Αναγνώστες

Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2007

Ο αστυνομικός 2ΧΧ6

Το βράδυ είχε προχωρήσει αρκετά και στο μπαρ δεν είχε πια ιδιαίτερη κίνηση. Η καλοκαιρινή νύκτα ήταν για μένα το καλύτερο που μου τύχαινε μετά από ένα χρόνο απουσίας απ’το νησί. Γεμάτος άστρα ο μεσογειακός ουρανός, μυρωδιές καλοκαιριού και ζωής, ένα μίγμα απ’την χιτίνη όσων δέντρων είχαν απομείνει μαζί με την αρμύρα της θάλασσας, ήταν σαν πηγή ζωής.

Βαρέθηκα στο μπαρ και αποφάσισα να πάω για έναν περίπατο κάτω στην παραλία. Το απολάμβανα πριν πάω για ύπνο να πηγαίνω για έναν χάλαρο περίπατο στο φημισμένο δασουδι της Λεμεσού. Τέτοιες νυκτερινές πορείες μου έδιναν την ευκαιρία να συγκεντρωθώ, να απορροφηθώ στις σκέψεις μου, να χαλαρώσω, η ζωή μου δεν ήταν εύκολη και αναζητούσα την απομόνωση για να ανασυγκροτηθώ. Συνάμα πήγαινα εκεί πάντα με την κρυφή ελπίδα για μια αισθησιακή συνάντηση.
Κάποιες φόρες τύχαινε, τις περισσότερες όχι, αλλά η ουσία ήταν η κρυφή ελπίδα κι’όχι το γεγονός, η πορεία κι’όχι ο σκοπός.

Το δασουδι ήταν φημισμένο όχι για την ιδιαίτερη φυσική ομορφιά του που καταστράφηκε απ’τις αρχές όσο για τους μύθους που το περιτριγύριζαν. Ήταν κοινό μυστικό ότι οι περισσότεροι θαμώνες εκεί μετά τα μεσάνυκτα δεν πήγαιναν για να χαλαρώσουν ψυχικά όπως εγώ ο ¨αθώος¨, αλλά περισσότερο για μια σωματική χαλάρωση, δηλαδή ερωτική μέσα στους θάμνους, πίσω απ’τους κορμούς όσων δέντρων έχουν απομείνει η πάνω στην σκοτεινή παραλία, με μόνο φως το καλοκαιρινό φεγγάρι και των απόηχο των φώτων της παραλιακής λεωφόρου.

Το δασουδι δεν ήταν όπως παλιά. Όταν οι αρχές πήραν αέρα ότι η περιοχή ήταν κοινός χώρος για ομοφυλοφιλικό ερώτα είχαν λυσσάξει. Το πρώτο βήμα ήταν η αποστολή αστυνομικών με πολιτικά που έπαιζαν τους θαμώνες, τους από μέσα. Οι βλακες οι δικοί μας έπεφταν στην καλυμμένη απ’την νύκτα δήθεν γοητεία των καινούργιων θαμώνων σαν μύγες πάνω στο μέλι. Το ήθος όμως της αστυνομικής αρχής δεν σταματούσε στο να τους επιπλήξει και να τους αφήσει να φύγουν. Όχι, τέτοια μέθοδος θα ήταν πολύ ανούσια. Τα αστυνομικά όργανα έπαιζαν τον ρολο τους πολύ πειστικά, έπαιζαν όλο το παιγνίδι του φλερτ και του ερώτα μέχρι το τέλος, σαν αφοσιωμένοι επαγγελματίες. Όταν το παιγνίδι τέλειωνε προσφέροντας στα όργανα του νομού μια ικανοποίηση διαφορετική και απαγορευμένη, αυτά αποκάλυπταν την ταυτότητα τους, περνούσαν χειροπέδες στους άτυχους ηλίθιους και τους έπαιρναν στο τμήμα όπου τους έσπαζαν στο ξύλο βέβαιοι ότι κανένα απ’τα θύματα δεν θα διαμαρτυρόταν γιατί θα έβαζαν σε κίνδυνο την κοινωνική τους υπόληψη. Αυτή η διαδικασία ήταν στερεότυπη για χρόνια. Κι’εγω δεν υπήρξα μάρτυρας προσωπικός σ’ένα τέτοιο γεγονός, αυτές είναι οι ιστορίες που άκουσα χρόνια μετά από άλλους μάρτυρες και παθώντες.

Όταν αυτή η μέθοδος έγινε πια γνωστή στους ευρύτερους κοινωνικούς κύκλους και δημιουργήθηκε μια κάποια σιωπηλή κατακραυγή, τότε οι αρχές αποφάσισαν ένα άλλο πιο δραστικό βήμα, να καταστρέψουν την φυσική ομορφιά της περιοχής με το να απομακρύνουν τα περισσότερα δέντρα. Και εκεί που παλιά το δασουδι ήταν αυτό που πρόδιδε το όνομα του έγινε σαν μ… ξυρισμένο. Και η παρουσία της αστυνομίας συνέχισε ακάθεκτη.

Όπως και το βράδυ που πήγα εγώ για περίπατο. Έφτασα στον ολόφωτο χώρο στάθμευσης, θα ήταν γύρω στις δυο μετά τα μεσάνυκτα. Ήταν ήδη κι’αλλοι εκεί, κάτω απ’τα φωτά μαζεμένοι μιλώντας μεταξύ τους φιλικά και ήρεμα. Κανένας όχλος, καμία ενόχληση για κανέναν και απολύτως κανένα σημείο ερωτισμού.

Ήταν μακρινοί γνωστοί, απ’αυτό το είδος που συναντώ στα μπαρ, που λέμε ένα ευγενικό γεια, ίσως να ανταλλάξουμε και καμια κουβέντα παραπάνω και αυτό ήταν. Άτομα ευγενικά, με το δικό τους χρώμα, με το δικό τους ύφος. Τους χαιρέτισα κι’εμεινα μαζί τους πιάνοντας ψιλοκουβέντα, τίποτα το ουσιαστικό, μια χαλαρή κουβέντα μέχρι η κούραση να γίνει αισθητή και να πάω για ύπνο. Όταν βρισκόμουν με τέτοιους γνωστούς τα θέματα μας ήταν συνήθως εξειδικευμένα, χαρακτηρισμένα με το δικό μας χιούμορ.

Εκεί που μιλούσαμε έφτασε ξαφνικά το περιπολικό της αστυνομίας, με όλα τα φώτα του στο φουλ, μπλε και άσπρα, σταμάτησε απότομα στο χώρο στάθμευσης και από μέσα του ξεχύθηκαν τρεις αστυνομικοί άντρες και ένα γυναικοειδες με ύφος σαν να είχαν πιάσει επ’αυτοφωρο μια ομάδα Ταλιμπαν η τον Παμπλο Εσκομπαρ σε εμπορική συναλλαγή κοκαΐνης. Μείναμε άναυδοι και σιωπήσαμε αμέσως καθώς μας φώναξαν:

- Νταμπου καμνετε δαμε;

Πήγα να ανοίξω το στόμα μου να δώσω μια ανάλογη απάντηση όταν ένας απ’τους παρόντες εκεί που καθόταν πάνω στον διαχωριστικό τοίχο του χώρου στάθμευσης, πηρέ ύφος και ποζα γυναίκας α λα Αβα Γκαρτνερ, έβαλε το ένα πόδι πάνω στο άλλο, σήκωσε το ένα χέρι που κρατούσε το τσιγάρο με τον καρπό του χεριού του σπασμένο για δώσει περισσότερη θηλυκότητα στην κίνηση και με φωνή λεπτή και συρτή απάντησε:

- Απλωνουμεεν τραχανααά.

Ποτέ έφτασε το μήνυμα στον εγκέφαλο μου και ποτέ ξεκαρδίστηκα στα γέλια, δεν κατάλαβα μέχρι που άρχισα να βλέπω τον ουρανό με τ’αστρα. Δεν ήμουν σίγουρος στη αρχή ότι γέλασα τόσο πολύ ώστε να ζαλιστώ, και αλκοόλ δεν είχα πιει το βράδυ, μέχρι που αντιλήφτηκα ότι η ζάλη προήρθε απ’το δυνατό χαστούκι που μου ήρθε σαν σφοντύλι απ’τον αστυνομικό με το νούμερο 2ΧΧ6.

Έμεινα κόκαλο στη θέση μου και το γέλιο πάγωσε μην μπορώντας να αντιληφθώ ακόμη τι μου είχε συμβεί. Οι υπόλοιποι πάγωσαν.

Ο αστυνομικός βλέποντας ότι ακόμα ήμουν σε κατάσταση σύγχυσης άρχισε να μου φωνάζει και να με σπρώχνει. Με ρωτούσε φωνάζοντας γιατί γελούσα και τι κάναμε εκεί. Οι υπόλοιποι συνάδελφοι του στέκονταν εκεί διπλά του σχεδόν απαθείς υποστηρίζοντας τον με πρώτη και καλύτερη το γυναικοειδες.

Απάντησα ότι δεν μου ήταν γνωστό ότι απαγορευόταν η παρουσία μας στον χώρο στάθμευσης και με ποιο δικαίωμα σήκωσε χέρι πάνω μου. Πήγε να με ξαναχτυπήσει και άρπαξα το χέρι του στον αέρα και του το στράβωσα έτσι ώστε να τον ακινητοποιήσω. Αμέσως οι υπόλοιποι αστυνομικοί μπήκαν μπροστά του να τον προστατέψουν. Οι φωνές γίνονταν όλο και περισσότερες με πρώτη και καλύτερη το είδος γυναίκας αστυνομικού που έβρισκε την δικαίωση της σ’έναν ανδροκρατούμενο κόσμο.

Μου ζήτησαν την ταυτότητα μου. Ταυτότητα; Δεν είχα δει μπροστά μου την ταυτότητα μου εδώ και δεκαετίες δεν ήμουν πια κύπριος υπήκοος εδώ και παρα πολλά χρόνια. Τους το είπα. Τότε με ανάγκασαν να μπω στο περιπολικό και με πήγαν στο σπίτι να πάρω το διαβατήριο μου. Στην διαδρομή με είχαν βάλει στην μέση τους ο αστυνομικός με το χαστούκι, που ήταν ομολογούμενος πολύ γοητευτικός αν και καραμαλακας πρωτόγονος αγαμητος Κύπριος κι’ενας άλλος χοντρός ανίκανος να κινηθεί πολύ ευέλικτα. Προσπαθούσαν να με προκαλέσουν ρωτώντας με διάφορα και εγώ δεν απαντούσα καθόλου. Ο αστυνομικός 2ΧΧ6 με ξαναχτύπησε κάτω απ’το χειροκρότημα της συναδέλφου του.

Έτρεμα ολόκληρος αλλά δεν το έδειξα, έμεινα ακίνητος και σιωπηλός γιατί με είχαν ακινητοποιήσει.

Όταν φτάσαμε μπήκα σαν γάτος στο σπίτι για να μην ξυπνήσω κανέναν πήρα το διαβατήριο και ξαναβγήκα. Με πήραν στον αστυνομικό σταθμό. Με το που μπήκαμε μέσα ένας άλλος αστυνομικός σε υπηρεσία με κοίταξε και μετά χαμογέλασε στον ηρώα της βραδιάς.

- Νταμπου εσσι ρε φιλε;

- Επιααμεν τουντον σκατοπουσστη στο δασουι.

- Προσεξε πως μιλας, του ειπα.

- Γιατι εννα με δερεις;

- Δεν ξερεις με ποιον εχεις να κανεις πρωτον και δευτερον δεν εκανα απολυτως τιποτα παρανομο για να μου συμπεριφερεσε ετσι και προ παντων να με δερνεις.

- Ρε μα εδερες τον; Εκαμεν τιποτε;

- Τωρα εννα μας πει αν εκαμε.

Συνέχισα να τρέμω απ’τα νεύρα αλλά δεν μπορούσα να κάνω τίποτε. Αν άρχιζα το ξύλο μαζί του θα τον έκανα άχρηστο αλλά μετά θα είχα αλλα προβλήματα. Έμεινα στην φάση της παθητικής αντίστασης α λα Γκαντι.

Με οδήγησαν σ’ένα γραφείο στο πίσω μέρος του σταθμού και με έβαλαν να κάτσω σε μια καρεκλα. Ένας απ’αυτους που αντιλήφθητε ότι η κατάσταση είχε ξεφύγει απ’τον έλεγχο της ήρθε προσεκτικά και μου πρόσφερε τσιγάρο. Το αρνήθηκα.

- Εεε; Εννα του καμουμε τζιαι καφεν του πουσστη;

- Προσεξε πως μιλας, φωναξα εκτος εαυτου.

- Σκασε, μου ειπε.

- Σκασε εσυ καραμαλακα, απαντησα

- Ρε παρετα. Μεν το παρακαμνεις, του ειπε ο άλλος. Τζιαι φιλε μου ουτε τζ εσυ, ειπε σε μενα.

- Ρε αφού εν πουσστης.

- Ρε φιλε σταματα λαλω σου.

Ο σχετικά πολιτισμένος με ρώτησε:

- Νταμπου εκαμνες εις το δασουιν;

- Τιποτε. Ημουν με κατι φιλους μου τζαι εκουβενκιαζαμεν. Απαγορευται;

- Τζιαι εν εκαματε τιποτε άλλο;

- Εν καταλαβω νταμπου θελετε να ακουσετε.

Ο 2ΧΧ6 έβγαζε καπνό απ’τα ρουθούνια του.

- Πιππιλατε την ο ενας του αλλου τζιαμε; Τζιαι βαλλετε την τζιαι μεσα; Αρεσκει σου εννε; Σκατοπουσστη

- Φιλε μου σιουρα εν καμνετε τιποτε;

- Αφού σου λεω όχι. Ειμαστεν πεντε ατομα τζιαμε τζιαι μιλουσαμε ηρεμα ωσπου ηρτεν ο φιλος σου τζιαι αρχισε να με κτυπα.

- Καλα φιλε μου. Κοιταξε το διαβατηριο μου. Μα εν εισαι κυπραιος;

- Οι.

- Τζιαι που μινισκις;

- Στο Αουσσβιτς.

- Που;

- Ευρωπη. Το που εν ενδιαφερει κανεναν.

- Καλα. Εννα σε αφηκουμεν να παεις τωρα τζιαι μεν το ξανακαμεις.

- Μα να ξανακαμω τι;

- Καταλαβαιννουμαστεν εννε;

Δεν καταλάβαινα τίποτε αλλά έκανα πως. Με πήραν πίσω στο αυτοκίνητο μου και έφυγαν. Οι υπόλοιποι ήταν ακόμα εκεί και με περίμεναν. Βρίσκονταν σε κατάσταση σοκ. Όπως κι εγώ.

Την επόμενη δεν έμεινα αδρανής. Πήρα τον πατερα κάποιου φίλου μου με μεγάλη θέση στην αστυνομία και του εξιστόρησα τα γεγονότα χωρίς να παραλείψω τίποτα. Τον απείλησα ότι θα βγάλω άπλυτα στην φόρα αν δεν κάνει κάτι και ότι θα κινήσω αγωγή και θα πάω στις εφημερίδες. Όχι πως πίστευα ότι θα έφερνε αποτέλεσμα αλλά στα νευρά μου πάνω έλεγα ότι ήθελα.

Αμέσως έπεσαν τηλεφωνήματα συγγνώμης από τον ανάλογο αστυνομικό διευθυντή με υποσχέσεις κυρώσεων. Λίγες μέρες μετά έφευγα απ’την Κύπρο και καμία κύρωση δεν είχε πέσει στη Κύπρο του 2006 και της Ευρώπης.


Λεξεις-Κλειδια: , , , , , , , , , , , , , , , ,

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Φίλε μου, έτσι είναι. Δυστυχώς ο αντρισμός κάποιων φιλτράρεται και επιβεβαιώνεται μέσα από τον εξευτελισμό κάποιων άλλων.
Προσωπικά δεν θα το άφηνα ως εκεί το θέμα, ή το όποιοδήποτε άλλο θέμα. Άκουσα περιστατικό που συνέλαβαν κάποιον που περπατούσε κοντά στο Σάντα Μπάρμπαρα και η δικαιολογία τους ήταν πως έκαναν επιχειρήσεις ενάντια στα ναρκωτικά. Στις εφημερίδες ΣΙΓΟΥΡΑ θα έβγαινα και δεν θα με ικανοποιούσε μια υπόσχεση από κάποιον πως θα υπάρχουν κυρώσεις. Πρέπει να καταλάβουμε ΟΛΟΙ πως δεν θα αποκτήσουν συνείδηση από μόνοι τους. Θα πρέπει να τους την επιβάλουμε, με τον ένα ή τον άλλον τρόπο.

Greekstories είπε...

Εχεις δικαιο. Αλλα με κρατησε η οικογενεια μου πισω και το σεβαστηκα. Εγω ζω στο εξωτερικο κι'αυτοι στην Κυπρο. Και να εβγαινα στις εφημεριδες αυτοι θα ειχαν να ζησουν με τις συνεπειες, συνεπειες μια ζωης που κανενας δεν μου την επεβαλε αλλα συνειδητα επιλεξα. Δεν θα ηταν δικαιο γι'αυτους.

Ναυτίλος είπε...

Έχω μείνει κάγκελο από αυτά που ακούω (διαβάζω για να είμαι πιο σωστός). Αυτά γίνονταν και στην Ελλάδα παλαιότερα. Τώρα όχι τόσο πολύ όπως παλιά βέβαια, αλλά ευτυχώς περιστατικά σαν αυτά που περιγράφεις είναι σπανιότατα (ή τουλάχιστον, έτσι θέλω να πιστεύω). Πάντως πόρρω απέχουμε από το επίπεδο άλλων ευρωπαϊκών χωρών σε θέματα δικαιωμάτων. Πολύ μαλάκες οι μπάτσοι στην Κύπρο, και να με συγχωράς που το λέω.

Άκουγα για την Κύπρο ότι τα πράγματα εκεί είναι πολύ τριτοκοσμικά αλλά δεν το πίστευα. Κρίμα, πραγματικά κρίμα.

Greekstories είπε...

Σε αρκετα πραγματα ειμαστε γαμησε τα. Διαβασε μονο την ερευνα της ΕΕ που αναδημοσιευσα στο μπλοκ μου για να καταλαβεις οτι...Πας μη Κυπριος και στρεητ εις βαρβαρος...