μέρα πως λύνω το πρόβλημα; Κάτι θα σκεφτώ και γι' αυτο όταν κάποτε αρχίσει να παίρνει ξανά στροφές το μυαλό μου. Τώρα βρίσκομαι ακόμα και συνέχεια σε λήθαργο: λήθαργο ζωής, λήθαργο ψυχής, λήθαργο σκέψης. <br /><a name='more'></a><br />
<br />
<span class="fullpost"><br />
Οι ώρες μου άρχισαν να ναι νυχτερινές και διαδικτυακές. Απ' την ώρα που ξυπνώ μέχρι την ώρα που θα παραδοθώ στο ζάναξ, αφαιρώντας τις ώρες στο κολυμβητήριο και μετά στο γυμναστήριο τρέχει το ίντερνετ με όλα τα δυνατά: Gay Social Networks και Facebook, ελληνικές εφημερίδες, ηλεκτρονικά ταχυδρομεία, Σκαϊπ, Οοβοο η πως διάολο το λένε, όλα που ξελογιάζουν την μοναξιά, την αυτολύπηση και την μελαγχολία.<br />
<br />
Ναι αληθινή είναι η εντύπωση ότι η ζωή μου γυρίζει σ' έναν τροχό χωρίς ικανότητα αποκεντρωτικής δύναμης, ανίκανη εκτόξευσης σε κάτι άλλο από τον ίδιο πάλαι ποτέ ρυθμό στο ίδιο σημείο, μέρα μπαίνει μέρα βγαίνει, στον ίδιο χώρο που λέω εδώ και χρόνια ότι θα εγκαταλείψω αλλά ακόμα δεν το έκανα, στον ίδιο κοινωνικό πολιτισμό που έχω σιχαθεί όσο δεν μπορεί άνθρωπος να σιχαθεί έναν μοντέρνο πολιτισμό, στην ιδία κοινωνική δομή που με αποκαθηλώνει ανίκανο να πράξω οτιδήποτε πραττόμενο, διατηρώντας ακόμα την έντονη γκρίνια και παράπονα που χαρακτηρίζουν έμενα τα τελευταία αμέτρητα χρόνια, την τελευταία ατελείωτη αιωνιότητα. Το μόνο καινούργιο είναι ένα ερώτημα, φρεσκοδημιοιυργημένο, ω! Έκπληξη, κάτι καινούργιο στο μουχλιασμένο σταματημένο μου μυαλό που τρέφεται μόνο από τις αναμνήσεις των νεκρών παρελθόντων μου: Ποιος είναι άραγε ο σκοπός της ζωής μου σαν ζωντανό παράδειγμα τρανταχτής αποτυχίας και μιζέριας; Κάποτε ίσως να ασχοληθώ να βρω την απάντηση, αν και οι κάποιες προσπάθειες μέχρι τώρα έπεσαν στο γνωστό κενό. Το ερώτημα αναλογεί βασικά εξίσωσης δευτεροβάθμιας γιατί έκτος απ' το δικό μου άγνωστο μπαίνει και η μεταβλητή του ποιος είναι γενικά ο σκοπός της ανθρώπινης ζωής. Αν αποκλείσω και το αποκλείω κατηγορηματικά σαν έκφραση υπερθετικής μαλάκυνσης εγκεφάλου, ότι σκοπός της ζωής για τον μέσο άνθρωπο είναι να βρει κάποτε τον Θεό μέσα του (ουαο για σκοπός κι αυτός) η να αναθρέψει τα παιδιά του, ο οποίος σκοπός είναι δεκτός γι αυτούς που έχουν κατασκευάσει αυτά τα τσιριχτά δείγματα ζωής που θα είναι μάλλον στο μελλοντικό τους πιθανά θύματα κατανάλωσης ναρκωτικών, χρεωπιστωτικών καρτών και πιθανότατα ανεργείας, για τους υπόλοιπους που είχαν την ελάχιστη λογική και ωριμότητα να ασχοληθούν με την δική τους εγωιστική επιβίωση, ποιος είναι ο υπέρτατος σκοπός της ζωής τους; Να πεθάνουν; Δηλαδή έχουμε γεννηθεί και φτύνουμε αίμα στην επιβίωση για να πεθάνουμε εξαντλημένοι από την αιώνια απογοήτευση, άγχος, αποτυχία και απόλυτη ανωνυμία, χωρίς καμιά ομάδα να επωφεληθεί και να αναγνωρίσει την συμμέτοχη μας σ' αυτή την ζωή, γιατί ήταν απλά αυτό; ακόμα μια βιολογική ζωή χωρίς κανένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό. Κι' αν είναι αυτό και μόνο που θα κάνει η ζωή σε μας, γιατί την ζούμε και δεν δίνουμε ένα τέλος όσο ακόμα μπορούμε συνειδητά να αποφασίσουμε;...Είμαι περίεργος να βιώσω τις απαντήσεις σ' αυτα τα ερωτηματικά.<br />
<br />
Η νύχτα στον καναπέ μου με τον υπολογιστή στα γόνατα άρχισε να ναι μια αλλαγή. Χάνομαι στο ίντερνετ και γνωρίζω ακόμα πιο έντονα τις ψυχοπάθειες και κοινωνικοπάθειες των χρήστων που τις ζουν αχαλίνωτα μέσα από την ανωνυμία του μέσου. Γνωρίζω πολύ κόσμο, με τους μισούς καταλήγω για κάποιες στιγμές ανάπαυλας στο κρεβάτι, άλλους τους απορρίπτω όπως απορρίπτουν οι περισσότεροι έμενα κι αναρωτιέμαι αν αυτή η ακραία απόρριψη που ζούμε μέσα από τις πύλες της κοινωνικής δικτύωσης είναι τελικά καταστροφικοί καταλύτες της ψυχικής μας αντοχής που μας βάζει στο δρόμο του κοινωνικού εγκλήματος με την μορφή της πραγματικής βίας τις ώρες που βρισκόμαστε στην αντικειμενική ζωή. Είναι τόσο μεγάλη η μαζική απόρριψη που μπορεί να ζήσει κάποιος στα κέντρα κοινωνικής δικτύωσης που η ερώτηση τίθεται στ' αλήθεια για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει στην ψυχική ισορροπία του χρήστη, ειδικά αν χρήστες ζουν την απόρριψη και στην πραγματική τους ζωή. Με παρακολουθώ όταν με πληγώνουν αφάνταστα οι απορρίψεις που τρώω στην μάπα καθημερινά στο ίντερνετ, κι ενώ προσπαθώ να κρατηθώ στα ίσια μου, στην οποιαδήποτε ισορροπία μου, δεν μπορώ να παραγνωρίσω την απογοήτευση που με το έτσι θέλω μου φυτεύει ο κάθε άγνωστος την ώρα που προσπαθώ να κάνω μια γνωριμία. Τυχαίνει κάποιες φορές και εντελώς τυχαία αργότερα μέσα από άλλες συγκυρίες να γνωρίσω αυτούς τους αγνώστους σκληρούς δήμιους στην πραγματική ζωή και ξαλαφραίνω γιατί βλέπω μπροστά μου αδύναμα ανθρωπάκια, μικρά, ελεεινά, μαλάκια που βγάζουν απλά και μόνο τα απωθημένα τους πίσω από την αυλαία της ανωνυμίας, αλλά ακριβώς αυτό είναι για τους ευάλωτους ένα σπρώξιμο προς την αλλοφροσύνη, όταν αυτοί είναι πλακωμένοι από την μοναξιά και την απελπισία. Γινόμαστε όλοι έμμεσοι εγκληματίες στην ηλεκτρονική κοινωνική διαδικτύωση αλλά συνάμα δεν μπορούμε πια να ζήσουμε χωρίς αυτή. Είναι αυτή η διαδικτύωση τελικά που μας αποξενώνει κοινωνικά, που μας κάνει κοινωνικά αναπήρους, γιατί μας αφαιρει την ικανότητα της πραγματική επικοινωνίας, την ικανότητα της πραγματικής, αρχέτυπης επιβίωσης στην έκτος υπολογιστή κοινωνία. Γινόμαστε ξανά τα κτήνη της προϊστορίας με μια μεταμοντέρνα προσωπίδα.<br />
<br />
Κι όμως ακόμα κάθομαι μπροστά από τον υπολογιστή μη ξέροντας τι ακριβώς προσμένω, τι είναι αυτό που κρυφά ελπίζω ότι θα βρω. Ένας άγνωστος που κτύπησε την πόρτα μου και ήθελε κουβέντα και σύμπτυξη. Χωρίς πολλά πολλά μπήκα στο αυτοκίνητο και πήγα να τον βρω. Έκανε ψοφόκρυο πάλι ή ακόμα αλλά έπρεπε να βγω απ το σπίτι μετά από εικοσιτέσσερις ώρες κλεισούρας. Μου άνοιξε την πόρτα κι ενώ είχα δει την φωτογραφία του πριν στο ίντερνετ, η φωτογραφία δεν ακτινοβολούσε την θηλυπρέπεια του. Δεν εκνευρίστηκα κάτι που θα έκανα μέχρι πρόσφατα γιατί άρχισα να μαθαίνω να μην περιμένω τίποτε καλό. Τον χαιρέτισα ανταποκρινόμενος στον καλωσόρισμα του και τον ακολούθησα στο σαλόνι του. Δεν έφυγα αμέσως κάτι που θα έκανα μέχρι πρόσφατα γιατί είχε κάτι η έκφραση του που με έσπρωξε να μείνω έστω για λίγο γιατί δεν ήθελα να τον απογοητεύσω. Κάτσαμε δίπλα δίπλα στον καναπέ τα γόνατα μας να εφάπτονται μεταξύ τους το καθ ένα αλλά το κάθε ζευγάρι χωριά απ το άλλο, και το κάθε ζευγάρι χεριών σφραγισμένο μεταξύ τους στην οπή των γονάτων, σαν παρθένες μιας άλλης εποχής στο πρώτο ραντεβού τους και βλέπαμε στο άπειρο, κλέβοντας όμως ματιές με την άκρη των ματιών μας. Έκανε μια κίνηση μικροσάλτου μορτάλε και ήρθε πιο κοντά μου κάνοντας με να θέλω να πεταχτώ απ’ το παράθυρο. Πήρα βαθειά αναπνοή και βρήκα το θάρρος να ανοίξω το στόμα μου και να του πω ότι δεν ψήνεται τίποτε. Η έκφραση του έμεινε εκείνη μιας κυρίας με αξιοπρέπεια θέτοντας την ερώτηση απελπισίας με σκοπό μια απόκρυφη ελπίδα αναθεώρησης της απόρριψης, ρωτώντας με τι δεν μου ταιριάζει. Ήμουν βάσει εμπειρίας ετοιμόλογος δίνοντας την κλασσική απάντηση ότι δεν είχε σχέση με την εμφάνιση του αλλά ήταν απλά θέμα χημείας: ακόμα και στο σεξ υπάρχει μια σχετική διπλωματία αν θέλεις να σαι συμφιλιωμένος με την συνείδηση σου και περιμένεις τον ίδιο σεβασμό απέναντι σου σε άλλες παρόμοιες περιπτώσεις όταν το θύμα είσαι ο ίδιος. Με είδε κάπως απορημένος αλλά του έδωσα να αντιληφθεί ότι το θέμα έληξε εκεί. Κυριάρχησε μια σιγή για λίγες στιγμές που την έσπασε μια τσιριχτή φωνή λέγοντας μου καλημέρα στα γερμανικά. Τρόμαξα λίγο και χαμογέλασε δείχνοντας μου πίσω απ την πλάτη μου ένα ανοικτό κλουβί με έναν τεράστιο γκρι κόκκινο με τα πούπουλα στην όρθια παπαγάλο. Σηκώθηκα ενθουσιασμένος φιλόζωος ων. Πήγα κοντά του και τον θαύμασα από κοντά. Άρχισε να μου σφυρά και να μου λέει συνέχεια καλημέρα κι εγώ δεν μπορούσα να πάρω τα μάτια μου από πάνω του, ήταν μια φτερωτή γλύκα. Κοίταξα την οικοδέσποινα με αυθεντικό ενθουσιασμό. <br />
<br />
Μου εξήγησε την προέλευση του εξωτικού φτερωτού. Ήταν δώρο από τον πρώην σύζυγο του: δώδεκα χρόνια γάμου εξανεμίστηκαν σ ένα θυελλώδες διαζύγιο με στόχο την περιουσία και μετά … μετά μοναξιά, ξεριζωμός, καινούργια αρχή, πελάγη θλίψης και μελαγχολίας. <br />
Τον κοίταξα με αληθινά ζεστό βλέμμα, τον άγγιξα στον ώμο, τον έσφιξα με την παλάμη μου. Τον ένιωθα και του το έδειξα και του το είπα, τον ένιωθα ίσως πολύ περισσότερο απ όσο θα ήθελα γιατί έβλεπα τον Σσιάτς να φεύγει μακριά και ήξερα πως ήταν μένεις πίσω και να αρχίσεις να κουβαλάς όλο το βάρος της μοναξιάς χάνοντας την γη κάτω απ τα πόδια σου. Το ήξερα ακόμα έντονα δεκαεννέα μήνες μετά, ήταν σαν ένα χτες.<br />
<br />
Του έδωσα το θάρρος να πάμε οπότε είχε χρόνο για καφέ γιατί ένιωσα ότι ήταν μονός. Ήξερα ότι δεν θα γινόταν καμιά φορά κι ούτε το θελα πραγματικά αλλά ένιωσα ότι έπρεπε να το πω, ίσως σαν ένα συγγνώμη που δεν καταλήξαμε στο κρεβάτι, ίσως και γιατί δεν είχα κανέναν να νιώσει την δική μου μοναξιά κι ήθελα έτσι να με συγχωρήσω που ζούσα τις δίκες μου κραιπάλες. Κι έφυγα άγνωστος όπως άγνωστος ήρθα.<br />
</span>Unknownnoreply@blogger.com6tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-50187336902835326032010-12-02T22:43:00.002+01:002015-03-06T09:23:14.757+01:00Ο εραστής του έλληνα Αξιωματικού (2)<a onblur="try {parent.deselectBloggerImageGracefully();} catch(e) {}" href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjG1O-F-1aQAv1XtZgmMYv187HcC73D6JXCgHC6AaHWyFXCwk3BHZvf55BlMUBtvgfUjEz8XWBQwws7Fv-_KE9iC3WwQjzakr7I8TmGoIYK3asvxz7lloeA2XsmXdgZkGd7QCrMTGqTkR8/s1600/Laying+together.jpg"><img style="float: right; margin: 0pt 0pt 10px 10px; cursor: pointer; width: 200px; height: 149px;" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjG1O-F-1aQAv1XtZgmMYv187HcC73D6JXCgHC6AaHWyFXCwk3BHZvf55BlMUBtvgfUjEz8XWBQwws7Fv-_KE9iC3WwQjzakr7I8TmGoIYK3asvxz7lloeA2XsmXdgZkGd7QCrMTGqTkR8/s200/Laying+together.jpg" alt="" id="BLOGGER_PHOTO_ID_5546203988213079506" border="0" /></a>Ντυθήκαμε στο άψε σβήσε και βγήκαμε για ένα πότο. Είχε πάει ήδη έντεκα και δεν έλεγε να φύγει. Καταλήξαμε γι αλλαγή στην Τανγκεντε, στο μπαράκι που είμαι πια μόνιμος θαμώνας. Εκεί συνάντησα τον Πόπαϋ, ένα γνωστό μου γερμανό με το παρατσούκλι Πόπαϋ, όνομα και πράμα και την Ίνγκριντ, μια γερμανίδα γνωστή μου εδώ και μια δεκαετία. Η Ίνγκριντ ερχόταν στο σπίτι μας σαν πελάτισσα του Σσιατς και αναπτύξαμε μια σχετική αμοιβαία συμπάθεια. Ήταν μια όμορφη γυναίκα με έναν καρκίνο στο παρελθόν της που την χάραξε στην ζωη της. Ζούσε σε μια σχέση που δεν την γέμιζε αλλά αυτή η συνήθεια... Και πηδιόταν στα κρυφά με τον Πόπαϋ... Τώρα πόσο κρυφό μπορούσε να μείνει αυτό αφού συχνάζει κάποιος σ' αυτό το μπαράκι άλλο θέμα. Η διακριτικότητα εκείνο το βράδυ ήταν τόσο σημαντική γι αυτούς που τυχαία πήγαν κι οι δυο στην τουαλέτα ταυτόχρονα και τυχαία έμειναν κι οι δυο κάπου τρία τέταρτα εκεί μέσα. Ούτε δυσκοίλιοι να ήταν. <span class="fullpost"><br /><a name='more'></a><br /><br />Πριν εξαφανιστούν για τα δήθεν εντερικά τους γνώρισαν τον αξιωματικό και άρχισαν αυτόματα οι ερωτήσεις σωρηδόν, σ αυτόν στα σπασμένα αγγλικά και σε μένα στα γερμανικά: είμαστε μαζί, ζευγάρι, πόσο καιρό, είναι γοητευτικός και παρόμοια. Η Ίνγκριντ φανατική οπαδός του Σσιατς προσπαθούσε να με πείσει ότι ακόμα υπήρχε ελπίδα μεταξύ μας. Ένας κόμπος έκλεισε τον λαιμό μου, την κοίταξα με ένα απροσδιόριστο βλέμμα και άλλαξα θέμα. Σπάσαμε την πλάκα μας μαζί τους και με τον σύνοδο καμουφλάζ της Ίνγκριντ που ήταν πιο χαμηλών τόνων και κάπως φευγάτος από το ποτό.<br /><br />Κατά τα μεσάνυχτα ο αξιωματικός αποφάσισε επιτέλους να φύγει. Ήταν ένα πολύ όμορφο βράδυ για να μαι ειλικρινής και παρόλο που ψιλογκρινιάζω ήταν μια πολύ καλή παρέα. Ήξερα σίγουρα ότι θα ξαναβρισκόμασταν και ήξερα επίσης σίγουρα ότι δεν θα ξανακάναμε σεξ.<br /><br />Αποχαιρετιστήκαμε απλά προς απογοήτευση όλων των θαμώνων και έμεινα να τελειώσω το τρίτο ποτήρι κρασιού που έπινα για να την κάνω κι εγώ μετά. Εκεί ήταν ο Τούαν, βιετναμέζος με βουλγαρική υπηκοότητα κι άγνωστης φοιτητικής ταυτότητας με πρόσωπο τσιουάουα και κόμμωση ιροκί, πελάτης κι αυτός του Σσιατς, η Κάτια, μια σγουρή κοκκινομάλλα με σώμα μπαλαρίνας και πρόσωπο με φακίδες που της πρόσδιδαν ένα μαγνήτη έλξης βραζιλιάνικης καταγωγής που ξεχάστηκε να δουλεύει στην Τανγκεντε την τελευταία δεκαετία, η Νούλα, πρώην πελάτισσα του Σσιατς, ελληνίδα και ψιλογκρινιάρα, αιώνια ανικανοποίητη, ο Πούγια, ιρανός ή πέρσης, το ίδιο μου κάνει, αγνώστου ποιόντος αλλά ευχάριστος στην παρέα του, ήταν μια απαρτία ενός μεγάλου κύκλου στην Τανγκεντε εκείνο το βράδυ, αρκετά μεγάλη ώστε το πρακτορείο Ροϋτερ να ωχριά από ανικανότητα και ερασιτεχνία μπροστά τους.<br /><br />Το μπαράκι είχε στιγμές που θα μπορούσα να το χαρακτηρίσω γοητευτικό. Κι αυτό το βράδυ ήταν γοητευτικό. Ο νέον φούξια φωτισμός του με τις αποχρώσεις του πορτοκαλιού, η ξάστερη νύκτα, τα γνωστά πρόσωπα διασπαρμένα σ' όλο το μπαρ, η κεφάτη μουσική ήταν στοιχεία που έκαναν το βράδυ γλυκό, ένιωσα κάπως ξέγνοιαστα, δεν το ένιωθα πολύ συχνά τελευταία αυτό το αίσθημα και κείνες τις ώρες ήμουν στ' αλήθεια ευγνώμων για κείνες τις στιγμές της χαλάρωσης και της αμνησίας.<br /><br />Όταν έφυγε ο αεροπόρος, τράβηξε το παράνομο ζευγάρι στην τουαλέτα, τυχαία όπως είπαμε, κι έμεινα στη γωνιά του μπαρ μόνος μου με τον συνοδό καμουφλάζ. Στο τρίτο ποτήρι κρασί είμαι γενικώς άχρηστος, δεν μπορώ ούτε να κρίνω ούτε να αποφασίσω αλλά απ' ότι μπορούσα να δω ήταν ένας γοητευτικός τύπος. Μου χαμογέλασε διακριτικά, σήκωσα το ποτήρι μου προς το μέρος του, κι έκανε ένα σχόλιο για τους δυο που φύγαν στα υπόγεια. Με ρώτησε αν ο αεροπόρος ήταν στ' αλήθεια μόνο γνωστός μου και του απάντησα καταφατικά. Κάτι μου είπε και δεν τον άκουσα καλά, οι αισθήσεις μου ήταν περιορισμένες στο ελάχιστο κι έτσι έσκυψα προς το μέρος του να τον ακούσω καλύτερα. Όπως ήμουν σκυμμένος με το πρόσωπο στο αυτί του ένιωσα κάτι υγρό να με αγγίζει. Δεν αντιλήφθηκα τι ήταν και τραβήχτηκα κοιτάζοντας τον κατάματα. Με κοιταξε μ' ένα ύφος παιδικό, αθώο κι' ένοχο μαζί, με πήρε με τα δυο του χέρια και πέρασε την γλώσσα του σαν τρυπάνι στο στόμα μου και άρχισε να με φιλά με όλη εκείνη την αχαλίνωτη όρεξη που έλειπε από τον αξιωματικό, με πάθος ενός διψασμένου για έρωτα άντρα, με την δύναμη ενός άντρα, ενός άντρα που χρειαζόμουν εκείνη την στιγμή ξανά, εκείνο το βράδυ, στην ζωή μου εκείνη. Δεν αντιστάθηκα καθόλου (αυτό έλειπε κιόλας) ξεχνώντας ότι βρισκόμουν στην Τανγκεντε κι ότι η Τανγκεντε είναι ένα στρέητ μπαρ.<br /><br />Τον άφησα να με παρασύρει στο πάθος του κι έγινα απλά ένα άβουλο κορμί στα χέρια του (και το απολάμβανα). Με φιλούσε ασταμάτητα όπου έβρισκε, ένιωθα τα χέρια του να ψαχουλεύουν το κορμί μου, να μπαίνουν παράνομα στο παντελόνι μου, μπροστά πίσω ψάχνοντας ότι υπήρχε για να ψάξει κι έπαιρνα κι εγώ θάρρος να κάνω το ίδιο, αψηφώντας τον χώρο που είμαστε. Ο Ποπαϋ και η Ίνγκριντ ήταν ακόμα στις τουαλέτες, εγώ κι ο άγνωστος σ' έναν χορό, μια λαίλαπα με τα κορμιά μας να εμποδίζονται μόνο απ τα ρούχα που τα κάλυπταν και... όλη η Τανγκεντε να παρακολουθεί το ζωντανό πορνό που εξελισσόταν παρουσία όλων των θαμώνων. Δεν είχα συνειδητοποιήσει τι κάναμε γιατί για μένα ήταν ο τρόπος ζωής μου, εκτός μόνο από το γεγονός ότι δεν είμαι δημόσιος τύπος, δεν υπήρξα πότε δημόσιος τύπος, μου άρεσε η ιδιωτική μου σφαίρα. Αλλά το έρημο το κρασί έφταιγε για όλα. Έφταιγε που ξεπαρθένεψα την Τανγκεντε, το μπαράκι από την παράδοση του στρεητιλικιού δεκαετιών και έζησε το πρώτο γκέι μπαλαμούτιασμα στην ύπαρξη της.<br /><br />Γύρω στις μια το πρωί τελείωσε το πανηγύρι. Ο άγνωστος, Φλο τον έλεγαν (ίσως να πήγαζε απ το Φλώρος κάτι που δεν τον αντιπροσώπευε η απ το Φλιπ Φλοπ), με έκανε Θεό με τα λόγια του, μου έταξε τον κόσμο όλο, ήθελε να με έχει για πάντα δίπλα του αλλά... χρειαζόταν κάποιο λίγο διάστημα να επεξεργαστεί τον χωρισμό με...την γυναίκα του. Παρόλο το κρασί αυτό το είχα πιάσει: γυναίκα του. Ούτως και εστιν ότι δεν θα τον ξανάβλεπα έστω κι αν ορκιζόταν ότι δεν θα με έχανε γιατί ήμουν κάτι το ιδιαίτερο. Ήμουν απ αυτά τα ιδιαίτερα που την επόμενη θέλει ο άλλος να ξεχάσει γιατί βασικά είναι στρεητ. Έχω φάει εγώ τέτοιους με το κουταλάκι...<br /><br />Το βράδυ ολόκληρο ήταν μια φανταστική εμπειρία: η γνωριμία με τον ελληνα αξιωματικό, η εμπειρία μου μαζί του, ο Φλο με το στόμα και τα χέρια του...<br />Την επόμενη όλη η Ποντστρασσε ήταν ενημερωμένη για το συμβάν. Δεν χρειάστηκε να πω τίποτε. Κατά το απόγευμα πέρασα μαζί του από κει με κατεύθυνση την πλατεία και ήταν όλοι εκεί και άλλοι μαζί και περίμεναν το θέαμα... Αυτή είναι η Τανγκεντε, αυτό είναι το χωριό που είμαι θάφτηκα για ένα μπουκάλι αδειανό, για έναν Σσιατς...(λίγο μελό χρειάζεται...)<br /><br />Η εμπειρία μου ήταν ανεκτίμητη. Τον αξιωματικό τον ξανάδα λίγες φόρες, κάναμε αρκετά μαζί άλλα ποτέ ξανά σεξ. Λίγες μέρες αργότερα έφυγε για την Ελλάδα κι ο Φλο εξαφανίστηκε σαν να μην υπήρξε ποτέ.<br /><br />Η ζωή στο Άαχεν πήρε ξανά τον κανονικό της ρυθμό. Και οι αναμνήσεις ξαναζωντάνεψαν σαν μην είχαν φύγει ποτέ...Τα πάντα ρει...<br /></span>Unknownnoreply@blogger.com1tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-8672634168674859132010-12-02T00:34:00.001+01:002015-03-06T09:23:35.404+01:00Ο εραστής του έλληνα Αξιωματικού (1)<a onblur="try {parent.deselectBloggerImageGracefully();} catch(e) {}" href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiz1tT0y3JQxxXTKLNpLCrumTVSTwAVNTCvoEDKeGp0TkXrUe0CfY54-59_OyURd7gIe0DzkbyDnh-oaOxfdokZ48W8v6n6G9XV3mNdqZzjNMPaEi5xRPjStImR8F1BfCiudwTDEQIlno8/s1600/The_Long_Walk_Home_small-760x552.jpg"><img style="float: right; margin: 0pt 0pt 10px 10px; cursor: pointer; width: 200px; height: 146px;" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiz1tT0y3JQxxXTKLNpLCrumTVSTwAVNTCvoEDKeGp0TkXrUe0CfY54-59_OyURd7gIe0DzkbyDnh-oaOxfdokZ48W8v6n6G9XV3mNdqZzjNMPaEi5xRPjStImR8F1BfCiudwTDEQIlno8/s200/The_Long_Walk_Home_small-760x552.jpg" alt="" id="BLOGGER_PHOTO_ID_5545861804119070898" border="0" /></a>Κοίταξα την ημερομηνία της τελευταίας ανάρτησης και εκπλάγηκα από το χρονικό διάστημα που έχει περάσει από τότε.<br />Ενώ το μπλοκ είναι αναπόσπαστο μέρος της σκέψης και της επικοινωνίας μου προς τα έξω κάτι άλλο πιο δυνατό απ την επιθυμία της επικοινωνίας με καθηλώνει ανήμπορο να συγκεντρωθώ να γράψω αυτά που ζω, αυτά που νιώθω δημιουργικά: η ενδογενής κατάθλιψη μου. Απ' την τελευταία μου ανάρτηση μέχρι σήμερα έζησα ξανά μια φάση ακινησιακής κατάθλιψης που με καθήλωσε με όλη την έννοια περίπου τρεις βδομάδες σαν κολόνα άλατος αδύναμος να καν να σκεφτώ και να δω εκτός απ' το σκοτάδι του μυαλού μου.<br />Μετά που έφυγε ο Σσιατς απ τη ζωή μου οι φάσεις της μανίας και της θλίψης έχουν πολλαπλασιαστεί. Είχα χρόνια να ζήσω τέτοια συχνότητα, ίσως και από τότε που πολεμούσα φανατικά σαν Ταλιμπάν την σεξουαλικότητα μου. Είναι εξαντλητικό όταν ζω αυτές τις περιόδους, σταμάτα η ζωή και παράλληλα φεύγει ο χρόνος αχαλίνωτα γερνώντας με, χάνοντας κάθε ευκαιρία να ανακτήσω έλεγχο της ζωής μου. Ακόμα και τώρα που γράφω αυτό το κείμενο, συνειδητοποιώ πόση δύναμη χρειάζομαι να συγκεντρωθώ και να βάλω τις σκέψεις και τις αναμνήσεις σε μια συνοχή γιατί βρίσκομαι πάλι σε παρόμοια φάση. Οι αναμνήσεις, οι εικόνες απ' τα περασμένα, καλά η κακά ξαναβγαίνουν πάλι στην επιφάνεια και με κυριαρχούν. Δεν με παραλύουν όπως πριν από μήνες η όπως την αρχή άλλα μου δημιουργούν μια μελαγχολία, μια πεθυμιά για τα περασμένα, για την μοναδική ζωή που είχα, καλή η κακή. Τελικά όλοι ζώα μιας συνήθειας είμαστε, και την λατρεύουμε την συνήθεια όσο κι αν μας γαμά αυτή...<br /><br />Τα πάντα ρεί, τελείωσε και κείνη η φάση, άρχισε η άλλη, περνώ την επόμενη άλλα στέκομαι, είμαι όρθιος και περπατώ, είναι κάτι κι αυτό...<a name='more'></a><br /><span class="fullpost"><br />Τις μέρες της ανάρρωσης κάθισα σχεδόν αυτονόητα πια στο ίντερνετ και σκότωνα την ώρα μου έχοντας μη άλλο δημιουργικότερο να κάνω. Κι εκεί, στην αναζήτηση δολοφόνου της ανίας μου τον βρήκα, ένα προφίλ ελληνικό μη γερμανόφωνου εδώ στην περιοχή μου να αναζητά παρέα.<br />Κοίταξα το προφίλ, δεν είχε φωτογραφία προσώπου πάρα μόνο του μισού σώματος του και δεν ήταν ευκαταφρόνητο.<br />Αρχίσαμε συζήτηση, γενικά και χαλαρά, δεν έψαχνε σεξ, ούτε κι εγώ, κι έτσι η επικοινωνία μας δεν ήταν φορτισμένη από την πίεση της υπέρμετρης τεστοστερόνης που κάνει το αρσενικό ανίκανο να σκεφτεί ρεαλιστικά και αντικειμενικά.<br /><br />Δεν λέγαμε και τίποτα ουσιώδες, ήταν μια ευχάριστη επαφή και χωρίς να το αντιληφθώ πέρασε αρκετή ώρα. Κλείσαμε την κουβέντα γιατί είχε ήδη πάει αργά και κάναμε ένα ραντεβού για την επόμενη το απόγευμα στο Άαχεν. Δεν είχα δει ακόμα την φωτογραφία του προσώπου του και σεβάστηκα την επιθυμία του να μείνει αρχικά άγνωστος γιατί η εργασία του στη στρατιωτική βάση του Νατο που είναι στην περιοχή μου δεν επέτρεπε τέτοιου είδους περιπέτειες. Αν και έχω ήδη ξεπεράσει την ηλικία και τον ενθουσιασμό που προκαλεί σε μας τους γκέι η στολή παντός είδους (τι φετίχ κι αυτό πια) δεν μπορώ να μην ομολογήσω ότι δεν μου κίνησε την περιέργεια και την φαντασία. Το 'χουμε αυτό εμείς: δος μας στολή και πάρε μας την ψυχή. Πρότυπο που δημιουργήθηκε όταν μεσουρανούσε η ντίσκο από τους Village People αλλά και τα πλέον γραφικά σκίτσα του Τομ οφ Φίνλαντ, όλοι από τότε κληρονομήσαμε ένα γονίδιο που μας κάνει φανταζόμαστε κάθε στολή σαν τον γαμίκουλα του αιώνα...<br /><br />Επόμενη το απόγευμα. Πήρα μήνυμα του ότι πάρκαρε στο πάρκο δίπλα απ το διαμέρισμα μου. Ήταν ένα από τα ηλιόλουστα απογεύματα του ααχενέζικου φθινοπώρου κι' ένα από τα τελευταία ίσως γι αυτή την εποχή. Ήταν λίγο ψύχρα αλλά με ένα καλό μακρομάνικο, ένα σακάκι εποχής και γυαλί ηλίου ήμουν εξοπλισμένος για έναν καφέ στην κεντρική πλατεία του Άαχεν. Κατέβηκα απ' το σπίτι με τα πόδια προς το πάρκο. Δεν ήξερα πως να τον αναγνωρίσω άλλα έχοντας το κινητό μαζί μου δεν πανικοβλήθηκα. Όπως προχωρούσα τον δρόμο προς τα κάτω στο πάρκο είδα μια οπτασία να έρχεται από απέναντι μου, ο Τομ Κρουζ από σκηνή του Τοπ Γκαν, κατεβαίνοντας από το πολεμικό αεριωθούμενο φορώντας τα κλασσικά πια γυαλιά Ρέι Μπαν και το επίσης κλασσικό μπουφάν πιλότου. Για ακόμα μια φορά μου πιάστηκε η αναπνοή. Κτυπήσαμε εξάρι του λόττο Γκρηκστορης. Πήρα ύφος Κελλυ ΜακΓκιλλις, κουλαριστός, αυστηρός αλλά φιλικός και προχώρησα στον Τομ, περίεργος αν κι από κοντά ήταν τόσο εντυπωσιακός όσο απ την απόσταση. Φτάνοντας σε απόσταση αναπνοής μου άπλωσε το χέρι και με χαιρέτισε. Νοτ μπαντ, σκέφτηκα, καθόλου μπαντ μάλιστα. Είχε ένα ύποπτο χαμόγελο διάρκειας σχηματισμένο στο πρόσωπο του, τόσο συνεχόμενο και διαρκές που αναρωτήθηκα σε μια στιγμή αν είχε κάνει περισσότερο μπότοξ από το επιτρεπόμενο και του 'μεινε αήπην. Όμως καμμιά σχέση η σκέψη με την πραγματικότητα. Προχωρήσαμε μαζί προς την πλατεία, ένας περίπατος δέκα λεπτών. Σε αυτά τα δέκα λεπτά με κυριάρχησε μια διάροια λόγου από την αμηχανία και τον περιέλουσα με αναρίθμητες ερωτήσεις. Ένιωθα παράλληλα πολύ βλάκας που έκανα αυτόν τον σχεδόν μονόλογο με ρυθμό πολυβόλου αλλά είναι κάτι που με καταβάλει πάντα όταν νιώσω υπέρμετρη αμηχανία λόγω απίστευτης τύχης! Αυτός συνέχιζε στωικά να χαμογελά μέχρι που σκέφτηκα να τον χαστουκίσω για να του φύγει το διαρκές χαμόγελο αλλά παραμέρισα κι αυτή την σκέψη. Δεν ήταν ότι το χαμόγελο ήταν άσχημο, αντίθετα ήταν πολύ αρρενωπό και γοητευτικό αλλά πόση ώρα κι αυτό πια. Ήταν κλάσματα στιγμών που είχα την εντύπωση ότι μιλούσα σ' ένα κέρινο ομοίωμα της Τυσσώ αλλά μετά βλέποντας ότι τουλάχιστον τα δάκτυλα του αποδύκνειαν μια κίνηση που έφευγε ξανά αυτή η λανθασμένη εντύπωση.<br /><br />Καθίσαμε στην πλατεία έξω, με το ήλιο να βρίσκεται στην δύση του και ήταν στα αλήθεια μια απ τις ωραίες στιγμές του Άαχεν σ' αυτήν την πλατεία κι αυτή την εποχή. Πλατειάζαμε κουβεντιάζοντας κι ανάμεσα στα' άλλα μου φανέρωσε ότι ήταν αξιωματικός της ελληνικής αεροπορίας και βρισκόταν εδώ σε μια εκπαίδευση. Επιβεβαιώνοντας την υποψία μου, ίσως και την κρυφή μου ελπίδα ότι ήταν στρατιωτικός και μάλιστα αξιωματικός ... ερεθίστηκα. Αμάν ρε Γκρηκστορης, αφού είπαμε ότι εσύ δεν ανήκεις στα κλισέ, ηρέμησε πια. Αλλά δεν καταλάβαινα τίποτα. Είχα να μπαλαμουτιαστώ με στολή από τον καιρό που την φορούσα εγώ, νομίζω τουλάχιστον, κι όσο να μην ανήκω στα κλισέ, ένα βαθμό ερεθισμού τον έφερνε μαζί της η στολή, ανάθεμα τα μου μου ε.<br /><br />Έκανα φοβερή προσπάθεια να μην έρθει η συζήτηση στο θέμα σεξ. Ήταν κάτι διαφορετικό να κουβεντιάσω πρώτα με κάποιον πριν πηδηχτώ μαζί του. Στις πλείστες περιπτώσεις βρισκόμαστε, αρπαζόμαστε, πηδιόμαστε και μετά γίνεται η γνωριμία: αυτό δεν είναι κλισέ ούτε σκηνή από έργο άλλα μια πικρή η και πικρόγλυκη ακόμα πραγματικότητας της ζωής μας. Με έπιασα στα πράσα να απολαμβάνω την απλή συζήτηση γιατί κατά κύριο λόγο μου είχε λείψει εκείνη την εποχή κάπως μια επαφή με ελληνόφωνα γκέι, με κάποιον του ίδιου είδους ζωής που να μην είναι αμοιβάδα (άλλο κι αυτό τώρα) άλλα και μια κουβέντα χωρίς θεματοφυλάκιο. Αναζήτησε παρέα χωρίς θεματοφυλάκιο και την βρήκε μαζί μου και ήταν μια εμπειρία σχεδόν πρωτόγνωρη για τα δεδομένα μου. Τον παρατηρουσα ολη την ωρα διακριτικα και δεν μπορουσαν να αποφασισω αν μ' αρεσε η οχι. Ειχε κατι παιδικο στο προσωπο του, και στην εμφανιση του, του ελειπε η αντρικη αγριαδα του στρατιωτικου, η επιβλητικη παρουσια, η εντονη προσωπικοτητα. Τον εβρισκα γοητευτικο αλλα και αδιαφορο, ηταν ενδιαφερον αλλα και παλι ανιαρος, καπου χαιρομουν που βρεθηκαμε ετσι απλα χωρις το βαρος της ευθυνης ενος πηδηματος. Η περιεργεια υπηρχε βεβαια αλλα δεν ηταν κατευθυντηρια δυναμη. Ηταν απλα εκει και ουδετερη.<br /><br />Καθίσαμε αρκετή ώρα, είχαμε ακόμη θερινό ωράριο και το απόγευμα της Ευρώπης είναι μεγάλο και φωτεινό (αν έχουμε τύχη της ηλιοφάνειας). Είχε πάει εννιά το βράδυ και έπρεπε να φύγω αλλά λυπόμουν να τον αφήσω μόνο του, δεν έδειχνε κιόλας σημάδι ανυπομονησίας να φύγει (γαμώτο – είναι κι αυτό ένα άλλο χαρακτηριστικό: γνωρίζω τον άλλο πλατωνικά και δεν με εξιτάρει μετά η οποιαδήποτε προοπτική να κάνω κάτι μαζί του γιατί γνώρισα πρώτα την ανθρώπινη του πλευρά κι 'όχι την ενστικτώδη συμπεριφορά του στην αναπαραγωγή. Τι λόξα κι αυτή...). Τον κάλεσα να 'ρθει μαζί στο σπίτι αφού έπρεπε να δουλέψω για κανένα μισάωρο με την προοπτική μετά να συνεχίσουμε για ένα πότο. Δεν αρνήθηκε (πάλι γαμώτο...ψιλοβαριόμουνα, πόση κουβέντα πια φτάνει) και με ακολούθησε στο σπίτι.<br /><br />Ξάπλωσε στον τρίμετρο μου καναπέ, έβγαλε πρώτα τα παπούτσια, επιτέλους είχε βγάλει και το γυαλί και το διαρκές χαμόγελο κάπου έγινε μια σταθερά στο πρόσωπο του και τον άφησα να ακούει μουσική ενώ είχα πάει στο δωμάτιο δίπλα με τον υπολογιστή για να δώσω κάποια δεδομένα. Δεν ένιωθα πολύ άνετα, μου έβγαινε το φιλοξενικό μου και τον ρωτούσα κάθε τρία δευτερόλεπτα αν ήταν εντάξει, αν χρειαζόταν κάτι κου λου που αλλά δεν ήθελε τίποτε, ήταν πολύ ολιγαρκής. Άρχισε να με κυριαρχεί η περιέργεια πως θα ήταν στο κρεβάτι. Ήταν και κάπως παράξενο να μην ήθελε σεξ... του πούστη δηλαδή, υπάρχει γκέι που να μην θέλει πότε σεξ μ έναν άγνωστο; Αν υπάρχει θέλω να τον γνωρίσω...<br /><br />Τελείωσα την δουλειά μου και πήγα στο σαλόνι, κάθισα δίπλα του και συνεχίσαμε την κουβέντα. Πόση κουβέντα πια. Έβγαλε μαλλί η γλώσσα μου. Πότε θα με πηδήξει επιτέλους; Κι επιτέλους με πλησίασε, μου χάιδεψε το κεφάλι και κόλλησε τα χείλη του στα δικά μου. .....Αυτό ήταν; Που ήταν το σκίρτημα που έπρεπε να νιώσω καθώς ο Τοπ Γκαν με χάιδευε και με φιλούσε; Που ήταν το πάθος του φιλήματος, η μανία, η αχαλίνωτη όρεξη; Όλα αυτά δεν ήταν εκεί, που ηταν δεν ξερω παντως εκει οχι. Το μόνο που ήταν εκεί ήταν ένα ξενέρωμα. Τι να έκανα; Ήταν φιλοξενούμενος μου κι έλληνας... δεν μπορούσα να του φερθώ όπως σ 'έναν Γερμανό. Θυσιάστηκα λοιπόν στον βωμό της φιλοξενίας και πηδήχτηκα μαζί του. Αν διάβαζα κατά την διάρκεια του πηδήματος Τολστόι θα ήταν πιο οργασμικό από το να τον αφήσω να με πηδήξει. Από την άλλη ήταν γλυκός, ήταν τρυφερός και η παρέα του ήταν πολύ ευχάριστη. Δεν ήταν ανάγκη να ήταν και το σεξ καλό (δεν αντιπροσωπεύω αυτή την πεποίθηση βέβαια φανατικά αλλά να λέμε). Τελειώσαμε με χίλια ζόρια (τι βάσανο) και τον επαίνεσα για την απόδοση του (εδώ έπρεπε να πέσει κεραυνός να με κάψει). Πάνω στον έπαινο παραδέκτηκε με μια αθωότητα ότι είναι γενικά γνωστό ότι είναι θερμόαιμος κι εκεί πια το βούλωσα γιατί δεν υπήρχε τίποτε άλλο να προσθέσω. </span>Unknownnoreply@blogger.com3tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-21860703865837368102010-08-09T16:22:00.004+02:002015-03-06T09:23:54.751+01:00Κακό σεξ η καθόλου σεξ;<a onblur="try {parent.deselectBloggerImageGracefully();} catch(e) {}" href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgENxFJmGl1XmoV1e8Zljt3TzTH95Tm6Gj_09IVkG601ejNQ3Jx3t-7dZQ4zVjyDYzSiZqYUNhlEU25aG73p5AodunaKsF28sLMQiRS4lNG4jIgHFm7LmtDehUDZ7M0R6P1KftxOCPJEBo/s1600/david_and_me-594x793.jpg"><img style="float: right; margin: 0pt 0pt 10px 10px; cursor: pointer; width: 150px; height: 200px;" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgENxFJmGl1XmoV1e8Zljt3TzTH95Tm6Gj_09IVkG601ejNQ3Jx3t-7dZQ4zVjyDYzSiZqYUNhlEU25aG73p5AodunaKsF28sLMQiRS4lNG4jIgHFm7LmtDehUDZ7M0R6P1KftxOCPJEBo/s200/david_and_me-594x793.jpg" alt="" id="BLOGGER_PHOTO_ID_5503416861341375442" border="0" /></a>Δυο εβδομάδες τώρα άρχισε μια αποξυλαγγουροποίηση. Οι συγκυρίες είναι έτσι που προς το παρόν δεν μπορούμε να βρεθούμε. Κάτι οι εντάσεις που έχει με τον σύντροφο του, κάτι η καινούργια του δουλειά, κάτι ότι είναι και κάπως αργόστροφος να την η σαλάτα της αποξυλαγγουροποίησης.<br /><br />Γεγονός είναι ότι ακόμα δεν ξέρω κατά πόσο το Ξυλάγγουρο θέλει το ίδιο από μένα όπως εγώ από αυτόν, βασικά αν έχει την ίδια καύλα με μένα όπως εγώ γι αυτόν. Προσπαθώ να με πείσω πως έτσι είναι αλλά αν αληθεύει η όχι μόνο το Ξυλάγγουρο το ξέρει. Έτσι η απουσία του έκανε τον πόθο μου ακόμη μεγαλύτερο, δηλαδή η κατάσταση στο κεφάλι μου αλλά και στο κορμί μου έγινε αφόρητη.<br /><br />Έχω πάθει εγκεφαλικό και σεξουαλικό τραλαλά γιατί από τον τότε που γεύτηκα ξυλάγγουρο δεν θέλω τίποτα η σχεδόν τίποτα άλλο στο διαιτολόγιο μου έκτος από το ζαρζαβατικό. Η απουσία του όμως με έχει στείλει, η αποτοξίνωση είναι πολύ άσχημη.<br /><br />Έβαλα σε ισχύ το σχέδιο Β, δηλαδή ξέσκισμα με άλλους για να κατευνάσω τον εθισμό μου. Όταν όμως αναζητείς κάτι τόσο έντονα, τόσο παθιασμένα συνήθως πετυχαίνεις μόνο το αντίθετο αποτέλεσμα. Αυτή η άποψη είναι κάπως μοιρολατρική είναι όμως κι εμπειρικά αποδεδειγμένη. Μπήκα στην λαίλαπα της αναζήτησης προσωρινής ικανοποίησης για να ξεχάσω προσωρινά το Ξυλάγγουρο. Όσο αναζητούσα τόσο δεν έβρισκα. Μοιρολατρικό η όχι αυτό ήταν γεγονός.<span class="fullpost"><br /><a name='more'></a><br /><br />Άρα μπρος στο ίντερνετ και στα πάρκα προς κατάσβεση πυρκαγιάς. Το ίντερνετ ήταν μάλλον αδιάφορο για τις ανάγκες μου. Ξαφνικά και χωρίς λόγο έγινα για τον καθένα αδιάφορος. Καθόμουν με τις ώρες μπροστά στην οθόνη και περίμενα μήνυμα πρώτα από το Ξυλάγγουρο, που μου απαντά κάθε πέντε ώρες μια φορά και μετά από τον οιονδήποτε που είχε υποθετικά τις ίδιες ανάγκες με έμενα. Αλλά προφανώς σε ολόκληρο τον διαδικτυακό κόσμο ήμουν ο μοναδικός που είχε καύλες.<br /><br />Τις ώρες μπροστά από την οθόνη του υπολογιστή τις περνούσα για δυο λόγους: αφ ενός γιατί έγραφα αιτήσεις και έψαχνα για δουλειά λόγω του ότι είμαι ξαφνικά άνεργος άδω και μια εβδομάδα (το ένα καυλί μετά το άλλο στην ζωή μου) και αφ ετέρου γιατί τρωγόμουν λόγω του Ξυλάγγουρου. Κι όσο δεν απαντούσε το Ξυλάγγουρο τόσο έμενα εγώ κολλημένος μπροστά από την οθόνη περιμένοντας πηνελοπηκώς. Κάθε τρία λεπτά έκανα ανανέωση της σελίδας μήπως έχανα κάποιο μήνυμα του. Έφτασα στο σημείο να πηγαίνω για καφέ η για ποτό στην Τανγκέντε με το iPhone συνέχεια αναμμένο και με τον ίντερνετ να τρέχει μήπως μου στείλει κανένα μήνυμα και δεν ήμουν πάρων για την παραλαβή. Μου μιλούσαν οι φίλοι και γνωστοί με τους οποίους είχα κανονίσει να βρεθώ και κάθε τρία δευτερόλεπτα κοιτούσα το μαραφέτι για να ελέγξω αν είχα μήνυμα. Τόσο ακοινώνητος και χωριάτης είχα να γίνω από τον καιρό που έφτυνα αίμα για τον Σσιάτς. Δεν μπορούσα να αντέξω τον εαυτό μου άλλο πια. Έγινα αφόρητος, τόσο για μένα όσο και για τους άλλους που ήταν γύρω μου. Με απεχθανόμουν. Αλλά πάνω από όλα ίσχυε το Ξυλάγγουρο. Ξυλάγγουρο ούμπερ άλλες όπως και οι αγαμίες.<br /><br />Αφού με το ζόρι κρατιόμουν πίσω να μην κάνω ιντερνετικές σκηνές ζηλοτυπίας, άφηνα το ίντερνετ να τρέχει να κόμβος του Σι Εν Εν και αμολήθηκα στα πάρκα, λάθος, στο πάρκο, γιατί ένα το έχουμε όλο κι όλο κι ένα νεκροταφείο είναι πιο ζωντανό απ αυτό το πάρκο. Αλλά καλοκαίρι εποχή ίσως κάποιος μεθυσμένος να παραπατήσει καθ οδών προς στο σπίτι του...<br />Ένα βράδι, μετά από μια σειρά βραδιών εντεταμένης ξηρασίας φάνηκε να μου χαμογέλα η τύχη. Εκεί στο περίφημο πάρκο, δίπλα απ το σπίτι μου (μετά τον χωρισμό κάποιους μήνες μετακόμισα στο διπλανό κτίριο κι αρά έμεινα στην ίδια περιοχή, κάτι όχι και τόσο σοφό) ξεχάστηκε μια σκιά, κι αυτή να περιμένει πηνελοπηκώς κάποιον σπαρκωμένον για να αποπιεστεί.<br /><br />Έτριψα τα χέρια μου διαβολικά νοητικώς για το θήραμα κι αφού έβαλα ύφος κυνηγού και τα γνωστά που τα χουμε πει τόσες φόρες τώρα, πλησίασα την απελπισμένη σκιά. Μετά το αρχικό ψαχούλεμα, έπεσε στα γόνατα της και άρχισε εργολαβία. Αλλά ωιμέ! Τι την ήθελε την εργολαβία; Και ρωτώ: Αφού άνθρωπε μου δεν ξέρεις να χρησιμοποιείς το στόμα σου με τις γνωστές προδιαγραφές, γιατί το χρησιμοποιείς ολωσδιόλου; Γίνεσαι έτσι δημόσιος κίνδυνος, ευάλωτος για αγωγή λόγω επίθεσης και σωματικής βλάβης. Γιατί η σκιά δεν ήξερε να καλύψει τα δόντια της με τα χείλη της και κατά την διάρκεια της αφοσιωμένης της εργολαβίας μου έκανε το μόριο σαν κιμά από τις εκδορές. Του είπα λίγες φορές «όχι με τα δόντια» αλλά αυτός το βιολί του. Όταν έγινε η κατάσταση αφόρητη, τον άφησα κακήν κακώς, του είπα για την μάνα του στα ελληνικά για να μην κάνω βραδιάτικα καβγά και πήγα στο σπίτι εκνευρισμένος και προ πάντων σαν θύμα μάχης. Έπεσε μπετατίν καταρράκτης και κάθισα στον τρίμετρο μου καναπέ να ηρεμήσω από την πολύ άσχημη εμπειρία της νύκτας.<br /><br />Με το ηθικό πεσμένο άρχισα την ίδια διαδικασία απ την αρχή λίγες μέρες μετά. Το ένα μπουκάλι μπετατιν είχε αδειάσει, η κατάσταση καλυτέρεψε, σχεδόν επήλθε ίαση, αγόρασα για ασφάλεια ένα δεύτερο μπουκάλι μπετατιν και βγήκα ξανά στην πιάτσα. Λίγο μετά την είσοδο μου στο παρκάκι της γειτονιάς είδα κάποιον να κοντοστέκεται κάτω απ το φως της λάμπας. Η εμφάνιση ανδροπρεπέστατη και σωματική του διάπλαση κάτω από το φως της λάμπας επίσης προκλητική. Με είδε, δηλαδή την σκιά μου κι ότι φαινόταν απ τις παρυφές του φωτός καθώς στεκόμουν μισός στο σκοτάδι και μισός στο φως, μου έκανε ανεπαίσθητο μήνυμα με τα μάτια να τον ακολουθήσω και ούτως έπραξα. Έπεσε πάλι το κλασσικό ψαχούλεμα. Άνοιξε το παντελόνι και μαζί του το κουτί της Πανδώρας. Τι καντεμιά ήταν αυτή; Ολόκληρος άντρακλας, σωματάρα σκέτη και με έναν εξοπλισμό κατάλληλο μόνο για παιγνίδι νηπιαγωγείου. Έδινε καινούργια σημασία στην λέξη φίφα: φιφάρα! Σαν να ήταν επιδημία αυτές τις μέρες το γονάτισμα άλλα σε αυτή την περίπτωση και λύτρωση από την αφή της φιφάρας, έπεσε αυτόματα στα γόνατα και άρχισε την επεξεργασία. Ξανά ωϊμέ! Αυτός ήταν χειρότερος από τον προηγούμενο τις προάλλες. Αυτός βρισκόταν στην φάση του μασήματος τσίχλας. Δέκα δευτερόλεπτα μετά κατάφερε να καταστρέψει ότι θεράπευσε το μπετατιν τις προηγούμενες μέρες. Του έπιασα το κεφάλι με τα δυο χέρια, σχεδόν οξύθυμα, τον απομάκρυνα με το ζόρι από κοντά μου. Κουμπώθηκα κι έφυγα έτοιμος να πλακώσω στο ξύλο τον επόμενο που θα βρισκόταν μπροστά μου. Η ατυχία μου δεν είχε όρια. Ξανά στο σπίτι, ξανά πλύσεις και επαλείψεις και ασυνουσίας συνέχεια.. Άρχισα να πετώ πέτρες. Αυτή δεν ήταν καντεμιά, ήταν πια ελληνική τραγωδία.<br /><br />Δυο τρεις μέρες μετά κι αφού οι ορμόνες μου ήταν πολύ πιο πάνω από το ζενίθ, ήμουν ξανά και ακόμα στο ίντερνετ όταν κάποιος μπάϊ (από το bisexual) άρχισε συνδιαλλαγή μαζί μου. Για τον ορισμό και μόνο, οι σημερινοί μπάϊς δεν είναι η εικόνα του τριτοκοσμικού, οθωμανικού, λατινοαμερικάνου η και Αφρικανού γαμιά, άγριου χωριάτη, βουκόλου που επειδή τη συγκεκριμένη στιγμή δεν έχει γυναικείο όργανο στην διάθεση του, διαλέγει μοιρολατρικά τον αντρικό πρωκτό , που με άγριες ή και με άτσαλες κινήσεις σε βάζει κάτω και σου αλλάζει τα φώτα σε στυλ βιασμού. Αυτή η εικόνα είναι περισσότερο ένα μύθος, που ίσως να δημιουργήθηκε και εθελοντικά από εμάς τους γκέι με κάποιον ευθυποθισμό, σίγουρα βασισμένος σε κάποιες μεμονωμένες ιστορικές πραγματικότητες άλλα δεν είναι η γενική και η αντιπροσωπευτική εικόνα του μπάϊ. Ο σημερινός μπαϊ είναι δήθεν: καταπιεσμένος γκέι ή γκέι της ντουλάπας, που ακόμα έχει πάρε δώσε σεξουαλικό με γυναίκες γιατί είτε κρύβει εθελοντικά την σεξουαλικότητα του είτε ακόμα δεν την έχει δεκτή συνειδητά. Υπάρχει και η εκδοσή του μπάϊ που έχει ήδη παντρευτεί, έκανε παιδί βρίσκεται στον χωρισμό η μόλις έχει χωρίσει. Στο ψάξιμο του συμπεριλαμβάνει και τους γκέι αλλά περισσότερο με την μορφή του θηλυπρεπούς γκέι η ακόμα και τραβεστί, γιατί θέλει οπτικά ακόμα να ξεγελά τον εαυτό του ότι του αρέσουν οι γυναίκες. Το αποτέλεσμα είναι σε όλες τις μορφές το ίδιο: σε κάποια στιγμή δέχονται όλοι την σεξουαλικότητα τους. Η αμφισεξουαλικότητα στους άντρες είναι ένα παροδικό φαινόμενο, με την ομοφυλοφιλία να υπερισχύσει τις πλείστες φόρες την μεταβατική φάση. Ενώ στις γυναίκες είναι η αμφισεξουαλικότητα μια εντελώς διαφορετική άλλα αυτόφωτη φάση που μπορεί και να συνυπάρξει με την ετεροφυλόφιλη τους πλευρά.<br /><br />Ένας τέτοιος μου μίλησε στο ίντερνετ. Αφήνω τα προκαταρκτικά ανείπωτα, γιατί είναι σχεδόν πάντα τα ίδια. Μέτα από μια σύντομη συνομιλία αποφασίστηκε συνάντηση. Για στατιστικούς λογούς αναφέρω ότι του συγκεκριμένου μπαϊ του μίλησα με το επίσημο μου προφίλ στο ίντερνετ και με απόρριψε λέγοντας μου ότι του είμαι πολύ αρρενωπός. Μου μίλησε ο ίδιος στο ας το πούμε fake προφίλ μου, που έχει πολύ πιο αρρενωπές και macho φωτογραφίες και αυτό δεν τον εμπόδισε από το να επιθυμεί συνάντηση. Άβυσσος οι καύλες του αρσενικού!<br />Ευτυχώς έμενε σε απόσταση δευτερόλεπτων από μένα έτσι βρέθηκα σε χρόνο ντε τε κοντά του. Μου άνοιξε την πόρτα και συνειδητοποίησα ακόμα μια φορά πως ζούμε όλοι μέσα στο ψέμα. Η σωματάρα της φωτογραφίας είχε ήδη χαλαρώσει και το ύψος είχε κάπως μειωθεί.<br /><br />- Γκρηστόρης, σκέφτηκα, σκάσε και κολύμπα. Έχεις υπέρμετρες ανάγκες.<br /><br />Με υποδέχτηκε φορώντας την ρόμπα του μπάνιου και κρατώντας μια μπίρα στο χέρι. Καθίσαμε στον καναπέ, άνοιξε την ρόμπα… και ήθελα να ανοίξει η γη να με καταπιεί. Ακόμα μια φιφαρα με περίμενε θριαμβευτικά γυμνή και φρεσκοπλυμένη. Δεν άντεχα άλλο πια αυτή την κατάρα που με κυνηγούσε. Γιατί εμένα; Γιατί;<br /><br />Αντί να προσπαθήσει να μου προσφέρει τη φιφάρα του, ξάπλωσε χωρίς κουβέντα αφού προηγούμενα με έγδυσε και πρόσφερε το στόμα του για τα περαιτέρω. Έκλεισα τα μάτια και περίμενα ούτε κι εγώ ξέρω τι. Κι άρχισε ξανά το βασανιστήριο με τα δόντια. Δεν το πίστευα. Είχαν όλοι έξοδο απ τον ζωολογικό κήπο; Ήταν όλοι πεινασμένοι; Είχε στο Άαχεν επίσκεψη αντιπροσωπείας καννιβάλων και ζουλού; Τι στο καλό είχα πάνω μου σαν μαγνήτη και έλκυα όλους του άσχετους στα στοματικά; Δεν ήταν δυνατόν, άλλα όντως πραγματικό! Άγγιξα τα όρια της σχιζοφρένειας. Τον παράτησα κι αυτόν, κουμπώθηκα ξανά ακόμα μια φορά κι έκανα να φύγω. Εκεί με σταμάτησε και άρχισε να μου εξιστορεί ότι μόλις χώρισε απ την γυναίκα του, έχει ένα τετράχρονο παιδί κι ότι είμαστε και οι δυο ενεργητικοί και γι αυτό δεν ταιριάζουμε. Δεν ήμουν σίγουρος αν αυτό που άκουσα ήταν αποτέλεσμα της σχιζοφρενικής φάσης που μόλις μπήκα ή πραγματικότητα. Ότι και να ταν πάντως ήταν ότι χρειαζόμουν για να κλείσω την βραδιά με αξιοπρέπεια χωρίς οπωσδήποτε να προσβάλω τον απέναντι μου.<br /><br />Πήγα σπίτι με απάθεια. Αντιλήφθηκα ότι αυτό ήταν. Δεν έχει πια κάλο σεξ, δεν έχει άλλο Ξυλάγγουρο, υπάρχει μόνο κακό σεξ. Μου ήταν ασαφές τι ήταν χειρότερο: κακό σεξ η καθόλου σεξ; Αναλογίζοντας τις ψυχοσυναισθηματικές μου αντιδράσεις ολόκληρης της βδομάδας που έζησα έφτασα στο συμπέρασμα ότι καθόλου σεξ είναι πιο υγιές τόσο από νευρολογικής όσο κι από σωματικής άποψης. Το κακό σεξ μπορεί να σπρώξει σε φόνο. Αν όχι φόνο σίγουρα να προκαλέσει σωματική βλάβη στον απέναντι. Άρα αποφασίστηκε αποχή. Αν όχι δια παντός τουλάχιστον μέχρι να βρεθεί ο κατάλληλος γαμιάς. Έχει γίνει κι αυτός σπάνιο είδος.<br /><br />Ή έγινα εγώ απλά σκυλοπαράξενος.... ;<br /></span>Unknownnoreply@blogger.com3tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-8480092400491880382010-07-24T10:36:00.004+02:002015-03-06T09:24:25.435+01:00Το Ξυλάγγουρο (3)<a onblur="try {parent.deselectBloggerImageGracefully();} catch(e) {}" href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEidUN1y0mb40ULO0DTJDs2N8zyZX5bBpByv8Ekmt-_gJxGcJbCpuuEd9Df55spw1Ee6JZ8Fel0roa6DkTpZJgV0bJzD8UCQy0rtfFTQ9bfwhJYDKmbRP2sPBl4MZt550yPxowbyNCgRVA4/s1600/both_sides_now-554x760.jpg"><img style="float: right; margin: 0pt 0pt 10px 10px; cursor: pointer; width: 146px; height: 200px;" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEidUN1y0mb40ULO0DTJDs2N8zyZX5bBpByv8Ekmt-_gJxGcJbCpuuEd9Df55spw1Ee6JZ8Fel0roa6DkTpZJgV0bJzD8UCQy0rtfFTQ9bfwhJYDKmbRP2sPBl4MZt550yPxowbyNCgRVA4/s200/both_sides_now-554x760.jpg" alt="" id="BLOGGER_PHOTO_ID_5497389222144770050" border="0" /></a><span style="font-size:85%;"><span style="font-style: italic;">(Η φωτογραφία είναι αφίερωση στον Κυπρολέων που τον επιάσαν τα κλάματα μες το αεροπλάνο)</span></span><br /><br />Μετά από δυο βδομάδες έφτασε η στιγμή να μπει ένα τέλος στην διαδικτυακή επικοινωνία και να έρθει η ώρα της πραγματικής συνάντησης. Όλες αυτές τις μέρες ανέβαλα την συνάντηση με προφάσεις μόνο και μόνο για να εμπεδώσω τον πόθο του, να κάνω πιο δυνατή την φαντασία του. Με παραξένευε το γεγονός ότι δεν ζήτησε να δει το πρόσωπο μου άλλα δεν τον έσπρωχνα να ζητήσει φωτογραφία. Φαινόταν ότι δεν είχε έντονη την απορία να με δει στο πρόσωπο, είτε γιατί τα υπόλοιπα του έφταναν και δεν τον ενδιαφέρει η φάτσα είτε γιατί είχε την εντύπωση ότι είχε ήδη δει το πρόσωπο μου. Ότι και να ταν μου ήταν αδιάφορο.<br /><br />Προγραμματίσαμε συνάντηση στο κέντρο της πόλης, ελάχιστα λεπτά απ το σπίτι μου, στην πηγή των θειούχων και ιαματικών νερών απ όπου τα ψηλά κοινωνικά στρώματα προηγούμενων εποχών έρχονταν να πιουν και να κάνουν τα θεραπευτικά τους μπάνια. Πήγα μέχρι ένα σημείο με το αυτοκίνητο γιατί ο Κυπραίος μέσα μου δεν έχει πεθάνει και πάω έστω και πενήντα μέτρα με το αυτοκίνητο και την υπόλοιπη απόσταση την έκανα με τα πόδια. Φορούσα μια χακί βερμούδα, σνικερς, ένα χαλαρό μπλουζάκι που άφηνε όμως το γυμνασμένο μου σώμα να διακρίνεται χωρίς αμφιβολία σε τόνους του μπλε όπως τα σνικερς και μαύρο γυαλί Αρμάνι του ήλιου, σχέδιο δεκαετίας πενήντα με εξήντα. Ένιωθα κάπως αλλά προσπάθησα να πάρω ύφος άνετου και προ πάντων με την βεβαιότητα της εκδίκησης. Αν δεν πετύχαινε το πείραμα θα έπαιρνα εκδίκηση με το να του πω τον λόγο της φάσης και αν πετύχαινε τότε θα είχα μια ικανοποίηση του εγωισμού μου. Ότι και να γινόταν θα ήμουν κερδισμένος στο παιγνίδι του εγωισμού και της γκέι εγκεφαλικής μαλακίας.<br /><span class="fullpost"><a name='more'></a><br /><br />
Καθόταν στα σκαλοπάτια του νεοκλασικού κτιρίου που περιέκλειε τα ιαματικά νερά και με περίμενε. Τον είδα από μακρυά και αναρωτήθηκα προς στιγμή τι ήθελα βασικά απ αυτόν. Είχε ύφος ενός ακόμα ανθρώπου, απλού, αφανούς, ασήμαντου. Ακόμα ένα φτωχαδάκι στα τόσα άλλα, ακόμα ένας σαν κι εμένα. Τι στο καλό ήθελα σε τελευταία ανάλυση; Δεν ήμουν σίγουρος τι ήθελα. Αλλά αυτή ήταν κι όλη μου η αναζήτηση: να ανακαλύψω τι ήθελα απ τη ζωή μου, απ την καθημερινότητα μου, απ το μέλλον, αν είχα ένα κάποιο μέλλον. Άρα δεν ήταν η σωστή στιγμή να με ρωτήσω τι ήθελα. Άφησα τις βαθυστόχαστες σκέψεις για μια άλλη στιγμή και προχώρησα, άνετος, χαμογελώντας και τον χαιρέτισα.<br /><br />Αν το σαγόνι του ήταν σαν του Αλαντίν θα είχε πέσει εφτά φορές στο έδαφος και πίσω. Με ρώτησε έκπληκτος τι έκανα εκεί. Του απάντησα εξηγώντας του ποιος ήμουν. Έμεινε αποσβολωμένος. Του ήταν απίστευτο. Με ρώτησε ξανά τον λόγο. Ήμουν όμως ήδη απογοητευμένος από την αντίδραση του. Δεν ήξερα τι περίμενα και τι δεν περίμενα. Κάπου υποψιαζόμουν ότι θα αντιδρούσε με απογοήτευση για να πω το ελάχιστο άλλα και κάπου έλπιζα για κάτι διαφορετικό. Του εξήγησα τους λόγους. Με άκουσε προσεκτικά κοκκινίζοντας από κάποια ντροπή. Είχα δίκιο. Όση ανωνυμία και ευκαιρία για ξέσπασμα δίνει το ίντερνετ δεν συμπεριφέρεται κάποιος έτσι ακόμα και σε μια γνωριμία της στιγμής. Ιδιαίτερα όταν με αυτή την γνωριμία μοιράστηκες και τα υγρά σου. Πες ένα αντίο ειρηνικό, πες δεν ταιριάξαμε άλλα ήταν όμορφα που σε γνώρισα, βρες μια μαλακία να πεις άλλα όχι κρύο λουτρό μετά το μπαϊράμι. Όχι με τον Γκρηκστόρης στην μετά-Σσιάτς-περίοδο.<br /><br />Προχωρήσαμε για λίγο μαζί προς το αυτοκίνητο. Αφού ξεκαθαρίστηκε το παρελθόν του έδωσα το πράσινο να φύγει. Πήρα την εκδίκηση μου και φάνηκε ότι είχε εκτόπισμα. Ικανοποιήθηκα και δεν απαιτούσα περισσότερα, τα έλπιζα άλλα χωρίς προσμονή. Πήγα να τον αποχαιρετίσω και με κοίταξε απορημένος. Τον κοίταξα περισσότερο απορημένος πίσω.<br /><br />– Τι θα φύγεις τώρα; με ρώτησε<br />– Ναι, τι να κάνω; Αφού κατάλαβα ότι δεν γουστάρεις να συνεχίσεις παρακάτω μαζί μου μετά το σημερινό.<br />– Δεν ήταν και ο καλύτερος τρόπος να γνωριστούμε αλλά τώρα είμαστε εδώ μαζί και νομίζω θα ήταν κάλο να κάναμε ότι καλύτερο γίνεται από την κατάσταση.<br />– Δηλαδή; ρώτησα με ακόμα πιο μεγάλη απορία στο πρόσωπο μου.<br />– Αφού είμαι που είμαι εδώ, δεν με καλείς για τον καφέ που λέγαμε στο σπίτι σου; είπε και χαμογέλασε διακριτικά πονηρά.<br />– Θες να πάμε σπίτι μου; ρώτησα χωρίς να πιστεύω τι είχα ακούσει να μου λέει.<br />– Ναι άμα θες κι εσύ γιατί όχι.<br /><br />Προσπάθησα να μείνω κουλ, αλλά μόνο κουλ δεν ένιωθα. Αναρωτιόμουν που το έπαιρνε, που πήγαινε η φάση. Δεν πέρασε απ το μυαλό μου σοβαρά η πιθανότητα ότι θα ήθελε στα αλήθεια να ξαναπηδηχτεί μαζί μου. Μου είχε ταΐσει χυλοπίτα ιντερνετική και μόλις τον είχα μπουγελώσει. Ήταν εκτός πιθανοτήτων να κατέληγε αυτή η διακριτική μάχη στο κρεβάτι. Από την άλλη...υπάρχει πάντα η πρώτη φορά.<br /><br />Πήγαμε στο σπίτι με το αυτοκίνητο. Τον έβλεπα κλεφτά με την άκρη του ματιού μου και δεν ήξερα τι να νιώσω. Σίγουρο ήταν ότι πηδούσα νοερά απ τον ενθουσιασμό μου. Και ίσως σύντομα να πηδούσε πάλι αυτός έμενα. Αποκορύφωση!<br /><br />Του έκανα καφέ απ την De Longhi. Κάθισε στη μέση του τρία επί ενάμιση καναπέ (αυτός δεν ήταν καναπές που αγόρασα για το καινούργιο σπίτι, ήταν αεροδρόμιο) κι εγώ στην άκρη του αεροδιάδρομου. Κάναμε εξαναγκασμένη ψιλοκουβέντα, έχοντας παράλληλα άγχος για το τι θα ήταν η επόμενη πρόταση. Αναγνώρισα το ίδιο άγχος και σ αυτόν. Μιλήσαμε λίγο αόριστα, ρουφούσε τον καφέ του αμήχανα.<br /><br />Άφησε το φλιτζάνι μια στιγμή αργότερα στο τραπέζι του καναπέ, άπλωσε το κορμί του στον υπόλοιπο καναπέ κι άρχισε να χαιδεύεται. Αυτό ήταν.<br />Μπαλαμουτιαστήκαμε με πάθος και μανία. Έμεινα έκπληκτος. Τον είχα ρουφήξει με τα μάτια και με το σώμα μου και δεν τον χόρταινα. Τελειώσαμε την φανταστική μας μάχη εξουθενωμένοι και τον είδα να χαμογελά, σχεδόν να γελά από ικανοποίηση. Είχα την ίδια αντίδραση γιατί τον ικανοποίησα. Σαν να ήταν ο σκοπός μου να τον ικανοποιήσω.<br /><br />Γυμνοί στον καναπέ μιλήσαμε λίγο χαλαρά. Είχα τα υγρά και των δυο μας πάνω μου και για πρώτη φορά σε όλη μου την καριέρα δεν με ενοχλούσε. Ήμουν ικανοποιημένος. Τον έβαλα να μου υποσχεθεί ότι θα κρατήσουμε την επαφή έστω και χωρίς σεξ. Μου το υποσχέθηκε άλλα δεν ήξερα αν το πίστευα ή όχι. Μέτα από λίγο έφυγε με ένα γλυκό χαμόγελο για αντίο. Το μόνο που ήξερα ήταν ότι τον ήθελα ξανά και ξανά και ξανά.<br /><br />Πέρασαν από τότε δυο μήνες. Τον συναντώ σταθερά σε εβδομαδιαία βάση. Βρισκόμαστε πάντα με την πρόφαση του καφέ, μιλάμε για λίγο, καφέ δεν πίνουμε και πάντα μετά από λίγα λεπτά μου ρίχνει ένα γλυκό, πονηρό χαμόγελο κι αρχίζουμε το χαμούρεμα. Όταν τελειώνουμε τον πεθυμώ αμέσως. Αλλά κρατιέμαι μέχρι την επόμενη βδομάδα. Ο χρόνος που μεσολαβεί είναι στην αρχή άνετος άλλα όσο κοντεύουν οι μέρες γίνεται η ανυπομονησία μου αφόρητη. Όταν σβήνονται οι φωτιές μας γυρίζουν ξανά όλα πάλι απ την αρχή. Έλειπε για τέσσερις μέρες, στο διάστημα που έπρεπε να βρεθούμε. Να ταν οι ορμόνες μου, να ταν σύμπτωση, τρελάθηκα μέχρι να τον ξανασυναντήσω σήμερα. Τον σκεφτόμουν συνέχεια, και ήταν κουλό, τι ήθελα απ αυτόν;<br /><br />Δεν περιμένω τίποτε περισσότερα απ αυτό που είναι άλλα θα ήθελα κάτι παραπάνω. Έχει όμως σύντροφο. Δεν μπορώ μα και δεν θέλω να μπω ανάμεσα τους. Κάποιες στιγμές σκέφτομαι ότι δεν με πειράζει να μπω ανάμεσα τους, δεν λυπάμαι τον άλλο ούτε και θέλω να σεβαστώ την σχέση τους. Και μετά νιώθω ντροπή που κάνω αυτές τις σκέψεις και τις διώχνω μακριά μου σαν ανώριμες και παιδιάστικες που είναι. Με φτάνει η βδομαδιαία στιγμή μαζί του. Ούτως η άλλως δεν είμαι έτοιμος για σχέση ακόμα κι ούτε ξέρω αν θα είμαι σύντομα η ξανά ποτέ έτοιμος για σχέση. Ο Σσιάτς ζει έντονα μέσα μου κάθε στιγμή της μέρας. Η ανάμνηση του, η ύπαρξη του στην ψυχή μου είναι αναμφίβολη. Ποιος θα μπορέσει ποτέ να ανταγωνιστεί αυτή την έντονη παρουσία στον εσωτερικό μου κόσμο; Καλό είναι και το Ξυλάγγουρο έτσι όπως είναι τώρα.<br /><br />Μόλις έφυγα από κοντά του. Δεν έκανα καν ντους, έτσι για να τον νιώθω ακόμα παντού, κρατάει η γεύση του μέχρι την άλλη βδομάδα. Έστω και με ντους σε λίγο.<br /></span>Unknownnoreply@blogger.com3tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-9589980606893118842010-07-22T23:08:00.002+02:002015-03-06T09:24:44.306+01:00Το Ξυλάγγουρο (2)<a onblur="try {parent.deselectBloggerImageGracefully();} catch(e) {}" href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgJHacbZ4vySp0-Cg73senut0JPIIsSCQGiiCibroIIN-lOjF2WI5yQiC_KFeFL6ZJDhEjzx5627DMIYfOrYUi2tbcOPQ4_lM_r7RTYeG8-xpNGb3M8zFF7ka7GKnuy-GwkwCwfHYSqC6w/s1600/the_blue_pyjamas-597x800.jpg"><img style="float: right; margin: 0pt 0pt 10px 10px; cursor: pointer; width: 149px; height: 200px;" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEgJHacbZ4vySp0-Cg73senut0JPIIsSCQGiiCibroIIN-lOjF2WI5yQiC_KFeFL6ZJDhEjzx5627DMIYfOrYUi2tbcOPQ4_lM_r7RTYeG8-xpNGb3M8zFF7ka7GKnuy-GwkwCwfHYSqC6w/s200/the_blue_pyjamas-597x800.jpg" alt="" id="BLOGGER_PHOTO_ID_5496840878514183762" border="0" /></a>Τελικά ήρθε το βράδυ του ραντεβού. Θα ήταν μόνο για ένα γρήγορο νούμερο στα πεταχτά γιατί δεν είχε πολύ χρόνο. Τι να γίνει. Ας ήταν κι αυτό. Στις έντεκα το βραδύ βρέθηκα στο σπίτι του που ήταν μόνο λίγα λεπτά απόστασης από το δικό μου. Βγήκα πέντε ορόφους απότομων σκαλοπατιών ενός τυπικού γερμανικού κτιρίου της μεταπολεμικής περιόδου, οι σκάλες του οποίου είχαν μια κλίση είκοσι τα εκατό. Τρίαθλο με λίγα λόγια μέχρι να βγει κάποιος τους πέντε ορόφους. Κι άντε και τους βγήκε, με ποια αντοχή να κάνει και σεξ; Τα εμπόδια της γκέι ζωής είναι ανυπέρβλητα.<br /><br />Έφτασα στον πέμπτο με την ψυχή στο στόμα. Η πόρτα ήταν μισάνοικτη. Κτύπησα, άκουσα μια φωνή διακριτική να με καλεί μέσα και μπήκα. Με περίμενε στο χωλάκι του διαμερίσματος, χωρίς μπλουζάκι, φορώντας μόνο μια φόρμα για τρέξιμο και χωρίς παπούτσια. Αντίκρισα το πρόσωπο του. Προσπάθησα να να κρύψω την θετική μου έκπληξη καθώς μπροστά μου στεκόταν το θρυλικό Ξυλάγγουρο.<br /><br /><span class="fullpost"><a name='more'></a><br />Ταχυπαλμία έκανε το στήθος μου να ανεβοκατεβαίνει σαν τρελό όχι πια από το λαχάνιασμα της σκαλοπατοανάβασης άλλα από την αχαλίνωτη καύλα που με κυρίευσε έχοντας το Ξυλάγγουρο απέναντι μου. Στιγμιαία πέρασαν αμέτρητες ερωτήσεις απ' το μυαλό μου με μια βασική να επαναλαμβάνεται συνεχώς: Θυμόταν ότι με έστειλε ανεπιστρεπτί πριν μήνες ή όχι: Και αν δεν, καλώς. Αν όμως θυμόταν, σήμαινε αυτό ότι ήμουν ένα απλά πήδημα ανάγκης κι' όχι έλξης: Ή θα με έστελνε πάλι από κει που ήρθα αν με θυμόταν;<br /><br />Πέταξα τα ερωτηματικά σε μια άκρη του μυαλού μου και προσπάθησα να του αφιερωθώ. Ήδη το αθλητικό παντελόνι που φορούσε πήρε μια δυσαρμονική μορφή καθώς η δική του επιθυμία ήταν πια ανεξέλεγκτη.<br /><br />Έχοντας ακόμα την γεύση του πάνω μου αποχαιρετιστήκαμε χαλαρά. Εγώ πετούσα τα σκαλιά τρία τρία προς τα κάτω από τον ενθουσιασμό μου. Τα κατάφερα. Κατάκτησα έστω και για λίγα λεπτά το Ξυλάγγουρο. Η πολύμηνη αναμονή είδε το τέλος της.<br /><br />Λίγες μέρες μετά τον είδα στο Ρομεο. Του έστειλα μήνυμα που έμεινε αναπάντητο. Ακολούθησε δεύτερο, τρίτο, τέταρτο, χι συν νι μηνύματα. Όλα χωρίς απάντηση. Και ξαφνικά είχε σβήσει το καινούργιο του προφίλ και άρχισε να χρησιμοποιεί το παλιό του. Του έστειλα κι εκεί άλλα τόσα μηνύματα, μέχρι που μου κόλλησε ένα εικονίδιο στο προφίλ μου που απεικονίζε την φράση ότι δεν είμαι ο τύπος του.<br /><br />Στην αρχή τα έχασα τυφλωμένος ακόμα από τον ενθουσιασμό της παροδικής κατάκτησης. Κάπου ξανά πληγώθηκε το γαμημένο μου εγώ. Ηρεμώντας αντιλήφθηκα ότι είχα να κάνω με μια ακόμα κλασσική διαδικτυακή κατάσταση. Δεν είχε να κάνει με μένα το όλο θέμα. Άπλα έτσι ήταν το μείγμα της διαδικτυακής και της πραγματικής ζωής. Κάτι σαν Flashmob. Σε βρίσκω τυχαία, σε πηδώ συγκεκριμένα χωρίς τις συνέπειες μια επόμενης συνάντησης και άστα λα βίστα. Ως γνωστό είμαι αργόστροφος. Ενώ ήμουν χρόνια στο ίντερνετ δεν αντιλαμβανόμουν συνειδητά την πραγματικότητα της ψευδαίσθησης.<br /><br />Σταμάτησα να τον ενοχλώ. Ένιωσα κι ενοχές ότι κάπου ίσως να τον ενόχλησα. Έτσι δεν ξανάκανα επαφή.<br /><br />Λίγες μέρες μετά και χωρίς να έχω μόνο την υπόθεση Ξυλάγγουρο στο μυαλό αποφάσισα να κάνω κι εγώ αυτό που ήδη έκαναν χιλιάδες άλλοι: δημιούργησα ένα δεύτερο προφίλ στο Ρομεο, άλλαξα τα δεδομένα μου, έβαλα μια φωτογραφία δίκη μου χωρίς πρόσωπο, μόνο σώμα ημίγυμνο και χύθηκα στο κυνήγι της κοροϊδίας.<br /><br />Εκεί που σχεδόν κανένας από το Άαχεν η από την Κολωνία δεν μου μιλούσε πια γιατί ήμουν ήδη συνηθισμένο φαγωμένο κρέας, έγινα αμέσως ενδιαφέρον για όλους εκείνους που ήθελα να ξανά είχα αλλά αυτοί δεν με ήθελαν πια όπως επίσης και για άλλους τόσους καινούργιους. Δεν προλάβαινα να απαντήσω τα μηνύματα. Όλοι ήθελαν να δουν περισσότερα από το φρέσκο κρέας η να το φάνε αμέσως χωρίς επιβεβαίωση προέλευσης η ποιότητας. Από τη μια διασκέδαζα αυτή την καινούργια φάση ενδιαφέροντος, από την άλλη ένιωθα πόσο αξιολύπητοι είχαμε καταντήσει όλοι μας.<br /><br />Μίζερες υπάρξεις που προσπαθούσαμε όλοι μέσα από την ψευδαίσθηση, το ψέμα, την κοροϊδία να πάρουμε επιβεβαίωση του αρρωστημένου μας εγώ. Ενώ όλοι στην πραγματική ζωή κριτικάραμε την απαράδεκτη πραγματικότητα του ίντερνετ, κάναμε παράλληλα αυτό που καταδικάζαμε. Το ίντερνετ είναι πολλά θετικά πράγματα. Αλλά είναι επίσης και μια πολύ πιστή αντανάκλαση της παγκόσμιας κοινωνίας, της σκοτεινής της πλευράς, είναι ο καταλυτής της αποκάλυψης της σκοτεινής ανθρώπινης ψυχής. Το τρομακτικότερο όμως είναι ότι κάνεις δεν φοβάται αυτή την αποκάλυψη, κανείς δεν τρομάζει από αυτή την πραγματικότητα. Αντίθετα την επικροτεί ο καθένας άμεσα ή έμμεσα, γιατί σχεδόν ο καθένας είναι μέρος της. Περισσότερο ακόμα, ο καθένας την διασκεδάζει. Είναι μια περίοδος παράλληλη με την Ρώμη του Καλιγούλα. Οι εποχές απλά επαναλαμβάνονται με διαφορετικά φουστάνια.<br /><br />Στη διάρκεια του παρορμητισμού της διασκέδασης παρέλαβα κι ένα εικονίδιο από το Ξυλάγγουρο που απεικόνιζε την λέξη σέξι. Σκέφτηκα μόνο λίγες στιγμές, αστραπιαία αποφάσισα να πάρω εκδίκηση. Πρωτόγνωρη απόφαση για μένα που συνήθως είμαι το βλήμμα της παθητικής αντίστασης α λα Γκάντι. Άλλα τα πάντα ρεί. Έτσι άρχισε να ρέει και η δική μου παθητική, βλημματική φύση κι άρχισα δειλά αλλά σταθερά να παίρνω εγώ για μένα αποφάσεις αντί να αφήνω έμμεσα τους άλλους να αποφασίζουν για την διάθεση μου, παίζοντας συνήθως εκ των υστέρων το μίζερο θύμα της κακίας και της εκμετάλλευσης. Αυτή η μικρή ακόμα αλλαγή ήταν ένα μέρος μιας μεγάλης αλλαγής που ακόμα ήταν στο γίγνεσθαι στην μετά-Σσιατς-περίοδο. Η εκδίκηση για το Ξυλάγγουρο ήταν στα σκαριά.<br /><br />Διαβολικά άρχισα μαζί του μια εκτεταμένη επικοινωνία που κράτησε μέρες, ίσως και λίγες βδομάδες. Δεν βιαζόμουν. Αντίθετα ενώ δεν έχανα το σκοπό της εκδίκησης από τα μάτια μου, απολάμβανα την επικοινωνία μαζί του. Ανυπομονούσα να τον βρω στο Ρομεο και να μιλήσω μαζί του. Μιλούσαμε για όλα που έρχονταν αυθόρμητα στο μυαλό, κάποιες φορές με έντονα σεξουαλικά υπονοούμενα, κάποιες φορές μόνο κοινωνιολογικά, κάποιες άλλες μόνο κουβέντες του καφέ για να περάσει απλά η ώρα και η ανία μας. Όταν τελείωνε η συνδιάλεξη μας ήμουν απλά ικανοποιημένος. Γεμάτος ευχαρίστηση. Παρατηρούσα ότι αναζητούσε την επαφή, γεγονός που μ' έκανε να φτεροπετώ, να είχα πεταλουδίτσες στη κοιλιά σαν να μουν ερωτευμένος.<br /></span>Unknownnoreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-86876224096460500762010-07-21T19:50:00.008+02:002015-03-06T09:25:00.976+01:00Το Ξυλάγγουρο (1)<a onblur="try {parent.deselectBloggerImageGracefully();} catch(e) {}" href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEipK24CUmyEuH74d6D5EBAp9r8S67Gh6JRdahvsXYBu9hD_ii5STtL3DthwCZTrygD7SUTySj0LjmSLF6OjluWGn2cgQ3oQV2cnsHnfHojpWoEHSTzojxoSPvKLQiGURKAyxQwqPKJnYEo/s1600/morning_glory-760x579.jpg"><img style="float: right; margin: 0pt 0pt 10px 10px; cursor: pointer; width: 200px; height: 152px;" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEipK24CUmyEuH74d6D5EBAp9r8S67Gh6JRdahvsXYBu9hD_ii5STtL3DthwCZTrygD7SUTySj0LjmSLF6OjluWGn2cgQ3oQV2cnsHnfHojpWoEHSTzojxoSPvKLQiGURKAyxQwqPKJnYEo/s200/morning_glory-760x579.jpg" alt="" id="BLOGGER_PHOTO_ID_5496419042059255074" border="0" /></a>Το Romeo (Gayromeo) είναι η πλατφόρμα που σπαταλάμε την ζωή μας εμείς οι αιώνια διψασμένοι για κάτι γκέι. Συνήθως αυτή δίψα περιορίζεται στην μορφή πέους για τους πιο ειλικρινείς, γι αυτούς δε που ακόμα δεν μπορούν να κοιταχτούν στον καθρέφτη και να δεχτούν την πραγματικότητα της γκέι ζωής παίρνει η δίψα την μορφή αναζήτησης για φίλους, κουβέντας, αγάπης, έρωτα χωρίς όμως να αντιλαμβάνονται ότι τελικά όλοι στον ίδιο παρονομαστή καταλήγουν, δηλαδή ένα πήδημα και τέλος.<br /><br />Είναι σκληρός αυτός ο ορισμός αλλά τουλάχιστον είναι πραγματιστικός. Όλα στις γκέι πλατφόρμες επικοινωνίας στο διαδίκτυο καταλήγουν στο στην αρχέτυπη συμπεριφορά της ικανοποίησης της πρωτόγονης και πιο φυσικής ανάγκης της ανθρώπινης φύσης που στις μέρες μας έχει πάρει υπερφυσικές διαστάσεις: της καύλας.<br /><br />Η αλήθεια της πλατφόρμας είναι σκληρή. Η εύκολη ανωνυμία προσφέρει έδαφος για να βγουν στην επιφάνεια τα αβυσσαλέα χαρακτηριστικά της ανθρώπινης ψυχής μας: κόμπλεξ, κακία, εκδίκηση, ψέμα, παραπλάνηση, παραισθησιακή εικόνα του εγώ, παρουσίαση ενός άλλου εγώ που θα θέλαμε να είμαστε αλλά δεν είμαστε, κοροϊδία, ικανοποίηση ανίας, χαιρεκακία, πάθος με μίσος, μίσος με πάθος. Με βοήθημα την ανωνυμία και την προστασία των τεσσάρων τοίχων και με βοήθημα όλα τα προηγούμενα γίνεται και κάτι πολύ πιο απλό: αυνανισμός μέσω συνδιάλεξης. <span class="fullpost"><br /><a name='more'></a><br />Έχει φτάσει ο σημερινός χομο σαπιενς στο σημείο να είναι ανίκανος κοινωνικής συμπεριφοράς και ανωνυμίας και αναζητεί μέσω της ανωνυμίας και αδυσώπητης ελευθερίας που έπεται της ανωνυμίας την τελειωτική, άψογη ικανοποίηση που εκ των υστέρων δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια παραίσθηση στο καθημερινό κενό.<br /><br />Μέλος αυτής της επικοινωνίας είμαι κι εγώ. Λείπει ο Μάρτης που την Σαρακοστή; Υποθέτω ότι εγώ δεν κάνω τα περισσότερα από τα πιο πάνω. Αλλά υποθέτω ότι αυτό υποθέτουν και οι περισσότεροι. Ο καθένας υποθέτει την αλήθεια του. Η δική μου είναι ότι έχω ανία. Από την ώρα που μπαίνω στο σπίτι και έχω διεκπεραιώσει τα καθημερινά μου καθήκοντα, ανήκει στις καθημερινότατες μου δραστηριότητες και αυτό. Με έντονο το αίσθημα της αναζήτησης της επόμενης περιπέτειας. Είναι κάτι σαν δασούδι online.<br /><br />Από το καιρό που ο Σσιατς δεν υπάρχει στην ζωή μου υπάρχει πολύ πιο έντονα το Ρομεο. Και πριν υπήρχε αλλά στην μετά-Σσιατς-περίοδο είναι ακόμη πολύ πιο έντονη η παρουσία του. Φυσικά αυτό είναι εποχιακό. Αμέσως μετά την εγκατάλειψη το έριξα στον θρήνο. Αυτό κράτησε μήνες και μήνες. Μετά τον έντονο θρήνο πέρασα σε έναν πιο έμμεσο όπου άρχισα να διαβάζω πολύ λογοτεχνία. Ακολούθως μπούχτισα με την λογοτεχνία και ένιωσα ότι είχα ξανά ανάγκες. Και έτσι ξαναβίασα το Ρομεο. Και ενώ δεν υπάρχει θεωρητικά γεωγραφικός περιορισμός, είναι αυτονόητο ότι η περιοχή της αναζήτησης περιορίζεται στο γεωγραφικό πλάτος Άαχεν Κολωνία Λιέγη. Το πιο βολικό βέβαια είναι να μένει η επομένη πιθανή περιπέτεια εκατό μετρά από το διαμέρισμα μου για μην χάνω μεγάλη ενεργεία μέχρι το χρονικό σημείο της συνάντησης. Μέχρι και τώρα, τόσους μήνες μετά τον χωρισμό δεν κάνω τίποτε και να μην σκέφτομαι κάθε στιγμή τον Σσιατς. Μόνο την ώρα του σεξ κάνω κλικ και τον σβήνω παροδικά για την μικρή περίοδο της ανάπαυλας. Ακόμα και τώρα που γράφω αυτά σκέφτομαι γιατί τα γράφω. Αναζητώ ίσως μια εξιλέωση γι αυτό που κάνω ενώ δεν υπάρχει ουσιαστικός λόγος; Θα το ψάξω άλλη ώρα.<br /><br />Δυο χρόνια πριν ανακάλυψα στο Ρομεο ένα συγκεκριμένο προφίλ. Είδα τις φωτογραφίες, υπέθεσα ότι είναι δικές του, και να για να μην δημιουργήσω σασπένς, ήταν δικές του οι φωτογραφίες, και κάτι μου έκανε κλικ μέσω οράσεως. Ο τύπος μου άρεσε. Μου άρεσε πολύ. Ήταν πολύ γυμνασμένος άλλα πολύ λεπτός, σχεδόν ανορεξικός. Έχω μια αδυναμία για τα γυμνασμένα ανοξερικά. Ίσως να εξηγείται με την λαϊκή παροιμία όσα δεν φτάνει η αλεπού τα θεοποιεί. Όλοι οι μυς του ήταν εμφανείς σε αρμονική συμβίωση με τα εμφανή του κόκκαλα. Ήταν μια απερίγραπτη καύλα για μένα. Το σύνολο του Ξυλάγγουρου το ολοκλήρωνε ένα πρόσωπο πάνω κάτω ίδιο του David Bowie στα νιάτα του. Ένας άντρας όνειρο. Έχω πολλά όνειρα με πολύ διαφορετικές περιγραφές, ποικίλες εικόνες. Αυτός ήταν ένα από αυτά τα όνειρα. Τον έβλεπα στην φωτογραφία κι έλιωνα από πόθο.<br /><br />Έγραφε μεν ότι είχε σταθερό σύντροφο άλλα ήταν και στο ψάξιμο. Του κτύπησα κάποιες φόρες άλλα με έγραψε εκεί που προφανώς είχε πολύ χώρο. Τον έβαλα κι αυτόν στα ακαταχώρητα και η ζωή συνέχισε με τον τότε της ρυθμό. Εξ άλλου τα συμβάντα του Ρομεο δεν είναι για να θεωρούνται σοβαρά αν κάποιος έχει τον απαιτούμενο αυτοσεβασμό (τώρα αυτό βέβαια έχει πολύ θολά σύνορα). Στα δυο χρόνια τον έβλεπα πολύ συχνά άλλα με παραγνώριζε παντελώς. Σε μια από τις φορές που είδε ότι επισκέφτηκα το προφίλ του, έβαλε κι ένα εικονάκι στο δικό μου προφίλ που έλεγε ότι δεν τον ενδιέφερα καθόλου. Τώρα όσο χοντρόπετσος και να σαι, όσο περπατημένος και να σαι σ' αυτά τα πράγματα, όσο πωρωμένος και να έχεις γίνει αυτό πονά. Πονά πολύ ιδιαίτερα αν έχεις αναπτύξει και μια αδυναμία για το πρόσωπο (ψυχασθενικό κι αυτό). Ο εγωισμός μου έγινε ράκος γιατί ήρθε μια αποτυχία ακόμα να προστεθεί στο πάνθεο των απορρίψεων που ζούσα απανωτά. Το κατάπια κι αυτό και το άφησα να περάσει.<br /><br />Μήνες μετά, μες το φθινόπωρο του περασμένου χρόνου βλέπω ένα άλλο προφίλ με μια φωτογραφία πολύ ελκυστική άλλα σκοτεινή με ένα μη αναγνωρίσιμο πρόσωπο. Του κτυπώ μήνυμα και μου απαντά. Άρχισε ένα σχετικά καλό πήγαινε έλα. Μου έστειλε κι' άλλες φωτογραφίες του. Φτάσαμε στο σημείο να κλείσουμε ραντεβού. Οι φωτογραφίες που μου έστελνε ήταν γνώριμες άλλα δεν ήμουν και πολύ σίγουρος. Τις δικές μου πάντως τις είχε δει. Και προφανώς του άρεσαν γιατί δεν με έστειλε από κει που ήρθα. Οι δικές του όμως κάτι προσπαθούσαν να μου πουν. Το πρόβλημα ήταν τι.<br /></span>Unknownnoreply@blogger.com0tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-81745027941784596652010-07-16T17:12:00.006+02:002015-03-06T09:25:18.508+01:00Περιμένοντας παρέα…<a onblur="try {parent.deselectBloggerImageGracefully();} catch(e) {}" href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjfgGg-DrMyA78ty4pMd8L8dIREEQ_hA2qNeJRQD1Z5aBHZy1PeZArtTJJSJehImRE0GDgKUyEK3e2VZbKTVnmvhSRm8zdNogOLpkDLQxL50CjzyISiQK2KP0mtAfayy6doy18phLh5uek/s1600/creature_from_the_blue_lagoon-760x569.jpg"><img style="float: right; margin: 0pt 0pt 10px 10px; cursor: pointer; width: 200px; height: 150px;" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjfgGg-DrMyA78ty4pMd8L8dIREEQ_hA2qNeJRQD1Z5aBHZy1PeZArtTJJSJehImRE0GDgKUyEK3e2VZbKTVnmvhSRm8zdNogOLpkDLQxL50CjzyISiQK2KP0mtAfayy6doy18phLh5uek/s200/creature_from_the_blue_lagoon-760x569.jpg" alt="" id="BLOGGER_PHOTO_ID_5494535227380647842" border="0" /></a>Έκανα μήνες όπως είναι εμφανές να εμφανιστώ… Μου στοίχισε μήνες να συνέλθω. Βρίσκομαι τώρα στον εντέκατο μήνα μετά τον χωρισμό από τον Σσιατς. Δεν μπορώ να ξέρω αν θα τελειώσει ποτέ αυτός ο Γολγοθάς, αυτό το κεφάλαιο στην ψυχή μου.<br />Ο χρόνος έχει απαλύνει κάπως την πληγή αλλά δεν ξέρω αν κλείσει ποτέ… Είναι κάτι σαν το Έιτζ… Αν τύχει να κολλήσεις τον ιό σήμερα στην Ευρώπη, το καλύτερο που θα σου τύχει είναι να τον κουβαλάς μια ζωή με τον φόβο ότι μια μέρα θα ξεσπάσει σε θανατηφόρα ασθένεια. Πιθανότατα να μην τύχει αυτό ποτέ με την φαρμακευτική αγωγή που υπάρχει αλλά η πραγματικότητα είναι ανάλλαχτη. Όπως και το κεφάλαιο Σσιατς: Μου έτυχε και σημάδεψε ανεπιστρεπτι όλη μου την ψυχοσύνθεση και μνήμη. Ότι και να κάνω δεν φεύγει, εκεί μένει ανεξίτηλο, αιώνιο.<br /><br />Σαν ανάπαυλα, σαν θεραπεία, ξανακατέβηκα κάποιες φορές στο νησί. Τόσο που το βαρέθηκα, όσο βαρέθηκα και πλείστα άλλα καθημερινά. Βρίσκομαι σε φάση που ξαναεφευρισκω τον εαυτό μου και την ζωή μου. Μάλλον θα κρατήσει μια ζωή…<br /><br />Ξανακατέβηκα και πάλι στο Όρος της αμαρτίας. <span class="fullpost"><a name='more'></a><br />Και πάλι τα ίδια πρόσωπα να ξετρελαίνονται στο πάνω κάτω. Αυτή την φορά η κίνηση ήταν ελάχιστη, σχεδόν ανύπαρκτη. Βρισκόμουν στο μεταίχμιο της όρεξης. Ήθελα, δεν ήθελα …δεν μπορούσα να καταλάβω τι έκανα εκεί. Από τη μια ήθελα την περιπέτεια κι από την άλλη ήθελα να ήμουν στο κρεβατάκι μου αρακτός να ξεκουράζομαι. Αυτή όμως η ελεεινή η αναζήτηση της επιβεβαίωσης, αυτή η αιώνια ανάγκη για ακόμα έναν οργασμό, αυτό το αιώνιο άγνωστο για το ποιο και πως θα είναι το επόμενο πέος, αυτή η ατελείωτη αναζήτηση ακόμα μιας ευχαρίστησης, αυτή η ατελείωτη δίψα για ακόμα μια ικανοποίηση…<br /><br />Είδα από μακριά μια φιγούρα και σαν να μου φάνηκε γνωστή. Με πλησίασε με ύφος αιλουροειδούς έτοιμο να χιμήξει τη λεία του. Σε απόσταση επίθεσης στάθηκε, έκανε μια τελευταία αναγνώριση του υποψήφιου θύματος, αποποιησε από πάνω την επιθετική στάση και στρίγγλισε:<br />- Ου μα εσου είσαι ραααα;<br />- Ουξις τζιαι ξερος μαλακισμενε που εννα με πεις τζιαι ρα. Εσσιεις να με δεις τοσα χρονια τζιαι το πρωτο που εσσιεις να πεις εν ρα;<br />- Ε καλα ρε ξερεις ηνταλως το εννοω…<br /><br />Έκανα χρόνια να τον δω, παλιός κάλος γνωστός από την άγρια δεκαετία του ενενήντα. Δεν είχε αλλάξει καθόλου, και να είχε αλλάξει, στο ημίφως του δασουδιου δεν μπορούσα να αναγνωρίσω τα σημάδια που ίσως να του είχε αφήσει ο χρόνος. Μιλήσαμε για λίγο στην τσίτα αφού όλες οι αισθήσεις μας ήταν αλλού κατευθυμένες και παρατήρησα ότι διατήρησε την ίδια αθωότητα που είχε και τότε, την ίδια παιδικότητα και την ίδια απορία για την κομπλεξική συμπεριφορά εμάς των γκέι. Κάποια πράγματα δεν αλλάζουν ποτέ, ανεξάρτητα από το γεωγραφικό πλάτος και μήκος της ζωής μας.<br /><br />Όπως μιλούσαμε πέρασε ένα κορμί από απόσταση ορατότητας (κορμί όπως το λέμε στα κυπριακα, κορμαλιας) και από το περπάτημα του έδειχνε να ανήκε στην κατηγορία των μαγκεψάμε κορμί. Άφησα τον παλιόφιλο σύξυλο και ακολούθησα το κορμί. Περπατούσε με γοργό βήμα σαν να του είχαν βάλει νεφτιν εις τα οπίσθια. Κι εγώ ξωπισων να τον προλάβω.<br /><br />Σε όλη την διάρκεια του σχεδόν τζόκιν δεν γύρισε μια φορά πίσω να κοιτάξει αν κάποιος τον ακολουθει, κατι που ξεφεύγει από τους κανόνες καλής συμπεριφοράς στο δασουδι. Κάποια αισθητά χιλιόμετρα μετά εξαφανίστηκε στους θάμνους της αμμουδιάς, που κάθε σαιζόν γίνονται και λιγότεροι στον αριθμό. Επιτέλους μετά από μισό κιλό άμμο στα ντήζελ σνικερς που φορούσα σταμάτησε, έσπασε την λεκάνη όπως κάνουν οι μάτσο, με το ένα χέρι μέχρι τον καρπό στην μια τσέπη του στενότατου τζην που κάλυπτε στην μέση το στενότατο μπλουζάκι που φορούσε για να δείχνει το πολύ γυμνασμένο του σώμα και με το άλλο κρατούσε ένα ήδη αναμμένο τσιγάρο. Έβλεπε την θάλασσα χωρίς να μαι και πεπεισμένος ότι καταλάβαινε τι έβλεπε, σημαντικό ήταν να δει έμενα.<br /><br />Αφού έμεινε για κάποια λεπτά ακίνητος σαν την Αφροδίτη της Μύλου (χωρίς το καβλι που έβαλαν οι σκατογερμανοι για τα χρέη της Ελλάδας στο περιοδικό Φοκους) αποφάσισα να κάνω κίνηση αιφνιδίασης. Προχώρησα σαν τον ροζ πάνθηρα και δειλά άλλα αποφασισμένα έβαλα την παλάμη μου στο στήθος του. Ακίνητος η Αφροδίτη, κόκκαλο. Το χέρι μου έκανε μια ημικυκλική κίνηση και προχώρησε προς τα κάτω, νότια κατεύθυνση φερμουάρ. Εκεί σταμάτησε για λίγο, έκανε κυκλική και ελαφρά πιεστική κίνηση για να πάρει γεύση του υποτιθέμενου όγκου που κάλυπτε το τζην, άλλα το τελευταίο αποδείκτικε χοντρό για την εποχή και δεν άφησε τον όγκο να προδοθεί, Αφού η Αφροδίτη παρέμεινε κόκκαλο για ακόμα λίγο επιτέλους έδειξε σημεία αναπνοής και ομιλίας , είπε με βαριά αρρενωπή φωνή:<br />- Περιμένω παρέα φιλέ μου.<br /><br />Και συνέχισε να παρακολουθεί την θάλασσα χωρίς να καταλαβαίνει τι έβλεπε. Την έκανα με ελαφρά πηδηματάκια, όχι γιατί πίστεψα ότι περίμενε παρέα άλλα γιατί αναγνώρισα ότι βρισκόταν στο πολύ λεπτό όριο αγώνα μεταξύ αναζήτησης ικανοποίησης και αγωνίας, μάλλον νεοσύλλεκτος στον μαραθώνιο της γκέι ζωής.<br /><br />Περπάτησα τα χιλιόμετρα πίσω. Η κίνηση ήταν ακόμα σε απελπιστικά επίπεδα και η ελπίδα για μια συνάντηση γινόταν όλο και μικρότερη καθώς η νύχτα προχωρούσε ακάθεκτα στις πρωινές ώρες. Ανέβηκα τα λοφακια, κατέβηκα στο εκχύλισμα του χειμάρρου που διασχίζει το δασουδι, έψαξα κάθε κορμό και κάθε θάμνο άλλα κανένα ίχνος ζωής δεν υπήρχε σε απόσταση όρασης και ακοής. Ξανανέβηκα το κεντρικό λοφακι. Εκεί στεκόταν ξαφνικά μια σκιά που μπαλαμουτιαζοταν μόνη της, κάτι σαν ανοικτή πρόσκληση του είδους μπατε σκύλοι αλέστε. Πήγα κι εγώ να αλέσω βοηθώντας την στην προσπάθεια. Και ίδου αναβλυζόμενο από το σκότος της νύχτας το κορμί που περίμενε παρέα, να στέκεται σε απόσταση ασφαλείας, να παρακολουθεί εμάς στο μπαλαμουτιασμα και να χαϊδεύεται διακριτικά. Και η παρέα που περίμενε;<br /><br />Η σκιά ήταν για τις δικές μου ανάγκες εντελώς αδιάφορη. Την άφησα να βολοδέρνει μόνη της και ξανακατέβηκα στο φωτισμένο δρομάκι. Το κορμί έφυγε κι αυτό αφού σταμάτησε το θέαμα και πηρέ κατεύθυνση ΚΟΤ. Σκέφτηκα ότι θα έφευγε αφού δεν είχε ψυχή πια στην περιοχή. Μετά από ώρα είδα ξανά τον γνωστό μου με ύφος άδικης κατάρας να βολοδέρνει κι αυτός τα μονοπάτια της μοναχικής απελπισίας μια ανικανοποίητης αν-επαφής Μιλήσαμε για λίγο. Ανάφερα το κορμί που περίμενε παρέα και παρακολουθούσε αργότερα έμενα και την σκιά. Ο δικός μου τα πήρε:<br />- Μα ποιος περίμενε παρέα γιε μου; Τώρα επερνετουν ποτζει που εν ο ΚΟΤ με τον Βούλγαρο.<br />- Ατε ρε<br />- Ναι ρε αφού είδα τον<br />- Καλά..τζιαι ποιος ποιον;<br />- Ε ..το κορμί τον Βούλγαρο…<br /><br />….Να φύγουν οι ξένοι από τη Κύπρο. Τελεία και παύλα.<br /></span>Unknownnoreply@blogger.com4tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-47896887798062837602009-12-22T23:33:00.005+01:002015-03-06T09:25:44.667+01:009 ½ Μήνες (2) - Το αντιο μιας ζωης (3)<a onblur="try {parent.deselectBloggerImageGracefully();} catch(e) {}" href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiX9j-yqCjy27osd_qmzYg0Hp5wvEOxl6ium3d1G0mN4LQ5d2RH8n69NvPHM2MdGF_1gb7fjuY9lB6XJyhdzaT2idNWdxETF8ksPJV1rvNjpHpeFkBwuctsSfjRFHMmV57mn_sOTqzSnU4/s1600-h/2gays+in+bed.jpg"><img style="margin: 0pt 0pt 10px 10px; float: right; cursor: pointer; width: 130px; height: 200px;" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiX9j-yqCjy27osd_qmzYg0Hp5wvEOxl6ium3d1G0mN4LQ5d2RH8n69NvPHM2MdGF_1gb7fjuY9lB6XJyhdzaT2idNWdxETF8ksPJV1rvNjpHpeFkBwuctsSfjRFHMmV57mn_sOTqzSnU4/s200/2gays+in+bed.jpg" alt="" id="BLOGGER_PHOTO_ID_5418193110923571250" border="0" /></a><br />Φθινόπωρο 2009: Οι διακοπές στην Κύπρο μου βγήκαν ξινές. Περισσότερο από τέσσερις με πέντε ώρες δεν κοιμάμαι. Και ξυπνώ γιατί καθώς κοιμάμαι με πνιγούν τα δάκρυα και δεν παίρνω οξυγόνο. Η κάθε μου κίνηση, η κάθε μου σκέψη , η κάθε μου στιγμή είναι ο Σσιάτς. Τα πάντα είναι ο Σσιάτς. Κι’ εγώ το τίποτε που δεν έχει σκοπό ζωής… Προσπαθώ να βρω ελπίδα… ξέροντας ότι είναι μάταιο, ποιος να κάνει κάτι στο δικό μου δράμα; Όταν γύριζε καταματωμένος στους δρόμους δεν το μάζεψε κανένας, ποιος να μαζέψει έμενα τώρα… Διαβάζω τα άστρα στο ίντερνετ διψασμένος για ένα σημάδι αναπτέρωσης αλλά ξέρω ότι κι’ αυτό μάταιο είναι. Έχασα τον σκοπό της ζωής μου, η ύπαρξη μου έχασε το νόημα της. Γιατί;<br /><span class="fullpost"><br /><br /><a name='more'></a><br />Οι καινούργιοι του ενοικιαστές είναι αυτοί οι ίδιοι που πέρσι έτσι καιρό τον έδιωχναν κλωτσηδόν απ’ την πόρτα του μαγαζιού τους όταν αυτός μέσα στο μεθύσι του δεν ήθελε παρά μόνο λίγη προσοχή, μια κουβέντα, έναν καλό λόγο. Αντ’ αυτού τον έδιωχναν με άγριες βρισιές σαν ένα κοπρόσκυλο κι’ εγώ πνιγμένος στα δάκρυα του γοερού κλάματος προσπαθούσα να τον απομακρύνω απ’ τους βαρβάρους βρίζοντας τους. Τώρα Ο Σσιατς νοικιάζει από κοντά τους το καινούργιο διαμέρισμα κι’ αυτοί δεν θέλουν καν να μου μιλουν γιατί τους χαρακτήρισα ακοινώνητα γουρούνια. Που μένει η αξιοπρέπεια;<br /><br />Τα συναισθήματα μου είναι σαν ρολλερ κοουστερ. Αυτή η διαδρομή με έχει πηδήξει, με έχει εξαντλήσει. Αναρριχηθήκαν στην επιφάνεια όλα τα τραύματα και οι θύμησες που ήταν καλά θαμμένα μες την ψυχή μου για δεκατρία χρόνια όταν με άφησε χωρίς να μου το ανακοινώσει ο τότε σύντροφος μου, ο Χάρης. Εγκατάλειψη, μοναξιά, απελπισία, τάσεις αυτοκτονίας, κλάμα γοερό μέχρι εξάντλησης, δάκρυα στον ύπνο ασυνείδητα, ξύπνημα στην νύκτα από ταχυπαλμία, απώλεια κατεύθυνσης στην ζωή, έλλειψη σκοπού ύπαρξης, άδειο περιεχόμενο ψυχής, ανυπαρξία. Τώρα ξανά τα ίδια. Παραπονιόμουν, δεν ήμουν ευτυχισμένος με τον όρο της ευτυχίας όπως μας τον έχουν μάθει, έλεγα θα τον αφήσω αλλά δεν το έκανα, γιατί δεν έμαθα ποτέ να εγκαταλείπω. Μένω εκεί μέχρι θανάτου. Αλλά δεν σκέφτηκα ποτέ ότι θα με σκότωνε ο άλλος για τον όποιο εγώ θυσιάστηκα. Περίμενα εγώ να πεθάνει αυτός για να φύγω. Λανθασμένη άποψη ζωής, Πρέπει να μάθω να σκέφτομαι διαφορετικά, να δεχτώ ότι η αγάπη έρχεται και η αγάπη φεύγει, ότι τα συναισθήματα γεννιούνται και πεθαίνουν κι’ ότι οι περισσότεροι άνθρωποι φεύγουν όταν γίνουν αυτά, δεν περιμένουν εκεί στωικά για ένα καλύτερο αύριο. Πρέπει να ξαναμάθω την ζωή απ’ την αρχή. Μα που να βρω το σθένος να ξαναπερπατήσω;<br /><br />Οι αξίες που μάθαμε δεν αρμόζουν στην σημερινή κοινωνία γιατί η κοινωνία δεν είναι πια η ίδια, η δομή της άλλαξε, η φύση της. Σήμερα δεν υπάρχει σιγουριά, δεν υπάρχει μονιμότητα γιατί ποτέ δεν υπήρχαν, ήταν εξαναγκασμένες αξίες από αρρωστημένες ηθικές. Αυτά άλλαξαν δομικά αλλά αυτά που μας γαλούχησαν χαρακτηρίζουν το είναι μας, πώς να μάθω να σκέπτομαι διαφορετικά όταν έμαθα σαν δόγμα ότι η αγάπη δεν πεθαίνει ποτέ. Κι’ όμως πεθαίνει, η αγάπη αλλάζει, φθείρεται, φεύγει, για τίποτε δεν υπάρχει εγγύηση. Αυτό γιατί μου ξέφυγε; Δεν είμαι κι’ ο μόνος που την έπαθε απ αυτή την αφέλεια. Σκέπτομαι τον φίλο μου τον Κώστα, την ψυχή του έδωσε και δίνει για τα παιδιά του. Κι όμως αυτά ποτισμένα απ το ξύδι της χωρισμένης μάνας τους δεν θέλουν να το ξέρουν. Αυτός ο άνθρωπος τι αμαρτία έκανε περισσότερο από το να αγαπήσει τα παιδιά του; Κι αυτόν δεν τον προετοίμασε κανένας ότι η ζωή μπορεί να αλλάξει την πορεία της.<br /><br />Όλα είναι απρόσμενα, τίποτε προβλέψιμο. Όλοι τραβάμε τελικά έναν σταυρό που κάνει τον σταυρό της αγίας γραφής να φαίνεται φτιαγμένος από χαρτί. Τι Γολγοθάς και π… μπλε; Αυτοί είναι σταυροί για θρησκείες που ξεφτίζουν. Χριστούγεννα; Τι Χριστούγεννα και μαλακιες; Ξοδεύοντας του κόσμου τα λεφτά για να πειστούμε οι ίδιοι ότι αγαπιόμαστε; Χριστούγεννα ευκαιρία για κρίση, καυγά, σκότωμα. Κι όμως παράξενο, ο Σσιατς κι εγώ δεν είχαμε παρά μόνο μια φορά κρίση τα Χριστούγεννα. Δεν είχαμε ποτέ κρίση στις διακοπές μας. Είχαμε ξεφύγει απ αυτα τα κλισέ. Αλλού ήταν τα προβλήματα μας. Στις παιδικές στερήσεις, στην έλλειψη γονικής αγάπης , στα ναρκωτικά , στο ποτό…<br /></span>Unknownnoreply@blogger.com6tag:blogger.com,1999:blog-1906837559748663342.post-33274122619942304572009-12-20T22:34:00.003+01:002015-03-06T09:25:58.442+01:009 ½ Μήνες (2) - Το αντιο μιας ζωης (2)<a onblur="try {parent.deselectBloggerImageGracefully();} catch(e) {}" href="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjeogNLz1WKI4uFIQ_5bccBDIofdMdlWIxo_Pal0n9rKUvlUIr361BoSC8EhLTGbVeH8C1v6MSD0u6VLlIiO0MFW9EbJwX-mfnoi8M5iXm7eIj1wrCaAdR1wB8J-CmpI0o0UlUFExQJjXs/s1600-h/saint-sebastian.jpg"><img style="margin: 0pt 0pt 10px 10px; float: right; cursor: pointer; width: 156px; height: 200px;" src="https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjeogNLz1WKI4uFIQ_5bccBDIofdMdlWIxo_Pal0n9rKUvlUIr361BoSC8EhLTGbVeH8C1v6MSD0u6VLlIiO0MFW9EbJwX-mfnoi8M5iXm7eIj1wrCaAdR1wB8J-CmpI0o0UlUFExQJjXs/s200/saint-sebastian.jpg" alt="" id="BLOGGER_PHOTO_ID_5417436031973972850" border="0" /></a>Ακινητοποιημένος στο κρεβάτι απ’ κλάμα και τον πόνο περνούσαν οι σκηνές μπροστά απ’ τα θολωμένα, κοκκινισμένα μάτια μου των τελευταίων μηνών: πως άρχισε να με παραγνωρίζει, να με αγνοεί, πως άρχισε να παίρνει αποφάσεις για τα κοινά χωρίς εγώ να έχω λόγο. Πως άρχισα να διαμαρτύρομαι χωρίς αποτέλεσμα, πως άρχισα να καυγαδίζω μαζί του, πως έλεγα ότι δεν αντέχω άλλο την κατάσταση και πως μου έλεγε να περιμένουμε και ίσως καλυτερέψουν τα πράγματα. Το έλεγε, ίσως και να το θελε αλλά η κατάσταση πήγαινε απ’ το κακό στο χειρότερο. Στέγνωσε ο ίδιος απ’ το αλκοόλ και τα χάπια και έλπιζα ότι ο χρόνος που ακολουθούσε θα ήταν για μας παράδεισος. Επιζήσαμε τα χειρότερα, εξακόσιες τόσες μέρες σε ψυχιατρεία, έκτακτες ανάγκες, νοσοκομειακά, αστυνομίες και ερυθροί σταυροί να τον φέρνουν μισοπεθαμένο στο σπίτι, πνιγμένο στο αίμα των πληγών του και την θολούρα του αλκοόλ, επιζήσαμε έναν Γολγοθά που καμιά θρησκεία ούτε για αστείο δεν περιγράφει. Έλπιζα για ένα καλύτερο αύριο. .. Κι’ αυτός το ίδιο… Χωρίς έμενα όμως…<br /><br />Ακινητοποιημένος στο κρεβάτι απ’ κλάμα και τον πόνο περνούσαν οι σκηνές μπροστά απ’ τα θολωμένα, κοκκινισμένα μάτια μου των τελευταίων μηνών: Καλοκαίρι 2008, στην έξαψη του ευρωπαϊκού κυπέλλου. Ο Σσιατς έπαιρνε τρεις εβδομάδες τα αντί-αλκοολικα χάπια, τα περίφημα Καμπραλ, αλλά τον έβλεπα σε μια αλλοπρόσαλλη κατάσταση. Τα φάρμακα δεν του κάθονταν και η εικόνα του, το σχεδόν παραμορφωμένο από τα χάπια πρόσωπο του δεν με έπειθε ότι το θέμα αλκοόλ τέλειωσε. Είχαμε πάει στο καφέ τον ένιωθα και τον έβλεπα ότι ήταν ανήσυχος. Δεν το άφηνα από τα μάτια μου. Το ένιωθε. Κάποια στιγμή είπα να φύγω. Ήθελε να μείνει. Δεν μου άρεσε. Έφυγα και ξαναγύρισα μετά από ένα τέταρτο για τον δω να κρατά ένα ποτήρι μπύρα. Ο κόσμος μου ξαναγύρισε ανάποδα. Ένιωσα το έδαφος να χάνεται κάτω από τα πόδια μου. Άρχισα τις φωνές αλλά με έβλεπε απλά ξαφνιασμένος και τρομαγμένος. Το μόνο που κατάφερε να με ρωτήσει ήταν γιατί του κάνω έλεγχο. Έφυγα απελπισμένος τραβώντας τα ψιλοκουρεμένα μου μαλλιά και ένιωθα την ταχυπαλμία να με κυριαρχεί γιατί ήξερα το έργο που θα άρχιζε από την αρχή ήδη πολύ καλά.<br /><span class="fullpost"><br /><br /><a name='more'></a><br />Ένα βράδυ με ξύπνησε το έντονο γαύγισμα του Μπέννυ. Ήταν δυο το πρωί. Άνοιξα και αντίκρισα μπροστά μου κάποιους νοσοκόμους και έναν καταματωμένο Σσιατς να μην με βλέπει καν. Ήταν τραυματισμένος στο πρόσωπο, στο κεφάλι, στα χέρια και βρεγμένος, με κοψίματα στα πόδια και τα αίματα να τρέχουν ποτάμια. Τα μάτια του ήταν μελανωμένα από κάποια κτυπήματα και πρησμένα, απ’ τα φρύδια του έτρεχαν αίματα, η μύτη του είχε διαλυθεί. Με ρώτησαν αν έμενε εδώ. Τους είπα ναι. Μου τον άφησαν πακέτο κι έφυγαν. Τους φώναξα να τον πάνε νοσοκομείο και μου απάντησαν ξερά ότι ο Σσιατς τους είπε με δυο κόμμα εφτα μονάδες αλκοόλ στο αίμα ότι δεν ήθελε να πάει νοσοκομείο. Και μένοντας σύξυλος μου τον άφησαν κι έφυγαν. Αργότερα του ήρθε κι ένας λογαριασμός για ογδόντα ευρώ επειδή τους είπε μεθυσμένος ότι δεν ήθελε να πάει νοσοκομείο. Αν τους έλεγε ναι και τον έπαιρναν η βόλτα θα ήταν ανέξοδη. Αλλά για να βγάλουν ογδόντα ευρώ επιπλέον άκουσαν ένα μεθυσμένο πτώμα. Για να μην σκέπτεστε εσείς που είστε στην Κύπρο ή στην Ελλάδα ότι μόνο εκεί έχει σκατοσυστήματα και σκατοκοινωνία. Ο Ναζί άλλαξε μόνο προσωπείο και τακτική, η ουσία έμεινε ανέγγιχτη.<br /><br />Τον έβαλα να καθίσει, και τον καθάρισα, του φρόντισα τις πληγές του και τον έβαλα στο κρεβάτι να κοιμηθεί ενώ πήγα στο σαλόνι να κλάψω ένα κλάμα αθόρυβο και γοερό. Τον είχα βρει στο πάρκο που γίνεται ψωνιστήρι και καθώς ήταν τύφλα έπεσε και σκοτώθηκε. Τον έσωσαν δυο φοιτητές και τηλεφώνησαν στο νοσοκομειακό…<br /><br />Στο τώρα… Φθινόπωρο… Περνώ κάποιες φορές μπροστά από το καφέ Αλεξ και κάθε φορά που περνώ νιώθω τα γόνατα μου να λύνονται, να παραλύουν και οι εικόνες εκείνης της μια μέρας έρχονται τόσο ζωντανές μπροστά μου που ακόμα κι αν σκοτωθώ και πέσω στον αιώνιο ύπνο δεν πρόκειται να σταματήσουν να με κατατρέχουν. Έλειπε απ το σπίτι τριαντα εξη ολόκληρες ώρες. Ήμουν πια σε μια αλλοπρόσαλλη κατάσταση. Δεν ήξερα, ζούσε, κτυπήθηκε ξανά, πέθανε, δεν είχα ιδέα. Συνήθως ερχόταν στο σπίτι για λίγο, άλλαζε, με έψαχνε μέσα στη θολούρα του να σιγουρευτεί ότι υπάρχω και είμαι εκεί, και ξανάφευγε μόνος με το συγχυσμένο του μυαλό να συνεχίσει την αναζήτηση του μέσα στην ομίχλη του. Αυτή τη φορά δεν ήρθε στο σπίτι στα ενδιάμεσα. Τρελάθηκα. Τον πήρα τηλέφωνο. Κτύπησε αρκετές φορές μέχρι να το απαντήσει και αφού με άκουσε και κατάλαβε ότι ήμουν εγώ κατάφερε με πολύ κόπο να μου πει στο περίπου που ήταν. Έφυγα σαν άνεμος απ’ το σπίτι να πάω να τον μαζέψω, να τον βάλω έστω για λίγο στο κρεβάτι να ησυχάσει πριν συνεχίζει την αλλοπρόσαλλη ζωή του. Πήγα και τον βρήκα μπροστά από την μπουτίκ φιλικής του οικογενείας. Γνωρίζονταν πάνω από είκοσι χρόνια, ήταν αμοιβαίοι πελάτες και φίλοι, όσο φίλοι μπορούν να ναι οι Γερμανοί μεταξύ τους. Δεν αντιλήφτηκα την πρώτη στιγμή τίποτε μέχρι που τον πλησίασα. Προσπαθούσε παραπατώντας να μπει στο μαγαζί αλλά δεν έμπαινε. Ήταν παρόλο του το χάλι συγυρισμένος κι αν δεν ήξερα δεν θα καταλάβαινα ότι ήταν πιωμένος. Μέσα απ’ το μαγαζί ακουγόταν μια βραχνιασμένη φωνή, φωνή της νύχτας περισσότερο, γνωστή μου φωνή, τη ιδιοκτήτριας και φίλης του, να του φωνάζει « φύγε από δω μεθύστακα, δεν θέλω να σου μιλήσω». Έπαθα σοκ, έμεινα ξαφνικά αποσβολωμένος, δεν μπορούσα να φανταστώ ότι του μιλούσε με αυτό τον τρόπο, Τον ήξερε, ήταν φίλος της, ήταν ο κομμωτής της εδώ και δεκαετίες. Αυτός έλεγε ψευδίζοντας « μα να σου πω μόνο για λίγο» μ’ ένα ύφος που έλεγε ότι δεν καταλάβαινε γιατί τον απόπαιρνε, γιατί τον έβριζε, δεν έκανε σε κανέναν κακό, κανέναν δεν έβλαψε, δεν έβρισε, δεν κακοποίησε, λίγη προσοχή ήθελε μόνο. Αυτή συνέχισε να τον βρίζει κοπρόσκυλο και μόλις με είδε άρχισε να φωνάζει πιο πολύ « παρ’ τον μεθύστακα τον φίλο σου από δω τον μαλακά, τον χαμένο και εξαφανιστείτε, δεν θέλω να σας βλέπω στην πόρτα του μαγαζιού μου, τρομάζει τους πελάτες, κατάλαβες; Παρ’ τον και φύγετε.». Οι λυγμοί με κυριάρχησαν, το κορμί μου σπαρταρούσε απ’ το κλάμα, το βρίσιμο αυτής, η κατάσταση του Σσιατς, κι’ όλα αυτά στον πιο πολυσύχναστο πεζόδρομο του Άαχεν. Ένιωθα να λιποθυμώ, να χάνω τις δυνάμεις μου. Αγκάλιασα τον Σσιατς και προσπαθούσα να τον απομακρύνω. Με έβλεπε απορημένος και με ρωτούσε γιατί κλαίω και μετά μου έφευγε λέγοντας μου να περιμένω μισό λεπτό ήθελε να της μιλήσει. Αυτή χωρίς κανένα ίχνος εμπάθειας και συμπόνιας συνέχισε να τον βρίζει. Εμφανίστηκα σαν μαινόμενος κέρβερος στην είσοδο του μαγαζιού και της φώναξα όσο μπορούσα, όσο απολίτιστο και να ήταν αυτό «σταματά επιτέλους να τον βρίζεις σκατοναζι γουρούνι. Δεν σου έχει κάνει τίποτε. Κι’ ενώ ξέρεις ότι έχει πρόβλημα με το ποτό, τον ποτίζεις εδώ και δυο μέρες στο σπίτι σου γαϊδούρι. Τι απάνθρωπο κτήνος είσαι; Δεν βλέπεις τι του έχεις κάνει; Γιατί το κάνεις αυτό; Γουρούνι!». Στ΄ αληθεια ο Σσιατς ηταν στο σπίτι της τις τελευταίες δυο μέρες όπου αυτή κι ο άντρας της τον πότιζαν συνεχεία, έπιναν κι’ αυτοί μαζί του ενώ ήταν θολωμένοι από χάπια έκσταση και άλλα ναρκωτικά.<br /><br />Πήρα έναν τότε φίλο μου Κροάτη τηλέφωνο και του ζήτησα να’ έρθει να με βοηθήσει να μαζέψω τον Σσιατς. Δεν είχα την δύναμη να αντιμετωπίσω την κατάσταση άλλο. Οι περαστικοί μας έβλεπαν με ύφος υποτιμητικό, το ίδιο φαντάζομαι που οι προγονοί τους έβλεπαν τους Εβραίους να πηγαίνουν σαν τα σκυλιά στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Αγκάλιασα τον Σσιατς και προσπάθησα να τον απομακρύνω από την είσοδο του μαγαζιού. Άρχισε να αφήνεται δειλά στην δύναμη μου κι’ όπως τον αγκάλιασα από την μέση ένιωσα το Τζην του να ναι βρεγμένο. Τον ψαχούλεψα απ’ την μέση μέχρι κάτω και αντιλήφτηκα ότι ήταν κατουρημένος. Ένα κύμα λυγμών έφερε σπασμούς στο κορμί μου και ο Σσιατς με έβλεπε αβοήθητος και με ρωτούσε γιατί κλαίω. Σχεδόν έτοιμος να καταρρεύσω έφτασε ο Κροατης. Τον έπιασε από την μια πλευρά, εγώ από την άλλη, αναρωτήθηκε γιατί ήταν βρεγμένος και του εξήγησα, εκεί τον θαύμασα, δεν έδειξε έκφραση αηδίας ή αποτροπής, τον πιάσαμε και οι δυο μαζί και σιγά τον πήγαμε στο καφέ Αλέξ.<br /><br />Καθίσαμε ενώ βρισκόμασταν σε μια κατάσταση έξαλλη και του παρήγγειλα έναν καφέ. Διαμαρτυρήθηκε έντονα και άλλαξε την παραγγελία σε μπύρα. Δεν μπορούσα να σταματήσω να κλαίω. Το ήθελα άλλα δεν μπορούσα, ήταν φύσει αδύνατο. Όπως ήμασταν εκεί προσπαθώντας να ηρεμήσω και να τον πάω σπίτι, με έβλεπε να κλαίω με λυγμούς με ύφος απορημένο, αβοήθητο. Άρχισε να μου μιλά: «πρέπει να το πάρεις απόφαση να με αφήσεις να φύγω Σσιατς. Δεν είμαι καλός για σένα, πρέπει να με αφήσεις να φύγω, να βρω τον δρόμο μου και εσύ τον δικό σου. Πρέπει να με αφήσεις να φύγω. Πρέπει να μάθεις να αφήνεις. Άφησε με να φύγω».<br /><br />Όσο άκουγα αυτά τα μεθυσμένα του λόγια τόσο πνιγόμουν στους λυγμούς, δεν μπορούσα να καταλάβω πως ήταν σε θέση να μου λέει τέτοια λόγια. Πως ήταν δυνατόν να διανοηθώ να τον αφήσω φύγει. Αυτός ήταν το νόημα της μαλακισμενης μου ζωής. Αυτός και κανένας άλλος.<br /><br />Από μακριά μας είδε η Αγγέλικα. Ήρθε κι’ έκατσε κοντά μας ρωτώντας για την κατάσταση. Η Αγγελικά ήταν το ίδιο χρονικό διάστημα με τον Σσιατς τρόφιμος της κλειστής ψυχιατρικής κλινικής άλλα με πολύ περισσότερο χρόνο παραμονής. Υπήρξε στις καλές της μέρες επιτυχημένη επιχειρηματίας, πολύ πλούσια, με έντονη παρουσία. Ξαφνικά την κτύπησε βαρεία καταχθονικη κατάθλιψη, την άφησε σχεδόν φυτό στο κρεβάτι για μήνες ολόκληρους. Έχασε τα πάντα, υλικά και ανθρωπινά, δεν της έμεινε τίποτα, καμιά ελπίδα ούτε επιστημονική ούτε ανθρωπινή. Ήταν ένα φυτό στο κρεβάτι του ψυχιατρείου. Οι γιατροί στην απόγνωση τους αποφάσισαν να δοκιμάσουν την relaunched θεραπεία του ηλεκτροσόκ. Κι’ ενώ κανένας δεν μπορούσε να πει με σιγουριά αν το αποτέλεσμα θα ήταν θετικό την δοκίμασαν σαν τελευταία λύση πριν περάσει σ’ ένα θερμοκήπιο για να ζήσει μέχρι την στιγμή της απόπνοιας της. Και όπως ο φοίνικας απ’ την στάχτη έτσι και η Αγγελικά αναστήθηκε μετά από δέκα θεραπείες με ηλεκτροσόκ.<br />Όταν την είδε ο Σσιατς ξέχασε αυτά που μου έλεγε και άρχισε να επαναλαμβάνει σαν αυτιστικός ότι ήθελε κι αυτός θεραπεία με ηλεκτροσόκ. Η Αγγελικά του μιλούσε συνεχεία δίνοντας μου θεληματικά τον χρόνο να συνέλκω, ο Κροατης ήταν εκεί και την στήριζε στην συνομιλία της με τον Σσιατς , στηρίζοντας με και οι δυο με την παρουσία τους και την προσπάθεια τους. Με τα πολλά δυο ώρες μετά τον πήγαμε ξανά στο νοσοκομείο για να κάνει δήθεν θεραπεία με ηλεκτροσόκ. Εκεί αρχίσαμε άλλον μαραθώνιο που τέλειωσε τέσσερις ώρες μετά αφού τελικά πειστήκαν να τον κρατήσουν μέσα. Έφυγα για το σπίτι εξαντλημένος. Δεν θυμάμαι πως συνέχισα να ζω. Άλλα δεν είχα εναλλακτική λύση. Ήταν η ζωή μου.<br /><br />Περνώ κάποιες φορές μπροστά από το καφέ Αλεξ και κάθε φορά που περνώ νιώθω τα γόνατα μου να λύνονται, να παραλύουν και οι εικόνες εκείνης της μια μέρας έρχονται τόσο ζωντανές μπροστά μου που ακόμα κι αν σκοτωθώ και πέσω στον αιώνιο ύπνο δεν πρόκειται να σταματήσουν να με κατατρέχουν.<br /></span>Unknownnoreply@blogger.com6