
¨Είμαι κάτω¨ , μου έστειλε μήνυμα.
Δεν απάντησα, αλλά πήρα τα κλειδιά και κατέβηκα τις σκάλες απ’ τον πρώτο, πήγα στο γκαράζ και του άνοιξα από την είσοδο του παραδιπλανου κτιρίου. Με χαιρέτισε χαμογελώντας. Αυτό ήταν. Δεν ανταλλάξαμε ποτέ σωστή κουβέντα.
Άνοιξα την αποθήκη στο υπόγειο, άναψα το φως του χώρου δίπλα από την αποθήκη που ήταν για να στεγνώνουν οι μπουγάδες, έτσι ώστε να μπαίνει μέσα στην σκοτεινή αποθήκη λίγο διακριτικό φως, έκλεισα την πόρτα βάζοντας ένα εμπόδιο για να μην ανοίγει και αρχίσαμε…
Έβγαλε με ταχύτητα αστραπή το πουκάμισο του, ακολούθησε το παντελόνι του και στάθηκε μπροστά μου ολόγυμνος με στύση φουλ του άσσου.
Στην ιδία ώρα είχα βγάλει την φόρμα γυμναστικής που φορούσα, πέταξα το μπλουζάκι μου από πάνω μου και με στύση βιαγκρας έπεσα στα γόνατα για να αρχίσω αφοσιωμένα την δουλειά μου.