Αναγνώστες

Τετάρτη 18 Ιουνίου 2008

Η κάθοδος του Ορφέα (4) – Η δολοφονία του Ketschup

Χρονική στιγμή: Παρόν
Διάθεση: Οξύθυμη προς αδιαφορία, έντονη κατάθλιψη και προσπάθεια παραγνώρισης.

Την περασμένη Πέμπτη ξεκίνησε πάλι την περιοδεία του, βρήκε τον δρόμο προς το σπίτι την Παρασκευή το μεσημέρι όπου και έπεσε ξερός στο κρεβάτι μετά από ένα κοκτέιλ από Μερλπαρον, Τσολπιδεμ, Ζαναχ και τριών βαρελιών μπύρας.

Ξύπνησε την Κυριακή το μεσημέρι, πρησμένος στο πρόσωπο, γαμημένος από την περιοδεία στον άγνωστο της ψυχής του.
Την Κυριακή το βράδυ ξαναξεκίνησε το περιδιάβασμα. «Σσιατς» μου είπε, «πάω μόνο για να φάω κι’ έρχομαι σε μια ώρα το πολύ». «Καλά Σσιατς» απάντησα, βλέποντας τον στα μάτια ξέροντας και οι δυο ότι θα ερχόταν όχι σε μια αλλά σε δώδεκα ώρες...


Κοιμήθηκα έναν ύπνο ταραγμένο γιατί υποσυνείδητα φοβόμουν ότι θα ‘ρθει σε άγριες πρωινές ώρες και θα με ξυπνήσει είτε προσπαθώντας μέσα στο μεθύσι να γδυθεί είτε αγκαλιάζοντας με λέγοντας μου πόσο με αγαπά (να την χέσω για αγάπη).

Ξύπνησα στις εφτά σχετικά ξεκούραστος για να ανακαλύψω την πλευρά του στο κρεβάτι ανέγγιχτη. Έστειλα ένα μήνυμα στο κινητό του για να μου απαντήσει ότι βρίσκεται στον οικογενειακό μας γιατρό. Έκανα μπάνιο και είχα αρκετή ώρα ακόμα μπροστά μου έτσι πήγα να τον μαζέψω από το ιατρείο τουλάχιστον για να είμαι σίγουρος ότι θα κοιμηθεί κάπως. Τον έφερα στο σπίτι και άφησα τον σκύλο στο έλεος του μέχρι να ξεραθεί στον ύπνο.

Γύρω στο μεσημέρι μου κτύπησε στο κινητό ότι χρειάζεται τα φάρμακα του από το φαρμακείο. Επειδή έπρεπε να παραλάβω κι’ εγώ κάποια φάρμακα πέρασα στο διάλλειμα μου από το φαρμακείο να τα παραλάβω και η διαίσθηση μου φώναζε να πάω στο σπίτι γιατί κάτι δεν ταίριαζε στην όλη ιστορία. Ήταν πάλι περισσότερο από δώδεκα ώρες στο πόδι, γεμάτος από αλκοόλ, χωρίς ύπνο και ήταν ήδη δυο το μεσημέρι και δεν είχε κοιμηθεί. Από την μέθοδο της επαγωγής αυτό σήμαινε ότι αγόρασε εννοείται κρυφά μια ντουζίνα μπύρες και είχε γίνει στο σπίτι ακόμα περισσότερο στούκας απ’ ότι ήδη ήταν.

Έφτασα στο σπίτι με τη ψυχή στο στόμα ως συνήθως. Ο σκύλος βρισκόταν σε κατάσταση πηδήματος από χαρά που σήμαινε ότι ο Σσιατς ήταν ακόμα ξύπνιος. Το φως της κουζίνας ήταν αναμμένο, κάτι που μου έλεγε ότι ήταν εκεί μέσα προσπαθώντας να φάει κάτι μέσα στην παραίσθηση του.

Μπήκα στην κουζίνα και αντίκρισα μια λίμνη πηκτού αίματος να του περιτριγυρίζει τα πόδια του έχοντας εν μέρει καλύψει τα crocs που φορούσε ενώ αίμα είχε πήξει και στα χέρια του. Ο νεροχύτης είχε κάποια σημάδια αίματος αναμιγμένο με κομμάτια αδέσποτα τυριού και αλλαντικών και μέσα σ’ αυτό το χάος ο Σσιατς να κρατιέται με το ζόρι με τα δυο του χέρια από το ράφι της κουζίνας.

- «Ωραία» σκέφτηκα, «ακόμα μια απόπειρα κοψίματος φλεβών».
Θα ήταν η τέταρτη ή η πέμπτη όλο αυτό το χρονικό διάστημα. Είχα πάθει ανοσία από τα φαινόμενα borderline που είχαν γίνει πια μέρος της καθημερινής μας ζωης. Οι σκέψεις μου σε αυτές τις περιπτώσεις είναι αυτοματοποιημένες: παίρνω το νοσοκομειακό άμεσης βοηθείας, ο οποίοι μας ξέρουν πια, έρχονται σχεδόν αμέσως, τον παίρνουν μαζί τους, αυτός παίζε θέατρο ότι είναι καλά και δεν το εννοούσε, του φροντίζουν τις πληγές που του έχουν κάνει πια τα χέρια και πόδια μωσαϊκό και μου τον στέλνουν πακέτο σπίτι. Τίποτα το δραματικό, ρουτίνα.

Μπαίνοντας μέσα στην κουζίνα για τον πάρω επ’ ώμου στο καθιστικό και να τον καθαρίσω είδα με κάποια ανακούφιση και περισσότερο έκπληξη ότι το αίμα δεν ήταν αίμα αλλά …ketschup. Με είδε η τέλος πάντων κάτι είδε με μάτια κενά, σχεδόν κλειστά από τα υπνωτικά, ηρεμιστικά και αλκοόλ και παραμιλούσε, είχε παραισθήσεις… πρώτη φορά τον ζούσα να είχε παραισθήσεις.

- «Ρίτα, θες ketschup?»
- «Ριτα? Ηντα Ριτα? Ρε Σσιατς πια εν η Ρίτα?»
- «Η Ρίτα θέλει ketschup»
- «Ρε Σσιατς εν έχουμε καμιά Ρίτα δαμε»
- «Ρίτα θέλεις ketschup?»
- «Ρε γαμω την Ρίτα, έλα Σσιατς, εν εσσιει Ρίτα δαμε, εφυε, επηεν εσσο της η Ρίτα, ατε έλα να πάμε στο κρεβάτι»
- «Μμ…»
- «…»
- «Μα που εν η Ριτα?»
- «…»

Τον άφησα εκεί να στέκεται προσπαθώντας να δώσει ketschup στην Ρίτα πετώντας το ketschup όπου έφτανε. Του πήρα το ketschup από το χέρι, πήρα ένα ρολό χαρτί κουζίνας και άρχισα να τον καθαρίζω απ’ την κορφή μέχρι τα νύχια. Άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι δεν ήταν η Ρίτα αλλά εγώ ο μαλάκας του. Τον ένιωθα ότι ηρεμούσε καθώς αντιλαμβανόταν ότι εγώ ήμουν που τον καθάριζε. Πρώτα τα χέρια του, μετά τα πόδια του, μετά τις παντόφλες και τα δάκτυλα του. Πήρα μετά ένα μπουκάλι sterilium και τον απολύμανα, τον πήρα ακολούθως επ’ ώμου και τον πήγα στο κρεβάτι. Τον έβαλα με μεγάλη προσπάθεια στην πλευρά του, τον σκέπασα, του έβαλα τις ωτοασπίδες στ’ αυτιά του και τον άφησα να πνιγεί στην παραίσθηση του, να κοιμηθεί για τις επόμενες τριάντα έξη ώρες.

Έκλεισα την πόρτα του υπνοδωματίου και άρχισα επιχείρηση καθαρισμού αστραπής γιατί έπρεπε να πάω και πίσω στην δουλειά. Επέζησα ακόμα μια κραιπάλη. Και ακόμα κρατιόμουν γερά. Αναρωτιόμουν για πόσο ακόμη.
Λεξεις-Κλειδια: , , , , , , , , , , ,

4 σχόλια:

dokisisofi είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
Greekstories είπε...

Πρώτα καλώς τηνε κι' ελπίζω νάσαι καλά.
Πρέπει να ξαναδιαβάσω το πιο πάνω αλλά αν το αποτέελεσμα ήταν θετικό χαίρομαι πάρα πολύ, ειλικρινά.

Σε φιλώ

dokisisofi είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.
dokisisofi είπε...
Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.