Αναγνώστες

Παρασκευή 16 Ιουλίου 2010

Περιμένοντας παρέα…

Έκανα μήνες όπως είναι εμφανές να εμφανιστώ… Μου στοίχισε μήνες να συνέλθω. Βρίσκομαι τώρα στον εντέκατο μήνα μετά τον χωρισμό από τον Σσιατς. Δεν μπορώ να ξέρω αν θα τελειώσει ποτέ αυτός ο Γολγοθάς, αυτό το κεφάλαιο στην ψυχή μου.
Ο χρόνος έχει απαλύνει κάπως την πληγή αλλά δεν ξέρω αν κλείσει ποτέ… Είναι κάτι σαν το Έιτζ… Αν τύχει να κολλήσεις τον ιό σήμερα στην Ευρώπη, το καλύτερο που θα σου τύχει είναι να τον κουβαλάς μια ζωή με τον φόβο ότι μια μέρα θα ξεσπάσει σε θανατηφόρα ασθένεια. Πιθανότατα να μην τύχει αυτό ποτέ με την φαρμακευτική αγωγή που υπάρχει αλλά η πραγματικότητα είναι ανάλλαχτη. Όπως και το κεφάλαιο Σσιατς: Μου έτυχε και σημάδεψε ανεπιστρεπτι όλη μου την ψυχοσύνθεση και μνήμη. Ότι και να κάνω δεν φεύγει, εκεί μένει ανεξίτηλο, αιώνιο.

Σαν ανάπαυλα, σαν θεραπεία, ξανακατέβηκα κάποιες φορές στο νησί. Τόσο που το βαρέθηκα, όσο βαρέθηκα και πλείστα άλλα καθημερινά. Βρίσκομαι σε φάση που ξαναεφευρισκω τον εαυτό μου και την ζωή μου. Μάλλον θα κρατήσει μια ζωή…

Ξανακατέβηκα και πάλι στο Όρος της αμαρτίας.
Και πάλι τα ίδια πρόσωπα να ξετρελαίνονται στο πάνω κάτω. Αυτή την φορά η κίνηση ήταν ελάχιστη, σχεδόν ανύπαρκτη. Βρισκόμουν στο μεταίχμιο της όρεξης. Ήθελα, δεν ήθελα …δεν μπορούσα να καταλάβω τι έκανα εκεί. Από τη μια ήθελα την περιπέτεια κι από την άλλη ήθελα να ήμουν στο κρεβατάκι μου αρακτός να ξεκουράζομαι. Αυτή όμως η ελεεινή η αναζήτηση της επιβεβαίωσης, αυτή η αιώνια ανάγκη για ακόμα έναν οργασμό, αυτό το αιώνιο άγνωστο για το ποιο και πως θα είναι το επόμενο πέος, αυτή η ατελείωτη αναζήτηση ακόμα μιας ευχαρίστησης, αυτή η ατελείωτη δίψα για ακόμα μια ικανοποίηση…

Είδα από μακριά μια φιγούρα και σαν να μου φάνηκε γνωστή. Με πλησίασε με ύφος αιλουροειδούς έτοιμο να χιμήξει τη λεία του. Σε απόσταση επίθεσης στάθηκε, έκανε μια τελευταία αναγνώριση του υποψήφιου θύματος, αποποιησε από πάνω την επιθετική στάση και στρίγγλισε:
- Ου μα εσου είσαι ραααα;
- Ουξις τζιαι ξερος μαλακισμενε που εννα με πεις τζιαι ρα. Εσσιεις να με δεις τοσα χρονια τζιαι το πρωτο που εσσιεις να πεις εν ρα;
- Ε καλα ρε ξερεις ηνταλως το εννοω…

Έκανα χρόνια να τον δω, παλιός κάλος γνωστός από την άγρια δεκαετία του ενενήντα. Δεν είχε αλλάξει καθόλου, και να είχε αλλάξει, στο ημίφως του δασουδιου δεν μπορούσα να αναγνωρίσω τα σημάδια που ίσως να του είχε αφήσει ο χρόνος. Μιλήσαμε για λίγο στην τσίτα αφού όλες οι αισθήσεις μας ήταν αλλού κατευθυμένες και παρατήρησα ότι διατήρησε την ίδια αθωότητα που είχε και τότε, την ίδια παιδικότητα και την ίδια απορία για την κομπλεξική συμπεριφορά εμάς των γκέι. Κάποια πράγματα δεν αλλάζουν ποτέ, ανεξάρτητα από το γεωγραφικό πλάτος και μήκος της ζωής μας.

Όπως μιλούσαμε πέρασε ένα κορμί από απόσταση ορατότητας (κορμί όπως το λέμε στα κυπριακα, κορμαλιας) και από το περπάτημα του έδειχνε να ανήκε στην κατηγορία των μαγκεψάμε κορμί. Άφησα τον παλιόφιλο σύξυλο και ακολούθησα το κορμί. Περπατούσε με γοργό βήμα σαν να του είχαν βάλει νεφτιν εις τα οπίσθια. Κι εγώ ξωπισων να τον προλάβω.

Σε όλη την διάρκεια του σχεδόν τζόκιν δεν γύρισε μια φορά πίσω να κοιτάξει αν κάποιος τον ακολουθει, κατι που ξεφεύγει από τους κανόνες καλής συμπεριφοράς στο δασουδι. Κάποια αισθητά χιλιόμετρα μετά εξαφανίστηκε στους θάμνους της αμμουδιάς, που κάθε σαιζόν γίνονται και λιγότεροι στον αριθμό. Επιτέλους μετά από μισό κιλό άμμο στα ντήζελ σνικερς που φορούσα σταμάτησε, έσπασε την λεκάνη όπως κάνουν οι μάτσο, με το ένα χέρι μέχρι τον καρπό στην μια τσέπη του στενότατου τζην που κάλυπτε στην μέση το στενότατο μπλουζάκι που φορούσε για να δείχνει το πολύ γυμνασμένο του σώμα και με το άλλο κρατούσε ένα ήδη αναμμένο τσιγάρο. Έβλεπε την θάλασσα χωρίς να μαι και πεπεισμένος ότι καταλάβαινε τι έβλεπε, σημαντικό ήταν να δει έμενα.

Αφού έμεινε για κάποια λεπτά ακίνητος σαν την Αφροδίτη της Μύλου (χωρίς το καβλι που έβαλαν οι σκατογερμανοι για τα χρέη της Ελλάδας στο περιοδικό Φοκους) αποφάσισα να κάνω κίνηση αιφνιδίασης. Προχώρησα σαν τον ροζ πάνθηρα και δειλά άλλα αποφασισμένα έβαλα την παλάμη μου στο στήθος του. Ακίνητος η Αφροδίτη, κόκκαλο. Το χέρι μου έκανε μια ημικυκλική κίνηση και προχώρησε προς τα κάτω, νότια κατεύθυνση φερμουάρ. Εκεί σταμάτησε για λίγο, έκανε κυκλική και ελαφρά πιεστική κίνηση για να πάρει γεύση του υποτιθέμενου όγκου που κάλυπτε το τζην, άλλα το τελευταίο αποδείκτικε χοντρό για την εποχή και δεν άφησε τον όγκο να προδοθεί, Αφού η Αφροδίτη παρέμεινε κόκκαλο για ακόμα λίγο επιτέλους έδειξε σημεία αναπνοής και ομιλίας , είπε με βαριά αρρενωπή φωνή:
- Περιμένω παρέα φιλέ μου.

Και συνέχισε να παρακολουθεί την θάλασσα χωρίς να καταλαβαίνει τι έβλεπε. Την έκανα με ελαφρά πηδηματάκια, όχι γιατί πίστεψα ότι περίμενε παρέα άλλα γιατί αναγνώρισα ότι βρισκόταν στο πολύ λεπτό όριο αγώνα μεταξύ αναζήτησης ικανοποίησης και αγωνίας, μάλλον νεοσύλλεκτος στον μαραθώνιο της γκέι ζωής.

Περπάτησα τα χιλιόμετρα πίσω. Η κίνηση ήταν ακόμα σε απελπιστικά επίπεδα και η ελπίδα για μια συνάντηση γινόταν όλο και μικρότερη καθώς η νύχτα προχωρούσε ακάθεκτα στις πρωινές ώρες. Ανέβηκα τα λοφακια, κατέβηκα στο εκχύλισμα του χειμάρρου που διασχίζει το δασουδι, έψαξα κάθε κορμό και κάθε θάμνο άλλα κανένα ίχνος ζωής δεν υπήρχε σε απόσταση όρασης και ακοής. Ξανανέβηκα το κεντρικό λοφακι. Εκεί στεκόταν ξαφνικά μια σκιά που μπαλαμουτιαζοταν μόνη της, κάτι σαν ανοικτή πρόσκληση του είδους μπατε σκύλοι αλέστε. Πήγα κι εγώ να αλέσω βοηθώντας την στην προσπάθεια. Και ίδου αναβλυζόμενο από το σκότος της νύχτας το κορμί που περίμενε παρέα, να στέκεται σε απόσταση ασφαλείας, να παρακολουθεί εμάς στο μπαλαμουτιασμα και να χαϊδεύεται διακριτικά. Και η παρέα που περίμενε;

Η σκιά ήταν για τις δικές μου ανάγκες εντελώς αδιάφορη. Την άφησα να βολοδέρνει μόνη της και ξανακατέβηκα στο φωτισμένο δρομάκι. Το κορμί έφυγε κι αυτό αφού σταμάτησε το θέαμα και πηρέ κατεύθυνση ΚΟΤ. Σκέφτηκα ότι θα έφευγε αφού δεν είχε ψυχή πια στην περιοχή. Μετά από ώρα είδα ξανά τον γνωστό μου με ύφος άδικης κατάρας να βολοδέρνει κι αυτός τα μονοπάτια της μοναχικής απελπισίας μια ανικανοποίητης αν-επαφής Μιλήσαμε για λίγο. Ανάφερα το κορμί που περίμενε παρέα και παρακολουθούσε αργότερα έμενα και την σκιά. Ο δικός μου τα πήρε:
- Μα ποιος περίμενε παρέα γιε μου; Τώρα επερνετουν ποτζει που εν ο ΚΟΤ με τον Βούλγαρο.
- Ατε ρε
- Ναι ρε αφού είδα τον
- Καλά..τζιαι ποιος ποιον;
- Ε ..το κορμί τον Βούλγαρο…

….Να φύγουν οι ξένοι από τη Κύπρο. Τελεία και παύλα.

4 σχόλια:

Monos,Ksenos,Fititis είπε...

Τι να πώ...πραγματικά....

Greekstories είπε...

Τι εννοεις;

Monos,Ksenos,Fititis είπε...

Με αγγίζει, με παραξενεύει δεν μπορώ να καταλάβω τι νιώθω όταν σε διαβάζω, ανάμεικτα όλα...

Greekstories είπε...

Το παιρνω σαν φολοφρονηση. Χρηκα που σε ανακαλυψα φοιτητη στην Γερμανια. Νιωθω οτι καποιος αντιλαμβανεται την ζωη μου εδω καπως πιο ρεαλιστικα...